Η Μύκονος δεν χρειάζεται συστάσεις όντας ένας από τους κορυφαίους προορισμούς με ένα διεθνές αναγνωρισμένο brand. Αυτό κατακτήθηκε με την σκληρή δουλειά των κατοίκων της και το ανοιχτό πνεύμα που τους χαρακτηρίζει.Τα τελευταία χρόνια όμως ολοένα και περισσότερο το νησί αποτελεί πόλο κακής δημοσιότητας τόσο για τις ακριβές τιμές όσο και για περιστατικά βίας. Τα παραπάνω είναι ενδεικτικά μιας βαθύτερης αλλαγής που συντελέστηκε τα προηγούμενα χρόνια, όταν υπήρξε μια μαζική είσοδος τρίτων μη ντόπιων επιχειρηματιών να λειτουργήσουν στο νησί αναδεικνύοντας μια κουλτούρα ευκαιριακού πλουτισμού και κακώς εννοούμενης ανάπτυξης. Η επακόλουθη γιγάντωση της τουριστικής βιομηχανίας στο νησί συμπεριλαμβανομένων των λοιπών υποστηρικτικών επιχειρήσεων αυτής, συνέβη σχεδόν εν μια νυκτί με τις αυθαίρετες κατασκευές να πληθαίνουν ασταμάτητα. Την ίδια στιγμή που οι υποδομές του νησιού είναι ανεπαρκείς και τα όποια έργα είναι πολύ μικρά μπροστά στον όγκο της εργασίας.

Ας συγκεντρωθούμε όμως σε ένα από τα ερωτήματα που αντιμετωπίζει το νησί: τι είδους επιχειρηματικότητα έχει ανάγκη πραγματικά η Μύκονος;

Το ιδανικό επιχειρηματικό μοντέλο για κάθε τόπο, είναι αυτό που προωθεί τη βιώσιμη ανάπτυξη, εναρμονίζεται με τις τοπικές αξίες και διασφαλίζει μακροπρόθεσμα οφέλη για την τοπική κοινωνία. Αυτή η προσέγγιση χαρακτηρίζεται από επιχειρήσεις που δίνουν προτεραιότητα σε υπεύθυνες πρακτικές, επενδύουν στις υποδομές και δημιουργούν θέσεις εργασίας για τους κατοίκους. Και υπάρχουν πολλές τέτοιες προσεγγίσεις στη Μύκονο. Υπάρχουν επιχειρήσεις που σέβονται τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς του νησιού, που συμβάλλουν στη διατήρηση της φυσικής ομορφιάς της Μυκόνου και υποστηρίζουν ενεργά ντόπιους εργαζόμενους. Υπάρχουν επιχειρήσεις που σέβονται την πολιτιστική κληρονομιά και τις παραδόσεις με τέτοιο τρόπο που όχι μόνο συνηγορούν στη διατήρηση του τοπικού στοιχείου, αλλά έχουν και πολύ θετικό αντίκτυπο στα οικονομικά κέρδη.

Τέτοιες επιχειρήσεις όχι μόνο φέρνουν έσοδα, αλλά και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων, προσφέροντας ευκαιρίες υγιούς ανάπτυξης και ενισχύοντας το αίσθημα υπερηφάνειας του νησιού. Για παράδειγμα, οι τουριστικές επιχειρήσεις, που επενδύουν στα τοπικά προϊόντα, ή οι επιχειρήσεις που προσλαμβάνουν προσωπικό με γνώμονα την εντοπιότητα, καθώς και οι επιχειρήσεις αγροτουρισμού που ενισχύουν το λαογραφικό και τοπικό στοιχείο είναι παραδείγματα για το πώς η επιχειρηματικότητα μπορεί να ανθίσει ενώ τιμά την κληρονομιά και το περιβάλλον του νησιού.

Στον αντίποδα, η εισροή ευκαιριακών επιχειρηματιών που χρησιμοποιούν αμφιλεγόμενες μεθόδους αποτελεί πολύ σημαντική απειλή για τη Μύκονο. Αυτοί οι “επιχειρηματίες” δίνουν προτεραιότητα στα γρήγορα κέρδη έναντι των ηθικών εκτιμήσεων, καταφεύγοντας σε πρακτικές που βλάπτουν το περιβάλλον, παραβιάζοντας τους νόμους και τους φορολογικούς κανόνες εκμεταλλευόμενοι την τοπική κοινωνία δίχως να επιστρέφουν το παραμικρό σε αυτή. Τέτοιες επιχειρήσεις αμφιβόλου ποιότητας με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν το νησί σε υπερανάπτυξη, ρύπανση και απώλεια πολιτιστικής ταυτότητας, υπονομεύοντας τελικά τη μοναδικότητα που κάνει τη Μύκονο ξεχωριστή.

Η ανεξέλεγκτη επέκταση των νυχτερινών κέντρων στα οποία ανθίζει το παρεμπόριο και η πώληση διαφόρων παρανόμων υπηρεσιών, η δίχως ρύθμιση κατασκευή πολυτελών βιλών και ξενοδοχείων, το διαρκές “ξεφύτρωμα” διαφόρων “νέων εταιρειών” από αγνώστους επιχειρηματίες αμφιβόλου ποιότητας και συνήθως αμφιβόλου οικονομικού ιστορικού είναι σαφείς ενδείξεις αυτής της επιβλαβούς τάσης. Αυτού του είδους η “επιχειρηματικότητα” όχι μόνο επιβαρύνει τις υποδομές του νησιού, αλλά και αποξενώνει τους κατοίκους, διαβρώνοντας την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και θέτοντας σε κίνδυνο το μέλλον της Μυκόνου.

Ενδεικτικά υπενθυμίζονται περιστατικά ξυλοδαρμών στο νησί της Μυκόνου τα προηγούμενα χρόνια, τα οποία σχετίζονται με την “νύχτα”, περιστατικών μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών ουσιών, επιχειρήσεων που λειτουργούν χωρίς άδεια και ουδείς τις ενοχλεί, περιστατικά επιχειρήσεων που λειτουργούν εις βάρος της τοπικής κοινότητας επενδύοντας τη λειτουργία τους στον τρόμο των τοπικών αρχόντων και της κοινωνίας.

Υπενθυμίζεται πως ένα από τα κεντρικά σλόγκαν της νέας δημοτικής αρχής κατά την προεκλογική της εκστρατεία ήταν “να γίνει η Μύκονος πρώτη ξανά”. Φαίνεται πως το σλόγκαν αυτό έχει ακόμη πολύ δρόμο για την επίτευξη του, παρά τις ενέργειες που έχουν γίνει έως σήμερα. Επιπρόσθετα, πολύς λόγος γίνεται σε τοπικό επίπεδο σχετικά με τη “δυσφήμιση” του νησιού σε κεντρικά ΜΜΕ. Δικαίως πολλοί Μυκονιάτες στεναχωριούνται με την αρνητική αυτή διαφήμιση. Τη δυσφήμηση αυτή όμως, την δημιουργούν όλοι εκείνοι οι καταπατητές του νησιού μας, οι οποίοι λειτουργούν σκεπτόμενοι μονάχα το κέρδος, δίχως να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Τη δυσφήμηση την δημιουργούν όλοι εκείνοι οι οποίοι με άξονα το οικονομικό όφελος, καταπατούν το περιβάλλον στον υπερθετικό βαθμό. Αυτοί που για λίγα παραπάνω ευρώ, υπεξαιρούν κρατικό χρήμα μέσω της μη απόδοσης ΦΠΑ. Αυτοί που απειλούν ντόπιους για να μην μιλούν για όσα βλέπουν.

Τη δυσφήμηση αυτή όμως, κυρίως την δημιουργούν όσοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, δεν κάνουν τη δουλειά τους, όταν δεν διεξάγουν ελέγχους, δεν επιβάλλουν πρόστιμα ή ακόμη και λουκέτα σε όσους δεν συμμορφώνονται.

Μια νέα στρατηγική για την Μύκονο

Για να διαχειριστεί αυτήν την κρίσιμη μετάβαση, η Μύκονος πρέπει να δημιουργήσει σχέδιο. Μια στρατηγική προσέγγιση η οποία θα ενθαρρύνει την υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, ενώ θα αποτρέπει αυστηρά τις πρακτικές εκείνες που δεν έχουν θέση στο νησί μας. Για να γίνει αυτό όμως, απαιτούνται ισχυρά κανονιστικά πλαίσια, αυστηρή εφαρμογή των περιβαλλοντικών και επιχειρηματικών νόμων και ενεργή συμμετοχή της κοινωνίας στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Η τοπική αυτοδιοίκηση, οι επιχειρηματίες και οι κάτοικοι πρέπει να συνεργαστούν για να δημιουργήσουν ένα νησί που θα ανταμείβει την ηθική συμπεριφορά και την υγιή επιχειρηματικότητα. Κίνητρα για βιώσιμα έργα, διαφανείς επιχειρηματικές δραστηριότητες και πρωτοβουλίες που οδηγούνται από την κοινότητα μπορούν να βοηθήσουν στη διασφάλιση ότι η επιχειρηματικότητα στο νησί ευθυγραμμίζεται με το συλλογικό όραμα για ένα ευημερούν και βιώσιμο μέλλον. Πρέπει όμως και όσοι έρχονται για 3 μήνες στο νησί με σκοπό να δημιουργήσουν “κομπόδεμα για μια ζωή” άμεσα να εξοβελιστούν. Πρέπει να θεσμοθετηθεί η παροχή κινήτρων στις επιχειρήσεις για να συνεχίζουν τη λειτουργία τους και τον χειμώνα αλλά και αναγκαστική επέκταση της τουριστικής περιόδου από τις αρχές Μαρτίου έως τα τέλη Νοεμβρίου για όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο νησί.

Η Μύκονος είναι ένας από τους ομορφότερους τόπους στον κόσμο, στον οποίο βιώσιμες πρακτικές επιχειρηματικότητας μπορούν να προστατεύσουν το νησί και να το καταστήσουν πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης. Ενισχύοντας επιχειρήσεις που σέβονται το περιβάλλον, υποστηρίζουν τις τοπικές αξίες και συμβάλλουν στην κοινωνία, η Μύκονος μπορεί να εξασφαλίσει μια ακμάζουσα οικονομία που θα ωφελεί το σύνολο των κατοίκων. Από την άλλη πλευρά, η επαγρύπνηση ενάντια στις πρακτικές εκμετάλλευσης είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού. Σε αυτή την πορεία είναι αναγκαστική η συνδρομή του κράτους με μια συνολική ενίσχυση των υποδομών. Υπάρχει ακόμη χρόνος να αντιστρέψουμε την την υπερεκμετάλλευση του νησιού και να διεκδικήσουμε την Μύκονο που όλοι, τουλάχιστον όσοι αγαπάμε το νησί, θέλουμε.

Ο Μηνάς Λυριστής είναι υπ. Διδάκτωρ Διεθνούς Πολιτικής και κάτοικος Μυκόνου.