Ελεύθερη με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης συναναστροφής της με τον δικηγόρο και με την υποχρέωση να πληρώσει 5.000 ευρώ εγγυοδοσία αφέθηκε μετά την απολογία της η 43χρονη ασκούμενη δικηγόρος.
Η τελευταία είχε καταγγείλει τον μηνυτή της για ενδοοικογενειακή βία, με τον ίδιο να την εγκαλεί στη συνέχεια για παραβίαση προσωπικών δεδομένων σε βαθμό κακουργήματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο απολογητικό υπόμνημά της η κατηγορούμενη αρνήθηκε ότι παραβίασε το νόμο, ισχυριζόμενη ότι εμφανίστηκε σε τηλεοπτική εκπομπή όχι για να εκδικηθεί τον δικηγόρο με τον οποίο -όπως λέει- είχε εφήμερη ερωτική σχέση, αλλά για να σταματήσει τον δικό της διασυρμό από την τροπή που είχε λάβει η υπόθεση.
Με βάση τα όσα υποστήριξε και ενώπιον της δικαστικής λειτουργού «την 28.04.2024 ο μηνυτής μεταξύ άλλων με χτύπησε και την ίδια μέρα αρμοδίως κατέθεσα έγκληση εις βάρος του και την επόμενη μέρα εξετάσθηκα από ιατροδικαστή. Ο ίδιος κατέθεσε εναντίον μου έγκληση μετά από παρέλευση περίπου μισού μήνα, και μόνον όταν είχε ήδη πληροφορηθεί την δική μου έγκληση. Πριν από λίγες μέρες και (πιθανολογώ) με αφορμή άλλη υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας, έτερου ζεύγους δικηγόρων, και η δική μου υπόθεση απασχόλησε την δημοσιότητα, χωρίς εγώ να το επιδιώξω».
Προσθέτει δε, πως «μετά την δημοσιοποίηση της υπόθεσης, πλήθος προσώπων, οικείων του μηνυτή και φυσικά ο ίδιος, εκκίνησαν μια διαδικασία προκειμένου να παρουσιαστώ ως αναξιόπιστη, ψυχικά ασθενής, ότι καταθέτω αναλήθειες και γενικώς ότι δεν μπορεί η δική μου καταγγελία να έχει την ίδια βαρύτητα με την έτερη υπόθεση που απασχόλησε τα ΜΜΕ. Έτσι εκδόθηκαν δελτία τύπου που βρίθουν ψεμάτων, παρουσιάστηκαν σε εκπομπές μηνύματα που έχω ανταλλάξει με άλλο πρόσωπο – δηλαδή έπραξαν αυτό που με καταγγέλλουν αυτή τη στιγμή ότι έχω διαπράξει – και με πληροφορίες ‘δημοσιογραφικές’ επιχειρήθηκε να κατασκευασθεί μια εικόνα, με μοναδικό σκοπό, την αποδόμηση της προσωπικότητας μου, ώστε στο επερχόμενο δικαστήριο, όπου ο μηνυτής μου θα είναι κατηγορούμενος και εγώ υποστηρίζουσα την κατηγορία της ενδοοικογενεικής βίας, να φανώ αναξιόπιστη».
Αναφερόμενη στην εμφάνιση της σε τηλεοπτική εκπομπή κατά την οποία φέρεται να διάβασε μηνύματα που ειχε ανταλλάξει με τον 69χρονο με αποτέλεσμα εκείνος να την μηνύσει για παραβίαση προσωπικών δεδομένων, εξήγησε πως «εμφανίσθηκα σε μια εκπομπή με μοναδικό σκοπό να σταματήσει ο διασυρμός μου και να προστατευθώ και όχι για να πλήξω των μηνυτή. Άλλωστε δεν αποκάλυψα την ταυτότητα του, ούτε προσπάθησα να τον σκιαγραφήσω. Δεν εξηγείται άλλωστε, το γεγονός ότι την επόμενη μέρα ακριβώς, να εμφανισθεί η σύζυγος του μηνυτή και επωνύμως να προαναγγέλλει μηνύσεις».
Η ίδια σημειώνει πως «σε κανένα απολύτως σημείο της επίμαχης τηλεοπτικής εκπομπής δεν παρουσιάστηκε, ούτε φωτογραφήθηκε, ούτε θα μπορούσε να συνδεθεί το πρόσωπο του εγκαλούντος με όλα όσα παρουσιάσθηκαν. Κανείς απολύτως από το κοινό ή οποιοσδήποτε τρίτος δεν θα μπορούσε να συνδέσει το «εβδομηντάχρονος ποινικολόγος» με τον μηνυτή μου. Υπάρχουν τουλάχιστον χίλιοι εβδομηντάχρονοι ποινικολόγοι στην Αθήνα, δηλαδή σχεδόν αόριστος αριθμός προσώπων, που με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε ο τηλεθεατής να συνδέσει το πρόσωπο του μηνυτή με τον αναφερόμενο στην εκπομπή».