Οι πρόσφατες ξιφομαχίες για τον «σεξισμό» και την «πατριαρχία» του κλασικού μυθιστορήματος «Η Μεγάλη Χίμαιρα» του Μ. Καραγάτση μάς δίνουν την αφορμή να ανοίξουμε το συρτάρι της κουλτούρας της ακύρωσης που επικρατεί στη λογοτεχνία και το οποίο, ειδικά μετά τις (δίκαιες) διεκδικήσεις του κινήματος #MeToo από το 2017 και μετά αλλά και τη δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ από λευκό αστυνομικό το 2020, μοιάζει με πυριτιδαποθήκη έτοιμη να εκραγεί παγκοσμίως.
Η «κουλτούρα της ακύρωσης» επιδραστικών προσωπικοτήτων με έργο από όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής δεν είναι μια νέα εξέλιξη, αλλά μια διαχρονική ιστορία που πήρε άλλη ένταση και μορφή από τότε που ζούμε τις ζωές μας στα social media όπως και διαφορετική οργανωτική δομή ως προς την επίθεση στον στόχο. Μπορεί η ακύρωση αυτή να αυτοακυρωθεί και τι σημαίνει cancel culture το 2024;
Την προκαλεί μια συγκεκριμένη γενιά με την συμπεριφορά της ή είναι απλώς η τάση προς την πολιτική ορθότητα με όλα τα ακραία χαρακτηριστικά που μπορεί να ενέχει η ακτιβιστική δράση που διεκδικεί την απάλειψη του σεξισμού και του μισογυνισμού και φυσικά του ρατσισμού; Είναι δυνατόν να λογοκρίνουμε και απολύτως να ακυρώνουμε κείμενα του περασμένου αιώνα με τα στάνταρ του σημερινού και ποια η θέση της ιστορίας στην πάροδο του χρόνου και σε αυτό το ακυρωτικό πλαίσιο;
Τζ.Κ. Ρόουλινγκ
Η συγγραφέας της πολυαγαπημένης σειράς του Χάρι Πότερ, είναι ίσως η πιο διάσημη «ακύρωση» των τελευταίων ετών. Η πολυεκατομμυριούχος συγγραφέας υποστήριξε στο Twitter τη Μάγια Φόρστεϊτερ, ερευνήτρια που απολύθηκε από τη δουλειά της αφού δημοσίευσε επίσης στο Twitter την άποψή της ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να αλλάξουν το βιολογικό τους φύλο, σε ένα σχόλιο που χαρακτηρίστηκε από την πλειοψηφία ως τρανσφοβικό.
Η Ρόουλινγκ έγραψε στο Twitter ως απάντηση: «Ντυθείτε όπως θέλετε. Αποκαλέστε τον εαυτό σας όπως θέλετε. Κοιμηθείτε με οποιονδήποτε ενήλικα που συναινεί και σας θέλει. Ζήστε τη ζωή σας με ειρήνη και ασφάλεια. Αλλά εξαναγκάζετε τις γυναίκες να χάσουν τη δουλειά τους επειδή δηλώνουν ότι το βιολογικό φύλο είναι μια πραγματικότητα;». Ενώ η συγγραφέας είχε επαινεθεί για τις προηγούμενες προσπάθειές της να υπερασπιστεί τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, έκτοτε έχει χαρακτηριστεί από τους επικριτές της ως ριζοσπαστική φεμινίστρια με αρνητικό αντίκτυπο για τα τρανς άτομα.
Το γεγονός πήρε πρόσθετες διαστάσεις όταν και οι σταρ της κινηματογραφικής σειράς Χάρι Πότερ στράφηκαν με δηλώσεις τους εναντίον της ενώ η ίδια στάθηκε στο γεγονός της προσωπικής της φίμωσης με απειλές που έχει δεχτεί ακόμα και η οικογένειά της. Τα βιβλία της σειράς ωστόσο που την έκαναν διάσημη όπως και οι ταινίες παραμένουν δημοφιλή.
Ρόαλντ Νταλ
Μέγας παραμυθάς με παραμύθια όπως τα «Ματίλντα» Ο Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας» και ο Μεγάλος Φιλιός Γίγαντας» δημοσιοποίησε τις αντισημιτικές του απόψεις σε συνέντευξή του στο New Statesman το 1983. Όπως είπε: «Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό στον εβραϊκό χαρακτήρα που προκαλεί εχθρότητα, ίσως είναι ένα είδος έλλειψης γενναιοδωρίας προς τους μη Εβραίους. Θέλω να πω, πάντα υπάρχει
ένας λόγος για τον οποίο εμφανίζεται οπουδήποτε ένας πνεύμα αντιλογίας. Ακόμα και ένας βρωμιάρης σαν τον Χίτλερ δεν τα έβαλε μαζί τους χωρίς λόγο». Χρειάστηκε να περάσουν 37 χρόνια για να αποκηρύξει τις αντισημιτικές δηλώσεις του κορυφαίου συγγραφέα η οικογένεια Νταλ. Το 2020 η δήλωση των κληρονόμων ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής: «Αυτές οι προκαταλήψεις είναι ακατανόητες για εμάς και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον άνθρωπο που γνωρίζαμε και με τις αξίες που βρίσκονται στην καρδιά των ιστοριών του Ρόαλντ Νταλ, οι οποίες έχουν επηρεάσει θετικά τους νέους πολλών γενεών. Ελπίζουμε ότι, όπως ακριβώς έκανε στις καλύτερες στιγμές του, έτσι και στις απολύτως χειρότερές του, ο Ρόαλντ Νταλ μπορεί να μας βοηθήσει να θυμηθούμε τον συνεχή αντίκτυπο των λέξεων».
Μόλις το 2023 οι εκδόσεις Puffin ανακοίνωσαν ότι πολλά από τα βιβλία του Νταλ επρόκειτο να τροποποιηθούν ώστε να αφαιρεθούν υποτιμητικές λέξεις και συναφή αποσπάσματα. Κατά κύριο λόγο, οι λέξεις αφορούσαν τη φυλή, την ψυχική υγεία, τη σωματική εμφάνιση και τα στερεότυπα των ρόλων των φύλων. Οι αρχικές εκδόσεις των βιβλίων του θα εξακολουθούν να είναι διαθέσιμες για αγορά με αμετάβλητη τη γλώσσα του συγγραφέα.
Δρ. Σους
Ο Θίοντορ Σους Γκέιζελ, γεννημένος το 1904, έγραψε και εικονογράφησε πάνω από 60 βιβλία κατά τη διάρκεια της ζωής του. Τα δημοφιλή παιδικά βιβλία του πούλησαν πάνω από 600 εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφράστηκαν σε περισσότερες από 20 γλώσσες όσο ζούσε.
Παρότι ο «Δρ Σους» αγαπήθηκε από εκατομμύρια παιδιά και μεγάλους σε όλο τον κόσμο, με το έργο του να προωθεί αξίες, όπως τον σεβασμό για το περιβάλλον και την ανεκτικότητα, πλήθυναν τα τελευταία χρόνια οι επικρίσεις για τις απεικονίσεις Αφροαμερικανών, Ασιατών και άλλων μειονοτήτων στα βιβλία του και στις αφίσες και τα κόμικς κατά τη διάρκεια του Β΄ Πολέμου.
Το 2021, η Dr Seuss Enterprises ανακοίνωσε ότι σταματάει η επανέκδοση έξι βιβλίων του. Η απόφαση ελήφθη μετά από ενδελεχή εξέταση του υλικού του, από εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς και άλλους ειδικούς. Τα βιβλία είχαν επιλεγεί λόγω της ρατσιστικής και ασυνείδητης απεικόνισης των έγχρωμων ανθρώπων στις ιστορίες τους.
Τα βιβλία που δεν εκδίδονται πλέον είναι τα: «Και να σκεφτείς ότι το είδα στην οδό Mulberry», «Το κουίζ της γάτας», «Αν έκανα κουμάντο στο ζωολογικό κήπο», «Η πισίνα του McElligot», «Πέρα από τη Ζέβρα!» και «Ομελέτα σούπερ! »
Ακόμα και ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν αρνήθηκε να αναφερθεί στον Δρ Σους κατά τη διάρκεια της ομιλίας για την ανακήρυξη της «Ημέρας ανάγνωσης σε όλη την Αμερική» το 2021. Εντύπωση είχε κάνει το 2017 η περίπτωση μιας βιβλιοθηκάριου σε δημοτικό σχολείο του Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης η οποία επέκρινε τη δωρεά δέκα βιβλίων του «Δρος Σους» από την τότε Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ, Μελάνια Τραμπ, λέγοντας ότι τα συγκεκριμένα βιβλία «ήταν γεμάτα με ρατσιστική προπαγάνδα και βλαβερά στερεότυπα».
Τεντ Χιουζ
Παρόλο που στα βιβλία και τα ποιήματά του δεν υπήρχαν αμφιλεγόμενες απόψεις, η προσωπική ζωή του ποιητή Τεντ Χιουζ ήταν αυτή που οδήγησε στις εκκλήσεις για την ακύρωσή του. Η πρώτη του σύζυγος Σίλβια Πλαθ αυτοκτόνησε το 1963, σε ηλικία 30 ετών. Υποφέροντας από κρίσεις κατάθλιψης στην σύντομη ζωή της είχε αποκαλύψει ότι ο Χιουζ είχε σχέση πριν χωρίσουν.
Χρόνια αργότερα, αποκαλύφθηκε η προσωπική αλληλογραφία μεταξύ της Πλαθ και του θεραπευτή της, με την Πλαθ να κατηγορεί τον Χιουζ ότι την κακοποιούσε σωματικά και συναισθηματικά. Η ίδια ισχυριζόταν ότι της είχε επιτεθεί λίγες ημέρες πριν αποβάλει στο δεύτερο παιδί τους, και την κακοποίησε συναισθηματικά ευχόμενος να πεθάνει.
Ωστόσο, η οικογένεια Χιουζ αρνήθηκε σθεναρά τους ισχυρισμούς, ζητώντας από τη βρετανική εφημερίδα Guardian να προβεί σε τροποποίηση του αποκαλυπτικού ρεπορτάζ. Η δήλωση είχε ως εξής: «Οι ισχυρισμοί που φέρεται να έκανε η Σίλβια Πλαθ σε αδημοσίευτες επιστολές προς τον πρώην ψυχίατρό της, υπονοώντας ότι ξυλοκοπήθηκε από τον σύζυγό της, Τεντ Χιουζ, λίγες ημέρες πριν αποβάλει το δεύτερο παιδί τους, είναι τόσο παράλογοι όσο και σοκαριστικοί για όποιον γνώριζε καλά τον Τεντ».
Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ
Εχουν περάσει πάνω από 68 χρόνια από τότε που το πολυσήμαντο μυθιστόρημα Λολίτα του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ (Olympia Press, 1955) βρήκε τους πρώτους αναγνώστες και επικριτές του. Η υποδοχή του βιβλίου εκείνη την εποχή ήταν τόσο πολύπλοκη και διχαστική όσο και η κληρονομιά του. Έκτοτε έχουν γίνει αμέτρητες συζητήσεις σχετικά με τη λογοκρισία του. Οι περιπτώσεις κριτικών και αναγνωστών που θεωρούν ότι ο Ναμπόκοφ εξύμνησε την παιδοφιλία και δικαιολόγησε τον χαρακτήρα του Χάμπερτ δεν είναι ούτε νέες ούτε σπάνιες.
Το πρόβλημα παραμένει γιατί, ακόμη και μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, το βιβλίο χαρακτηρίζεται αποκρουστικό από μια μεγάλη μερίδα αναγνωστών που θεωρούν ότι αξίζει να ακυρώσουν τον Ναμπόκοφ γι’ αυτό.
Η Λολίτα αποτελεί σήμερα ένα σημείο αναφοράς για τους αναγνώστες της ποπ κουλτούρας, όπως το Κουρδιστό Πορτοκάλι, ένα αντικομφορμιστικό μυθιστόρημα που δεν θα πεθάνει ποτέ. Για πολλούς η ευρηματική της πρόζα περιγράφει ηθικά καταδικαστέες πράξεις. Μπορεί ο χρόνος να το αλλάξει αυτό; Η φήμη του Ναμπόκοφ απογειώθηκε και ταυτόχρονα καταστράφηκε από τη Λολίτα.
Ράντγιαρντ Κίπλινγκ
Ο Ρούντγιαρντ Κίπλινγκ, πρωτοπόρος στην τέχνη του διηγήματος με κλασικά έργα στην παιδική λογοτεχνία όπως το Βιβλίο της Ζούγκλας (1894), διηγήματα, μεταξύ των οποίων το Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς (1888) και ποιήματα όπως το «Αν….» (1910,) δέχθηκε έντονη κριτική για το έργο του ακόμα και όσο ζούσε. Το «The White Man’s Burden» (1899) ειδικότερα θεωρήθηκε ότι εδραίωσε τη θέση του ως υποστηρικτή του βρετανικού ιμπεριαλισμού.
Αν και υπήρξε ένας από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς στην Αγγλία, τόσο στην πεζογραφία όσο και στο στίχο, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, τιμημένος με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, η μετέπειτα φήμη του άλλαξε σύμφωνα με το κοινωνικοπολιτικό κλίμα της εποχής. Σήμερα, όσο κλασικός, πολυμεταφρασμένος και επιδραστικός θεωρείται στο φάσμα της παγκόσμιας πολιτισμικής κουλτούρας, άλλο τόσο αμφιλεγόμενος παραμένει.
Λουί-Φερντινάν Σελίν
Το 2018 ο φημισμένος εκδοτικός οίκος της Γαλλίας Gallimard υπέκυψε στις πιέσεις και ανέστειλε τα σχέδια επανέκδοσης μιας συλλογής αντισημιτικών φυλλαδίων του μυθιστοριογράφου Λουί Φερντινάν Σελίν από τα τέλη της δεκαετίας του ’30. Ο εκδότης Αντουάν Γκαλιμάρ είχε εκθέσει την άποψη ότι τα φυλλάδια, τα οποία δεν επανεκδόθηκαν από το 1945, θα τεθούν «στο πλαίσιό τους ως βίαια γραπτά σημαδεμένα από το αντισημιτικό μίσος του συγγραφέα». Ο σοπός ήταν μια «κριτική έκδοση» των αντιεβραϊκών διατριβών, οι οποίες έχουν αμαυρώσει τη φήμη του συγγραφέα του μυθιστορήματος «Ταξίδι στο τέλος της νύχτας».
Ο Σελίν διέφυγε από τη Γαλλία μετά την απόβαση στην Νορμανδία το 1944 και αργότερα καταδικάστηκε εν τη απουσία του για συνεργασία με τους Ναζί.
Πέθανε το 1961 λέγοντας ότι δεν επιθυμούσε την επανέκδοση των φυλλαδίων, αλλά ο δικηγόρος της χήρας του, Λουσέτ Ντετούς, έδωσε τη συγκατάθεσή του για την επανέκδοση.
Μάργκαρετ Μίτσελ
Την άνοιξη του 2023 οι εκδότες του βιβλίου «Όσα παίρνει ο άνεμος» χαρακτήρισαν το βιβλίο της Μάργκαρετ Μίτσελ «επιβλαβές» και «ρατσιστικό» σε μια νέα προειδοποίηση προς τους αναγνώστες. Είχε φυσικά προηγηθεί ένας μεγάλος αναβρασμός το 2020 με την τραγική δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ στις ΗΠΑ και την άμεση αντίδραση μεταξύ άλλων στον χώρο του θεάματος που οδήγησε στη λογο»ρισία και τον επαναπροσδιορισμό κλασικών χολιγουντιανών ταινιών όπως του θρυλικού έπους του «Όσα παίρνει ο άνεμος» (1939).
Η νέα έκδοση του επικού μυθιστορήματος της Μάργκαρετ Μίτσελ, που κυκλοφόρησε από την Pan Macmillan, περιέχει προειδοποίηση στην αρχή για το «προβληματικό» περιεχόμενό του. Το σημείωμα αναφέρει ότι το βιβλίο δεν έχει ξαναγραφτεί για να διαγραφεί το προσβλητικό υλικό, ωστόσο περιλαμβάνει «ρατσιστικά» στοιχεία που είναι «οδυνηρά ή πράγματι επιβλαβή».
Το βιβλίο, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1936, είναι ένα ρομαντικό ειδύλλιο που διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, ανάμεσα στους Νότιους και τους Βόρειους που υποστήριζαν την κατάργηση της δουλείας.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης ένα δοκίμιο γραμμένο από τη συγγραφέα Φιλίπα Γρέγκορι (The Other Boleyn Girl) που υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι το βιβλίο της Μίτσελ «προώθησε αποτελεσματικά τη ρατσιστική άποψη των γαιοκτημόνων για την ιστορία του Νότου».
Η Γκρέγκορι προσθέτει ότι το βιβλίο «υπερασπίζεται τον ρατσισμό» και «ωραιοποιεί και κηρύττει τη λευκή υπεροχή», καθώς και ότι «μας λέει, απερίφραστα, ότι οι Αφρικανοί δεν ανήκουν στο ίδιο είδος με τους λευκούς». Η συγγραφέας αναφέρει στη συνέχεια: «Αυτό είναι το ψέμα που χαλάει το μυθιστόρημα».
Σώτη Τριανταφύλλου – Χρήστος Χωμενίδης
Το cancel culture στο ελληνικό διαδίκτυο κατά της Σώτης Τριανταφύλλου και του Χρήστου Χωμενίδη πήρε μεγάλες διαστάσεις εξαιτίας των πολιτικών τους πεποιθήσεων και του τρόπου με τον οποίο εξέφραζαν και εκφράζουν τις απόψεις τους.
Λένα Διβάνη
Η συγγραφέας και ιστορικός προκάλεσε κύματα αποδοκιμασίας και ακύρωσης στο πρόσωπό της όταν το 2013 αποκάλεσε «τζαμπατζή», τον 18χρονο που σκοτώθηκε στο τρόλεϊ, κατά τη διάρκεια ελέγχου. «Συμπέρασμα: οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό.» έγραψε στο επίμαχο τουίτ.
Δέκα χρόνια μετά μιλώντας στην επομπή «Στούντιο 4» της ΕΡΤ σχετικά με την κουλτούρα της ακύρωσης, σημείωσε: «Αποδείχθηκε ότι το μόνο λάθος που έκανα ήταν ότι δεν ήξερα από τι πέθανε. Ο,τι έγραψα, το ξανάγραφα και τώρα και αποδείχθηκε ότι ήταν κατασκευασμένο. Επιστημονικά, μιλώντας, νομίζω ότι ο κόσμος παγκοσμίως αισθάνεται αδύναμος, περιθωριοποιημένος και ότι δεν καταλαβαίνει τι γίνεται. Βρήκε την εύκολη δίοδο (σ.σ. μέσα από αυτήν την κουλτούρα), αλλά αυτή η κουλτούρα δεν έχει αποτέλεσμα».