Καθώς το 9ήμερο φεστιβάλ EuroPride στη Θεσσαλονίκη σηκώνει αυλαία και θέτει την πόλη στο κέντρο ενός πολύχρωμου, υπέροχου κόσμου, το «Κήτος» άρει την ζυγαριά του και βάζει πλώρη για μία και μόνη εμφάνιση στη συμπρωτεύουσα. Έπειτα από έναν πολύ επιτυχημένο κύκλο παραστάσεων στην Αθήνα, ο Ευάγγελος Βογιατζής φέρνει το μέχρι πρόσφατα ανέκδοτο έργο του πρόωρα χαμένου Βαγγέλη Ρωμνιού στον «Κήπο των Εποχών», στα πλαίσια της σημαντικότερης ετήσιας εκδήλωσης της Ευρώπης για την ορατότητα και την αποδοχή, που πραγματοποιείται από το 1992.

Αξίζει να σημειωθεί πως είναι η πρώτη φορά που ο θεσμός του EuroPride φιλοξενείται στην Ελλάδα. Αυτόν τον Ιούνη, η Θεσσαλονίκη γίνεται ο απόλυτος προορισμός για χιλιάδες ανθρώπους – μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και μη – από κάθε γωνιά της Ευρώπης που οραματίζονται έναν κόσμο χωρίς αποκλεισμούς· έναν κόσμο που θα γιορτάζει τη διαφορετικότητα και στηρίζει κάθε προσπάθεια για δικαιοσύνη και ισότητα.

Η πόλη της Θεσσαλονίκης και το σύνολο των τοπικών φορέων ενώνουν τις δυνάμεις τους για μια μοναδική, ζωντανή, ασφαλή και συμπεριληπτική γιορτή για κάθε άνθρωπο. Μεταξύ πολλών άλλων, το πρόγραμμα περιλαμβάνει συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις, εκθέσεις τέχνης, screenings, performances, ομιλίες, ξεναγήσεις και ένα τριήμερο Συνέδριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Στον ευρύ διάλογο που ανοίγει το πλούσιο αυτό πρόγραμμα εκδηλώσεων, το «Κήτος» έρχεται να προσθέσει την παχυσαρκία που, αν και εκ βάθρων διαφορετική ως προς τη φύση της με τις ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητες, φέρει σημαντικές ομοιότητες ως προς τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή από την κοινωνία και τις διακρίσεις που υφίσταται.

«Η πρόταση ήρθε πριν ακόμα κάνουμε πρεμιέρα εδώ στην Αθήνα» λέει μιλώντας στο ΒΗΜΑ ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της παράστασης Ευάγγελος Βογιατζής. Φυσικά, η απάντησή του ήταν θετική. Ακριβώς όπως και η διάθεσή του καθ’ όλη τη διάρκεια της τηλεφωνικής μας συνομιλίας. Ο Ευάγγελος δεν είναι άνθρωπος που κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του. «Δεν μπορώ άλλωστε» αυτοσαρκάζεται και γελά δυνατά. Το χιούμορ του είναι εφοπλιστικό, η ειλικρίνειά του αδιάλλακτη, η γενναιοδωρία του πηγαία και μεταδοτική.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

Ευάγγελε, τι αφηγείται το «Κήτος»;

Αφηγείται τη ζωή ενός παχύσαρκου ανθρώπου στον σύγχρονο δυτικό κόσμο. Αλλά το κάνει με χιούμορ, με έντονη διάθεση για αυτοσαρκασμό και μέσα από την βαθιά πνευματική οξυδέρκεια που χαρακτήριζε τον Βαγγέλη Ρωμνιό, τον συγγραφέα του. Παρουσιάζει γεγονότα της ζωής του, περιγράφει την ατέρμονη προσπάθειά του να χάσει κιλά. Στο έργο, το πρώτο επίπεδο είναι η παχυσαρκία και το σώμα. Αλλά, σε ένα βαθύτερο επίπεδο, το κήτος για το οποίο κάνει λόγο είναι οτιδήποτε φωλιάζει μέσα στην ψυχή ενός ανθρώπου και τον κρατά πίσω, τον εμποδίζει να αισθανθεί λίγο καλύτερα με τον εαυτό του, τον αποτρέπει από την πραγμάτωση των ονείρων του.

Πώς έφτασε στα χέρια τα δικά σου το αυτό έργο του Βαγγέλη Ρωμνιού;

Κάποια στιγμή, το 2019 κι ενώ βρισκόμουν σε πρόβες για το «Πεθαίνω σαν χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη, σε ένα διάλειμμα, ο συνάδελφος Γιάννης Χαρμπάτσης μου λέει «Αχ βρε Βαγγέλη, πιστεύω ότι υπάρχει ένα έργο που σου πηγαίνει πολύ». Και όντως, όταν μου το έφερε, κατάλαβα τι εννοούσε.

Γιατί προφανώς ο ήρωας του έργου είναι ένας χοντρός άντρας – θεωρώ δεν υπάρχει λόγος να μην χρησιμοποιούμε τη λέξη χοντρός απλά και μόνο επειδή η κοινωνία της έχει αποδώσει αρνητική χροιά – στον οποίο εντόπισα πολλά κοινά στοιχεία με τον εαυτό μου. Όπως είναι, για παράδειγμα, το χιούμορ που χρησιμοποιούμε ως άμυνα εμείς οι παχουλοκομψοί. Και, βέβαια, στο ότι, ακριβώς όπως συμβαίνει στο έργο με τον ήρωα, έτσι και εμένα, τα κιλά μου, το παρουσιαστικό μου για χρόνια με απέτρεπαν από το να κυνηγήσω τα θέλω μου, τα όνειρά μου. Οπότε, κατάλαβα πολύ καλά τι εννοούσε ο Γιάννης όταν μου έδωσε το κείμενο.

Το οποίο ήταν όμως ακόμα ανέκδοτο.

Ναι. Ήταν απλώς ένα πρώτο draft, το οποίο είχε εμπιστευθεί στον Γιάννη (σ.σ. Χαρμπάτση) ο ίδιος ο Βαγγέλης ο Ρωμνιός, καθώς οι δύο τους ήταν πολύ φίλοι. Αυτό μου έφερε ο Γιάννης. Όταν εγώ αποφάσισα να το ανεβάσω, επικοινώνησα με την οικογένεια του Βαγγέλη κι εκείνοι μου έδωσαν ένα ακόμα πιο πρόσφατο draft.

Ήταν ένα έργο που ο Βαγγέλης το δούλευε χρόνια. Δυστυχώς, όμως, το 2018, έφυγε από τη ζωή και δεν πρόλαβε να το εκδόσει ή να το δει επί σκηνής. Πλέον, με αφορμή την παράσταση, έχει εκδοθεί και στο βιβλίο περιλαμβάνονται και τα δύο αρχεία που άφησε ο Βαγγέλης πίσω του.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

Εσύ με τον Βαγγέλη Ρωμνιό έτυχε ποτέ να γνωριστείτε;

Είχε τύχει να βρεθούμε σε εκδηλώσεις καλλιτεχνικού περιεχομένου, αλλά δεν έτυχε να γνωριστούμε ποτέ προσωπικά. Απλά τον θυμάμαι γιατί ήμασταν οι δυο πιο χοντροί μέσα στο πλήθος. Ξέρεις, όταν ξεχωρίζει κανείς μέσα σε ένα πλήθος, είτε γιατί είναι πολύ ψηλός είτε πολύ κοντός, όταν βρίσκει κάποιον με τον οποίο μέσα σε εισαγωγικά μπορεί να συνομιλήσει, είναι κάτι.

Ανεβάζεις λοιπόν το έργο. Τι ήταν εκείνο που σε ενδιέφερε περισσότερο να συμβεί; Ποιος ήταν ο στόχος;

Πέραν του να υπάρξει μια αξιοπρεπής παράσταση, εκείνο που με ενδιέφερε σε τεράστιο βαθμό – και που ευτυχώς συνέβη – ήταν να μπορέσουν οι πιο γεμάτοι, οι παχύσαρκοι, οι χοντροί, οι άνθρωποι που αισθάνονται πιο παχουλοί απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα να δουν ένα μέρος του εαυτού τους σε αυτόν τον ήρωα, να δουν την προσπάθειά τους σε αυτόν τον αγώνα.

Γιατί υπάρχουν αμέτρητες περιπτώσεις που εγκλωβίζονται μέσα στην παχυσαρκία και στον τρόπο που τους αντιμετωπίζει η κοινωνία. Δεν γίνεται όμως πια ένας άνθρωπος να ντρέπεται να πάει σε μια παραλία που έχει κόσμο επειδή το σώμα του είναι διαφορετικό. Το σώμα δεν είναι ντροπή. Ντροπή είναι να φοβάται κανείς ότι θα τον αποκαλέσουν κήτος, φάλαινα. Πρέπει, επιτέλους, να υπάρξει ορατότητα και αποδοχή.

Πολλοί άνθρωποι μετά την παράσταση έχουν έρθει να μου πουν πως είδαν τον εαυτό τους εκεί πάνω. Μου έχουν πει: «Ξέρεις, παλεύω με αυτό χρόνια. Είναι κάτι που επικοινωνείται επιτέλους. Ένα πρόβλημα το οποίο παρουσιάζεται στο θέατρο». Αισθάνονται ορατοί.

Άρα, αυτή η παράσταση αποτελεί και ένα σχόλιο στο θεατρικό γίγνεσθαι;

Φυσικά. Είναι ένα σχόλιο σε σχέση με τους χοντρούς ηθοποιούς τους οποίους δεν βλέπουμε τόσο συχνά σε παραγωγές γιατί τα πρότυπα ομορφιάς δεν είναι αυτά. Οι χοντροί ηθοποιοί – άντρες, γυναίκες ή άλλο – δεν προτιμώνται. Προφανώς, σέβομαι πάντα το όποιο σκηνοθετικό όραμα, αντιλαμβάνομαι ότι ένα παχύσαρκο σώμα ενδεχομένως να μην μπορεί να ανταποκριθεί σε κάποιες απαιτήσεις, σε μια παράσταση χοροθέατρου για παράδειγμα. Εννοείται, δεν το συζητώ. Αλλά το θέμα είναι ότι γενικά δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε χοντρούς ηθοποιούς στο θέατρο.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

Και για πολλά χρόνια δεν παρατηρούσαμε και την απουσία τους.

Ακριβώς. Επιπλέον, στους χοντρούς ηθοποιούς σχεδόν πάντα δίνονται πολύ συγκεκριμένοι χαρακτήρες: κάπως λίγο αγαθοί που προκαλούν γέλιο, που αποτελούν την εύθυμη νότα της παράστασης. Είναι κάτι που το έχουμε συνηθίσει κι από τον ελληνικό κινηματογράφο αλλά και από τον ξένο.

Αυτό είναι κάτι που ευτυχώς δείχνει να αλλάζει τώρα. Το βλέπουμε και εκ των πραγμάτων και με τη «Φάλαινα» του Αρονόφσκι και με το «Baby Reindeer». Βλέπουμε πλέον χαρακτήρες που φέρουν, όπως κι οι υπόλοιποι, πολλές πτυχές, όχι μόνο κάποια παραπάνω κιλά.

Βέβαια, είμαστε μακριά ακόμα από το να αρχίσουμε να βλέπουμε χοντρούς ηθοποιούς σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Είχε αναφέρει κάποια στιγμή σε μια συνέντευξή του ο Πάνος Παπαδόπουλος ότι θα ήθελε να δει «έναν ευτραφή, γοητευτικό Ρωμαίο». Άλλωστε, ο Σαίξπηρ δεν μας λέει πουθενά ότι ο Ρωμαίος ήταν 50 κιλά.

Όλα αυτά που συζητάμε – το κοινωνικό στίγμα, οι προκαταλήψεις στο χώρο εργασίας, ο κοινωνικός αποκλεισμός, τα αρνητικά στερεότυπα που διαιωνίζονται – είναι ζητήματα για τα οποία παλεύει εδώ και χρόνια και η παγκόσμια ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.

Έτσι είναι. Δυστυχώς, για πολλά χρόνια και η κοινότητα ζούσε στη σκιά και στο φόβο. Ευτυχώς σε πολύ μεγάλο βαθμό, αν και βέβαια ακόμα έχουμε πολύ δρόμο, αυτό έχει κάπως αρχίσει να αλλάζει. Με αγώνες, με τα Pride, με αποδοχή στη διαφορετικότητα, πλέον ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας έχει αρχίσει να αποδέχεται ότι δεν μπορούν τα πάντα γύρω τους να συγκλίνουν με τα προσωπικά τους γούστα.

Έχουμε δρόμο ακόμα. Υπάρχουν πολλές κλειστές κοινωνίες και σήμερα. Η επαρχία είναι πάντα πιο σκληρή, έχει άλλα πρότυπα. Το στίγμα τόσο της παχυσαρκίας όσο και των ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτοτήτων παραμένει, καταβάλλονται προσπάθειες για να βρούμε αποδοχή.

Επιστρέφω στο ζήτημα της παχυσαρκίας. Ζούμε στην εποχή του Ozempic και, ταυτόχρονα, των κοινωνικών δικτύων, που από τη μία φέρνουν μεγαλύτερη ορατότητα κι από την άλλη κάποια ακόμα πιο ακραία πρότυπα ομορφιάς. Μήπως διογκώνεται ολοένα όλη αυτή η βιομηχανία του πάχους; Κι αν ναι, παρέχει όντως λύσεις;

Μιλάμε πράγματι για μια βιομηχανία και, μάλιστα, τεράστια που στηρίζεται στην παχυσαρκία και περιλαμβάνει ινστιτούτα αδυνατίσματος, ειδικές δίαιτες, βιβλία, χάπια, συμπληρώματα, υποκατάστατα γευμάτων, προϊόντα καύσης λίπους, είδη άσκησης, χειρουργικές επεμβάσεις. Κάποια εξ αυτών, φυσικά, καλώς κάνουν και υπάρχουν. Αλλά τα περισσότερα αποτελούν απλώς εύκολες λύσεις. Γιατί το πρόβλημα είναι βαθύτερο.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

Οπότε η αντιμετώπιση της χρήζει μιας από μέσα προς τα έξω προσέγγισης;

Ακριβώς. Είναι σημαντικό να εντοπίσεις την πηγή της. Τι είναι αυτό που σε κάνει να θες διαρκώς να γεμίσεις ένα κενό; Το όποιο κενό. Γιατί ουσιαστικά σε αυτό έγκειται η παχυσαρκία: στην ανάγκη να γεμίσει ένα κενό. Κανείς δεν είναι περήφανος γι’ αυτό, εμού συμπεριλαμβανομένου.  Μου αρέσει στο φαγητό, μου αρέσουν τα γλυκά, εννοείται. Αλλά κάτι άλλο κρύβεται, κάτι άλλο συμβαίνει και τρώω παραπάνω. Κάτι το οποίο κι εγώ το δουλεύω και προσπαθώ να ζήσω με αυτό στον βαθμό που δεν επηρεάζεται η υγεία μου σοβαρά.

Προφανώς δεν παροτρύνουμε κανέναν να πάρει κιλά. Κανείς δεν λέει σε κανέναν να φάει δίχως αύριο. Και εννοείται πως οι παχύσαρκοι άνθρωποι πρέπει να κάνουν τις απαιτούμενες εξετάσεις ακόμα πιο συχνά. Να προσέχουν. Πάνω και πρώτα από όλα είναι η υγεία. Αλλά η υγεία η σωματική και η ψυχική.

Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη και δεύτερη παγκοσμίως μετά την Αμερική σε παιδική παχυσαρκία. Όμως, η διαφορά μας η μεγάλη με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ότι έχουμε θεωρητικά μία από τις καλύτερες διατροφές του πλανήτη. Η μεσογειακή διατροφή θεωρείται η ιδανικότερη. Και παρόλα αυτά, η Ελλάδα κατέχει αυτή τη θέση. Αυτό κάτι σημαίνει.

Εννοείς ότι δείχνει κάτι για την κουλτούρα μας απέναντι στο φαγητό;

Ακριβώς. Αναφέρεται κάποια στιγμή στο «Κήτος», το οποίο σε έναν βαθμό είναι αυτοαναφορικό, ότι η γιαγιά του ήρωα, η οποία είχε περάσει Κατοχή, τάιζε τον ήρωα σαν να μην υπάρχει αύριο. Είναι κάτι που λογικά πια, το 2024, δεν θα έπρεπε να συνεχίζει να συμβαίνει.

Είναι σαν να διαιωνίζεται ένα συλλογικό τραύμα, να περνά από γενιά σε γενιά και τελικά να καταλήγει να γίνεται ατομικό τραύμα.

Ναι, γιατί, αν το σκεφτείς, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Και κάποιος ο οποίος τρώει πολύ και κάποιος ο οποίος ταΐζει πολύ κάποιον άλλον γεμίζουν κενά και οι δύο. Δεν γεμίζει μόνο ο παθών. Κάποιο κενό καλύπτει και ο άλλος.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

Στην παράσταση, τη μουσική υπογράφει ο Σταμάτης Κραουνάκης και την κίνηση ο Φωκάς Ευαγγελινός. Πώς προέκυψαν αυτές οι δύο συνεργασίες;

Με τον Φωκά είχαμε συνεργαστεί και στο παρελθόν, οπότε, όταν του είπα πως θέλω τη βοήθειά του, μου είπε αμέσως ναι. Και μάλιστα εν μέσω Ολυμπιακή Φλόγας, εν μέσω εξετάσεων στο Εθνικό και στη σχολή του και ενός σωρό άλλων πρότζεκτ στα οποία έτρεχε ταυτόχρονα. Είναι πολυσχιδής και πολυπράγμων ο Φωκάς. Πραγματικά μέσα στη μέρα μπορεί να βρεθεί σε δεκάδες διαφορετικές πρόβες και είναι πάντοτε τόσο δοτικός.

Τον Σταμάτη, από την άλλη, τον γνώριζα όπως όλοι μας: ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο σπουδαίος αυτός μουσικός καλλιτέχνης. Παρακολουθώντας τον λοιπόν από συνεντεύξεις και από τις σελίδες του στα κοινωνικά δίκτυα, θεωρούσα εξαρχής ότι ήταν ο καταλληλότερος. Κι αποδείχθηκε πως είχα δίκιο σε αυτή μου την κρίση.

Από την πρώτη κιόλας επικοινωνία, ήταν ευγενέστατος, πολύ συμπαθής, πολύ ανοιχτός. «Στείλε μου να δω τι σκέφτεσαι» μου είχε πει. Όταν, λοιπόν, του έστειλα το κείμενο, σχεδόν αυτόματα με είχε ρωτήσει: «Γιατί θες να το κάνω εγώ; Επειδή είμαι κι εγώ κήτος;» με την αίσθηση αυτή του χιούμορ που δείχνει έναν εντελώς ακομπλεξάριστο άνθρωπο. Σου λέει κάτι τέτοιο ένας άνθρωπος και λες, εντάξει, εδώ είμαστε.

Το κοινό της Θεσσαλονίκης σε προβληματίζει καθόλου; Γιατί, δυστυχώς, γίναμε μάρτυρες πολύ πρόσφατα τρανσφοβικών επιθέσεων στην πλατεία Αριστοτέλους και τις τελευταίες μέρες ομοφοβικές διαμαρτυρίες και κατά του EuroPride.

Δεν μπορώ να πω ότι με προβληματίζεi. Bέβαια τα σχετικά πρόσφατα περιστατικά στην πλατεία Αριστοτέλους ήταν πραγματικά θλιβερά. Αυτός ο όχλος είναι πραγματικά θλιβερός. Νομίζω ότι ίσως κάνει καλό το EuroPride.

Φωτ.: Φάνης Παυλόπουλος

INFO

Κείμενο : Βαγγέλης Ρωμνιός

Σκηνοθεσία-Ερμηνεία : Ευάγγελος Βογιατζής

Στίχοι-Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης

Κίνηση: Φωκάς Ευαγγελινός

Σκηνικό – Κοστούμια : Χριστίνα Κωστέα

Video Art : Xsquare Design Lab

Φωτισμοί : Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου

Sound Design : Αντωνία Βλάχου

Voiceover recording / editing : Ηλίας Χατζόγλου.

Κατασκευή κοστουμιών: Χάρης Σουλιώτης

Συνεργάτις Σκηνοθέτις: Κατερίνα Αγγελίτσα

Δραματουργική επεξεργασία κειμένου : Σπύρος Μπέτσης

Φωτογραφίες : Φάνης Παυλόπουλος

Σχεδιασμός αφίσας : Δημήτρης Κάσδαγλης

Διεύθυνση παραγωγής : Κωνσταντίνα Αγγελέτου

Οργάνωση παραγωγής : Ξένια Καλαντζή

Παραγωγή : Πολιτιστικός Οργανισμός «Λυκόφως» – Γ. Λυκιαρδόπουλος

Το «Κήτος» ανεβαίνει στον «Κήπο των Εποχών» στις 24 Ιουνίου στις 21:30. Η είσοδος είναι δωρεάν και μπορείτε να κάνετε κράτηση θέσεων εδώ.

Το EuroPride πραγματοποιείται στην πόλη της Θεσσαλονίκης από τις 21 έως τις 29 Ιουνίου. Μπορείτε να ενημερωθείτε για το πρόγραμμα εδώ