Άρτι αφιχθείσα από την Αγγλία – όπου την προηγούμενη σεζόν θριάμβευσε τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο έχοντας οδηγήσει την ομάδα της, τις Λόντον Λάιονς, στην κορυφή του γυναικείου EuroCup και έχοντας η ίδια κατακτήσει τον τίτλο της «Προπονήτριας της Χρονιάς» – η Στέλλα Καλτσίδου διηγείται στο ΒΗΜΑ γνωστές και άγνωστες ιστορίες με θέμα τη μεγάλη της αγάπη, το μπάσκετ. Μιλώντας σε πρώτο ενικό από τον σχεδόν εξωτικό, για τα αστικά δεδομένα της πόλης, περιβάλλοντα χώρο του ΣΕΦ, η 41χρονη προπονήτρια αναφέρεται στα πρώτα της βήματα κάτω από τις μπασκέτες της Θεσσαλονίκης όπου μεγάλωσε, στον εθνικό θρίαμβο του ’87 που μετέτρεψε σε μια νύχτα τους Έλληνες και τις Ελληνίδες σε λάτρεις του μπάσκετ και στις κατακτήσεις της γυναικείας καλαθοσφαίρισης που φέρουν και τη δική της υπογραφή, με ύψιστη στιγμή την 4η θέση στο Eurobasket του 2017 στην Τσεχία που ήταν και η καλύτερη στην ιστορία του αθλήματος – με την ίδια να τερματίζει πλέον τρίτη καλύτερη σκόρερ με 1639 πόντους, μετά την Πόλυ Σαρέγκου, την πρώτη Ελληνίδα μπασκετμπολίστρια που ξεπέρασε το φράγμα των 2.000 πόντων με το εθνόσημο και με πρώτη την Εβίνα Μάλτση, τη συμπαίκτριά της που έχει αναδειχθεί κορυφαία Ελληνίδα παίκτρια όλων των εποχών.

Ως η πρώτη Ελληνίδα προπονήτρια που κατόρθωσε να κατακτήσει ευρωπαϊκό τίτλο στο μπάσκετ, η Στέλλα Καλτσίδου μοιράζεται συνταγές επιτυχίας και αποτυχίας όσον αφορά την τέχνη της προπονητικής και αποκαλύπτει τις πηγές της δικής της έμπνευσης που φτάνουν ως και τον Φιλ Τζάκσον της θρυλικής εποχής των Σικάγο Μπουλς. Από τις επισημάνσεις της δεν θα μπορούσε, φυσικά, να απουσιάζει το φετινό Final Four στο Βερολίνο που είχε έντονο άρωμα Ελλάδας, η προσπάθεια της Εθνικής Ανδρών που μόλις ξεκίνησε στο ΣΕΦ ενόψει Προολυμπιακού Τουρνουά υπό την καθοδήγηση του Βασίλη Σπανούλη, και τα πολύτιμα διδάγματα που επιφυλάσσει το μπάσκετ σε όποιον ή όποια αποφασίσει να μυηθεί στο μαγικό του κόσμο. Έως ότου διαλέξει ομάδα για τη νέα σεζόν με μοναδικό κριτήριο να της δίνει δυνατό κίνητρο, η ίδια, στο μεταξύ, απαντά και στο αιώνιο ερώτημα που βασανίζει την μπασκετική ανθρωπότητα για το αν ένας προπονητής είναι καλύτερος αν έχει υπάρξει και ο ίδιος μπασκετμπολίστας ενώ, κάτα κάποιον τρόπο, μας αποκαλύπτει και πότε πιστεύει ότι μπορεί να επέλθει ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών στο μπάσκετ και γενικότερα στον χώρο της επαγγελματικής άθλησης.

*Ένα παιχνίδι που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι ο τελικός του 1987. Και ο λόγος που δεν θα το ξεχάσω είναι γιατί ήμουν τεσσάρων χρονών και εκείνη την ημέρα, εκείνη την ώρα, λίγο πριν από το παιχνίδι, εγώ χάθηκα. Με είχε στείλει έξω η μαμά μου να ψωνίσω κάτι από το ψιλικατζίδικο που ήταν κάτω από το σπίτι μας, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, αλλά επειδή ήταν κλειστό, αποφάσισα να ψάξω πιο πέρα και στον δρόμο χάθηκα. Οι γονείς μου πρέπει να έχασαν δέκα χρόνια από τη ζωή τους. Πρέπει να ήμουν εκτός σπιτιού δύο με τρεις ώρες γιατί αυτό έγινε λίγο πριν το παιχνίδι και με βρήκαν αμέσως μετά. Ευτυχώς κάποιοι άνθρωποι με είδαν που έκλαιγα, τους είπα το όνομα του πατέρα μου, το βρήκαν στον κατάλογο, τον πήραν τηλέφωνο και ήρθε να με πάρει. Θυμάμαι να γίνεται στον δρόμo ο χαμός, κόσμος να τραγουδά τον εθνικό ύμνο και να φωνάζει συνθήματα και εγώ να ψάχνω να βρω τους δικούς μου.

*Ο Γκάλης και όλοι οι υπόλοιποι εκείνης της εποχής είναι από τους κύριους λόγους που το μπάσκετ μπήκε τόσο δυνατά στις καρδιές όλων μας και ασχοληθήκαμε όλοι οι Έλληνες με αυτό. Εκείνοι ήταν που έφεραν το μπάσκετ στη ζωή μας.

*Όταν ήμουν μικρή, ήμουν πολύ δραστήριο παιδάκι. Μου άρεσε οτιδήποτε υπήρχε σε άθλημα. Έπαιζα ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϊ. Μέχρι που, κάποια στιγμή, με είδε κάποιος που έπαιζα απέναντι από το σπίτι και ήρθε και με ρώτησε αν θέλω να παίξω σε ομάδα. Εγώ είπα «θέλω» και αυτό ήταν.

*Το μπάσκετ ως επαγγελματική ενασχόληση ήρθε όταν πλέον άρχισαν να συνειδητοποιούν κάποιοι γύρω μου ότι είμαι ένα παιδί που έχει ταλέντο και δυνατότητες.

«Δεν έχει υπάρξει αθλητής που να μην έχει πάρει λάθος απόφαση αλλά έτσι δημιουργείται η εξέλιξη».

*Επιθετικά το δυνατό μου στοιχείο ήταν ότι μπορούσα να διαβάσω το παιχνίδι. Μπορούσα να απειλήσω με διαφορετικούς τρόπους. Να σκοράρω με σουτ απ’ έξω, μετά από τρίπλα, να παίξω “pick and roll”, να ποστάρω, να δημιουργήσω για τις συμπαίκτριες μου. Το πιο δυνατό μου στοιχείο ήταν αυτό, ότι μπορούσα να διαβάσω το παιχνίδι και να βοηθήσω την ομάδα μου να κάνουμε σωστές επιλογές.

*Δεν έχει υπάρξει αθλητής που να μην έχει πάρει λάθος απόφαση αλλά έτσι δημιουργείται η εξέλιξη.

*Η ιδέα να γίνω προπονήτρια μού μπήκε στο μυαλό λίγο πριν σταματήσω. Πριν, αν με ρωτούσε κανείς, θα έλεγα «απαπά, με τίποτα».

*Στο γυναικείο μπάσκετ, η δική μου γενιά βίωσε σίγουρα μια αδιαφορία. Ήμασταν πάντα λίγο στο περιθώριο, δεν ήμασταν ποτέ η προτεραιότητα ή ποτέ δεν μας αντιμετώπισαν με τον ίδιο τρόπο. Νομίζω πως όταν φτάσαμε με την Εθνική Ομάδα στο Πανευρωπαϊκό του 2017 να παλεύουμε για μετάλλιο, τότε συνειδητοποίησαν ότι αξίζουμε να ασχοληθούν μαζί μας. Και πάλι όμως, μετά από λίγους μήνες, όλο αυτό εξαφανίστηκε.

*Κίνητρο δυνατό μπορεί να σου δώσει και το να σε αμφισβητεί κάποιος και το να σε πιστεύει. Όταν έχεις κάποιον που σε αμφισβητεί, αυτόματα σε πεισμώνει και σε κάνει να θες να τον διαψεύσεις ακόμα περισσότερο. Θεωρώ όμως ότι και όταν κάποιος σε πιστεύει πολύ, σε βοηθά να δουλέψεις ακόμα περισσότερο για να εξελιχθείς.

*Από τους θρύλους του NBA, ξεχωρίζω τον Μάικλ Τζόρντον και τον Κόμπε Μπράιαντ. Για μένα, αυτοί οι δύο ήταν οι καλύτεροι όλων.

*Προπονητικά, μια μπασκετική φιγούρα που με έχει βοηθήσει και μου άρεσε πάρα πολύ είναι ο Τζώρτζης Δικαιουλάκος. Είναι ο μέντοράς μου. Με έχει στηρίξει πολύ με συμβουλές και με έχει μάθει να διαχειρίζομαι τις δύσκολες καταστάσεις.

*Μου αρέσει πολύ να παρακολουθώ την Ευρωλίγκα των ανδρών. Παρακολουθώ πολύ τον Ομπράντοβιτς, μου αρέσει πάρα πολύ ο Μπαρτζώκας, μου αρέσει ο Γιασικεβίτσιους. Παρακολουθώ ομάδες από το ισπανικό πρωτάθλημα και, γενικά, προσπαθώ από κάτι που βλέπω και θεωρώ ότι ταιριάζει στη δική μου φιλοσοφία, να παίρνω διάφορα και να τα προσαρμόζω.

«Στο γυναικείο μπάσκετ, η δική μου γενιά βίωσε σίγουρα μια αδιαφορία».

*Ως φίλαθλος, έχω χαρεί πάρα πολύ όλες τις μεγάλες στιγμές των εθνικών μας ομάδων. Ως παίκτρια, έχω χαρεί πολύ, επίσης, με την εθνική, όταν κατακτήσαμε την 4η θέση, το 2017, στο Πανευρωπαϊκό. Ήταν η μεγαλύτερη μας στιγμή. Και ως προπονήτρια, φυσικά, ξεχωρίζω την κατάκτηση του EuroCup φέτος.

*Πώς βρέθηκα στην ομάδα των Λόντον Λάιονς; Με πήρε τηλέφωνο ο μάνατζέρ μου και μου μίλησε για αυτήν την ομάδα στο Λονδίνο. Η Αγγλία είναι μεν μια χώρα που δεν είναι γνωστή για το μπάσκετ της αλλά όταν μου ανέφερε το project της ομάδας κι έπειτα μίλησα με την general manager τους και μου εξήγησε κι η ίδια τι ακριβώς θέλουν να κάνουν, ενθουσιάστηκα. Χαίρομαι πολύ που τελικά πήρα την απόφαση και πήγα.

*Το ότι αναδείχθηκα «Προπονήτρια της Χρονιάς» στη Μεγάλη Βρετανία για τη σεζόν 2023 – 2024 ήταν σίγουρα μια αναγνώριση όλης της δουλειάς που κάναμε.  Είναι όμως ένα βραβείο που ανήκει σε όλο το staff, γιατί ό,τι πετύχαμε, δεν το πέτυχα μόνη μου. Μπορεί εγώ να φαίνομαι ως head coach αλλά υπάρχει μια ομάδα από πίσω που δουλεύει σκληρά, οπότε θεωρώ ότι θα έπρεπε να είναι βραβείο «Staff της Xρονιάς». Σίγουρα όμως είναι μεγάλη ικανοποίηση, υπερηφάνεια, δικαίωση και για μένα αλλά και για την general manager της ομάδας, που πίστεψε σε μένα και με υποστήριξε πολύ.

*Δεν θεωρώ ότι πρέπει απαραίτητα ένας προπονητής να έχει υπάρξει παίκτης υψηλού επιπέδου, όπως δεν θεωρώ ότι ένας παίκτης υψηλού επιπέδου μπορεί να γίνει πολύ καλός προπονητής. Αλλά, αν μπορείς να είσαι καλός προπονητής και έχεις υπάρξει και παίκτης υψηλού επιπέδου, τότε έχεις ένα πλεονέκτημα ακριβώς επειδή έχεις υπάρξει στα παπούτσια των αθλητών. Οπότε είναι πιο εύκολο να αντιληφθείς πώς νιώθουν και τι χρειάζονται, γιατί πολύ απλά έχεις βιώσει ήδη αυτά τα συναισθήματα.

*Υποχρέωση κάθε προπονητή είναι να διδάξει τον παίκτη και να τον βοηθήσει να μάθει να παίρνει τις σωστές αποφάσεις. Όταν ένας παίκτης κάνει το ίδιο λάθος πολλές φορές, τότε ίσως είναι θέμα συγκέντρωσης, φόβου, αυτοπεποίθησης, οπότε θα πρέπει να τον προσεγγίσεις λίγο διαφορετικά.

*Ακόμα απέχουμε πάρα πολύ από το να μπούμε στην ίδια ζυγαριά με τον ανδρικό αθλητισμό αλλά σίγουρα έγει γίνει ένα πρώτο βήμα. Δεν νομίζω όμως ότι θα προλάβει η δική μου γενιά να δει τον γυναικείο αθλητισμό να φτάνει στο ίδιο επίπεδο με τον ανδρικό.

*Ήταν πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία για το ελληνικό μπάσκετ ότι είχαμε δύο ομάδες στο φετινό Final Four. Θα ήθελα πάρα πολύ να είχαμε έναν ελληνικό τελικό. Αυτή θα ήταν πραγματικά η μεγαλύτερη στιγμή για το ελληνικό μπάσκετ.

«Κίνητρο δυνατό μπορεί να σου δώσει και το να σε αμφισβητεί κάποιος και το να σε πιστεύει».

*Μια ομάδα που παίζει σε τελικό, δεν επιτρέπεται να παρασυρθεί. Είτε από την αρνητική πλευρά, είτε από τη θετική. Όταν πηγαίνουν καλά τα πράγματα, δεν πρέπει να παρασυρθεί και να ενθουσιαστεί, και όταν πηγαίνουν άσχημα τα πράγματα, δεν πρέπει να απογοητευτεί και να τα παρατήσει.

*Μου αρέσει να αντλώ έμπνευση βλέποντας αθλητικά ντοκιμαντέρ. Το τελευταίο που είδα ήταν της Μάντσεστερ Σίτι, το “Treble”. Μου άρεσαν πολύ και αυτά που τους έλεγε ο προπονητής τους και όλη τους η ιστορία μέσα στη χρονιά.

*Ένα βιβλίο που διάβασα και με επηρέασε ήταν τα «Έντεκα Δαχτυλίδια» του Φιλ Τσάκσον.

*Αυτό που έκανε ο Φιλ Τζάκσον με την ομάδα του τότε ήταν μαγικό. Και αυτό είναι και το στοίχημα κάθε προπονητή, το πώς θα καταφέρει να «δέσει» μεγάλες προσωπικότητες και να τις καθοδηγήσει προς τον ίδιο στόχο.

*Στην προπόνηση δεν είμαι προληπτική αλλά, σίγουρα, έχω τη ρουτίνα μου.

*Υπάρχει σύνδεση μεταξύ της γενιάς του ΄87 και των μετέπειτα γενεών στο μπάσκετ. Υπάρχει το παράδειγμα του Παναγιώτη Γιαννάκη που ήταν παίκτης το ‘87 και στη συνέχεια o προπονητής της εθνικής που κατέκτησε πάλι το Eurobasket το 2005. Όταν έχεις υπάρξει αθλητής σε τόσο υψηλό επίπεδο, το να θέλεις να συνεχίσεις να δίνεις ως προπονητής, που έχει επίσης πάρα πολύ μεγάλη κούραση και προσπάθεια – το βλέπουμε τώρα και με τον Σπανούλη – είναι κάτι που δείχνει ότι αγαπάς πολύ το μπάσκετ. Και δείχνει και κάτι άλλο, ότι έχουμε την ποιότητα ως λαός να παράγουμε και πολύ καλούς παίκτες αλλά και πολύ καλούς προπονητές.

*Το να φοράς τη φανέλα με το εθνόσημο είναι μοναδικό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ολοκλήρωση από το να βρίσκεται ως αθλητής σε μία ξένη χώρα, να ακούς τον Εθνικό Ύμνο και να ξέρεις ότι αυτό το εκπροσωπείς εσύ.

*Όταν ακούω τον Εθνικό Ύμνο, είμαι από αυτούς που τραγουδούν και ανατριχιάζουν. Θέλω να κλάψω. Νιώθω σαν το παγώνι από περηφάνια. Όπου και να τον ακούσω, και στο σπίτι να είμαι και να παρακολουθούμε Ευρωμπάσκετ, θα σηκωθώ όρθια και θα τραγουδήσω τον Εθνικό Ύμνο.

*Το γεγονός ότι το μπάσκετ προκαλεί τόσο έντονα συναισθήματα έχει να κάνει με τον τρόπο που το βιώνουμε ως λαός. Αλλά είναι και στο DNA μας. Οι Έλληνες τα κάνουμε όλα στα άκρα. Ή θα χαρούμε στα άκρα ή θα λυπηθούμε στα άκρα.

*Όταν είμαι εκτός Ελλάδας, παρακολουθώ πάντα ελληνική τηλεόραση. Και προσπαθώ, όπου πάω, να βρίσκω ελληνικό καφέ.

«Το να φοράς τη φανέλα με το εθνόσημο είναι μοναδικό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ολοκλήρωση από το να βρίσκεται ως αθλητής σε μία ξένη χώρα, να ακούς τον Εθνικό Ύμνο και να ξέρεις ότι αυτό το εκπροσωπείς εσύ».

*Του χρόνου, δυστυχώς, ο οργανισμός λόγω οικονομικών προβλημάτων, θα αποσύρει την ομάδα Λόντον Λάιονς από την Ευρώπη. Έχω αποφασίσει να βρω μια ομάδα που να έχει έναν υψηλό στόχο, ένα δυνατό κίνητρο.

*Η συμβουλή που θα έδινα σε κάποιο παιδί που θέλει να ασχοληθεί με το μπάσκετ  είναι να το κυνηγήσει και να μην τα παρατήσει ποτέ, ασχέτως με το τι θα του πει ο οποιοσδήποτε. Επίσης, θα του έλεγα να είναι πολύ ταπεινό γιατί στην εποχή μας τα παιδιά παρασύρονται είτε από κάποιον που μπορεί να τους πει «δεν είσαι καλός», είτε από κάποιον που θα τους πει «είσαι ο επόμενος Τζόρνταν» και θα τα καταστρέψει.

*Το μπάσκετ είναι ένα άθλημα που σου μαθαίνει να συνεργάζεσαι. Μαθαίνεις αρχές, μαθαίνεις να είσαι μέλος μιας κοινωνικής ομάδας. Και για μένα αυτά είναι τα μεγαλύτερα κέρδη που μπορείς να έχεις από την αθλητισμό, ότι εξελίσσεσαι ως προσωπικότητα.

*Είναι ευλογία για έναν αθλητή να μπορεί να παίζει μπάσκετ επαγγελματικά γιατί κερδίζει πράγματα που άλλοι δεν έχουν τη δυνατότητα να πετύχουν μέσω άλλων επαγγελμάτων. Είναι μεγάλη ευλογία να είσαι επαγγελματίας αθλητής γενικά.

Photo Credit: Άρης Οικονόμου