Τον Όστιν Μπάτλερ δεν τον ενδιέφερε ποτέ η φήμη αυτή καθαυτή. Εκείνο που πάντα ήθελε ήταν να μπορεί να δουλεύει με σπουδαίους καλλιτέχνες και να λέει τις ιστορίες που πάντα ήθελε να πει. Και τα κατάφερε.

Οι τελευταίοι περίπου δεκαοκτώ μήνες ήταν κάτι παραπάνω από εξωπραγματικοί για τον ηθοποιό, που έγινε ευρύτερα γνωστός ενσαρκώνοντας τον Έλβις Πρίσλεϊ πριν από δύο χρόνια. Μετά από εκείνη την ερμηνεία βρέθηκε υποψήφιος για μερικά από τα σημαντικότερα βραβεία – Όσκαρ, Χρυσές Σφαίρες, Bafta.  Ακολούθησαν συνεντεύξεις, podcasts, δεξιώσεις, κόκκινα χαλιά, φωτογραφίσεις και, φυσικά, μια βροχή από προτάσεις για νέες ταινίες, όπως το σίκουελ του «Dune» και «Οι Μηχανόβιοι» του Τζεφ Νίκολς που κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους την Πέμπτη 20 Ιουνίου.

Προς Θεού όμως, τίποτα δεν έγινε εν μια νυκτί. Ο Μπάτλερ ετοιμαζόταν χρόνια για έναν ρόλο που θα τον εκτόξευε στην κορυφή της λίστας κάθε διευθυντή κάστινγκ, για τη στιγμή που θα κληθεί να υποδυθεί κάποιον σαν τον Βασιλιά. Αναζητούσε διαρκώς ευκαιρίες για να ακονίσει τα ερμηνευτικά του εργαλεία, να πλουτίσει τις αναφορές του. Χωρίς ποτέ να βιάζεται να αγγίξει κορυφή.

Ένα ντροπαλό παιδί χωρίς διασυνδέσεις αλλά τεράστια αγάπη για το σινεμά

Ο Όστιν Μπάτλερ μεγάλωσε σε ένα μικρό σπίτι σε έναν ήσυχο δρόμο στο Άναχαϊμ της Καλιφόρνια. Ήταν από μικρό παιδί σπιτόγατος και ολίγον τι μοναχικός. Προτιμούσε πάντοτε να παίζει κιθάρα ή πιάνο μόνος του, να κάνει σκέιτμπορντ σε μια αυτοσχέδια ράμπα στην πίσω αυλή του σπιτιού του και να βλέπει ταινίες με τον Τζέιμς Ντην και τον Μάρλον Μπράντο, παρά να κάνει παρέα με συνομηλίκους του.

Οι γονείς του δεν είχαν καμία σχέση με τον χώρο του θεάματος. Δεν ήταν καλλιτέχνες. Η μητέρα του ήταν αισθητικός αλλά κάποια στιγμή κι ενώ ο Όστιν ήταν ακόμα μικρός ξεκίνησε έναν άτυπο, κατ’ οίκον παιδικό σταθμό. Ο πατέρας του ήταν πραγματογνώμονας εμπορικών ακινήτων. Ήταν όμως και φοβερός σινεφίλ. Και το πάθος του αυτό για το σινεμά το μοιράστηκε με τον γιο του ήδη από όταν εκείνος πήγαινε ακόμα δημοτικό.

Κάπου μεταξύ 11 και 12 ετών, ο ντροπαλός και λιγομίλητος Μπάτλερ βλέπει για πρώτη φορά το «Ανατολικά της Εδέμ» του Ελία Καζάν και μια πρωτόγνωρη επιθυμία να γεννιέται μέσα του: να γίνει ηθοποιός. Γίνεται η αγαπημένη του ταινία, την βλέπει τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα για πολύ καιρό.

Ξεκινά να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής. Παράλληλα, βλέπει όσες περισσότερες ταινίες μπορεί – πολλές μάλιστα στο repeat· ταινίες που έχουν αφήσει εποχή, όπως το «Οργισμένο Είδωλο» του Σκορσέζε, το «Μια γυναίκα εξομολογείται» του Κασσαβέτη και το «Pulp Fiction» του Ταραντίνο, το σενάριο της οποίας εκτυπώνει και το μελετά παρέα με τη μητέρα του στο αυτοκίνητο. Οι δύο τους κάνουν τακτικά δρομολόγια μέχρι το Λος Άντζελες προκειμένου ο Μπάτλερ να συμμετάσχει σε όσο το δυνατόν περισσότερες οντισιόν.

Αργά και σταθερά βήματα

Ο Μπάτλερ δεν αργεί να μπει στη βιομηχανία του θεάματος. Αρχίζει να συμμετέχει σε διάφορες εφηβικές κωμικές σειρές του Disney Channel και του Nickelodeon, καθώς και σε εφηβικές σαπουνόπερες στο The CW. Χάνα Μοντάνα. iCarly. Οι μάγοι του Γουέβερλι Πλέις. Παρόλο που η τηλεόραση δείχνει να τον αγαπά όμως, ο Μπάτλερ δεν παύει στιγμή να ονειρεύεται τη μεγάλη οθόνη.

Μεγαλώνοντας, παίρνει την υποκριτική ακόμα πιο σοβαρά. Αναζητά δασκάλους. Ρωτά να μάθει, για παράδειγμα, με ποιον δουλεύει ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ή ο Σαμ Ρόκγουελ. Αρχίζει να αναζητά τρόπους να γίνει καλύτερος, να δουλέψει τη φωνή του.

Το 2012 μετακομίζει στη Νέα Υόρκη, όταν υπογράφει συμβόλαιο για μια νέα σειρά του CW, το «The Carrie Diaries». Το πρίκουελ του «Sex And The City» δηλαδή. Δεν είναι ο ρόλος που πάντα ονειρευόταν, αλλά τον βοηθά να κάνει ένα δυνατό ξεκίνημα ως ενήλικος πια ηθοποιός.

Η μετεγκατάστασή του στην Ανατολική Ακτή τον οδηγεί σε νέα μονοπάτια. Ο Μπάτλερ γνωρίζει για πρώτη φορά τον κόσμο του θεάτρου και μαγεύεται. Ακριβώς όπως είχε συμβεί χρόνια νωρίτερα και με το σινεμά, το Μπρόντγουεϊ τού γίνεται εμμονή. Τις μέρες που δεν έχει γύρισμα, πάει θέατρο.

Από το Μπρόντγουεϊ στα μπλε καστόρινα παπούτσια του Βασιλιά

Λίγα χρόνια και κάποιες δουλειές αργότερα, το 2018, του δίνεται μια μεγάλη ευκαιρία να αποδείξει τις ικανότητές του στο σανίδι. Κάνει το το ντεμπούτο του στο Μπρόντγουεϊ στο πλευρό του Ντένζελ Ουάσιγκτον στο αριστούργημα του Ευγένιου Ο’Νιλ «Ο παγοπώλης έρχεται».


Εντυπωσιάζει από την πρώτη στιγμή τόσο τους συμπαίκτες του όσο και τους κριτικούς. Ο New Yorker χαρακτηριστικά γράφει πως, αν και στο ανέβασμα συμμετέχει ένα πλούσιο καστ, «υπάρχει ένας μόνος ηθοποιός ανάμεσά τους και το όνομά τους είναι Όστιν Μπάτλερ».

Η μεγάλη του αυτή επιτυχία τον οδήγησε στο να συνεργαστεί με δημιουργούς όπως ο Ταραντίνο – στην ταινία του 2019 «Μια φορά κι έναν καιρό στο Χόλιγουντ» – και ο Μπαζ Λούρμαν – στη μαξιμαλιστική μουσική βιογραφία του Έλβις Πρίσλεϊ.  Αλλά το να πάρει το ρόλο του θρυλικού τραγουδιστή δεν είναι διόλου εύκολο.

Όλα για τον ρόλο

Ο Μπαζ Λούρμαν είχε οργανώσει ολόκληρη εκστρατεία προκειμένου να βρει τον ηθοποιό, το πόδι του οποίου θα χώραγε άνετα στα μπλε καστόρινα μοκασίνια του Βασιλιά του Ροκ εν’ Ρολ, διεξάγοντας κάστινγκ στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, την Αγγλία, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Επιπλέον, ο αυστραλός σκηνοθέτης είχε από πριν κάποιους ηθοποιούς στο μυαλό του – πιο διάσημους από τον Μπάτλερ – όπως ο Χάρι Στάιλς και ο Άνσελ Έλγκορτ.

Ο Μπάτλερ δεν πτοήθηκε. Έβαψε τα μαλλιά του μαύρα, προσέλαβε έναν κινησιολόγο προκειμένου να μάθει να κουνά τους γοφούς του σαν τον Έλβις και άρχισε να μιμείται τον τόνο της φωνής και την νοτιοαμερικάνικη προφορά του – κάτι που έμελλε αργότερα να του μείνει. Παρόλη την προσπάθεια και την προετοιμασία όμως, κάθε φορά που μαγνητοσκοπούσε τον εαυτό του τραγουδώντας κάποιο από τα τραγούδια του Βασιλιά, ο Μπάτλερ ένιωθε ότι κάτι έλειπε.

Ωσπου ένα βράδυ, ξύπνησε μέσα στη νύχτα πολύ αναστατωμένος. Είχε δει έναν εφιάλτη που αφορούσε τη μητέρα του. Σε έντονα φορτισμένη συναισθηματική κατάσταση, με μαλλιά ανάκατα από τον ύπνο, φορώντας ένα μπουρνούζι, κάθισε στο πιάνο και βιντεοσκόπησε τον εαυτό του να ερμηνεύει το «Unchained Melody», το οποίο έστειλε στο casting. Ο ρόλος ήταν δικός του και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Η τραγική απώλεια της μητέρας του, της καλύτερής του φίλης

Ο Όστιν Μπάτλερ μπορεί τελικά να βρήκε μέσα από την τέχνη του έναν τρόπο να αντιπαλέψει την έμφυτη συστολή του, όμως προτού αρχίσει να κάνει φίλους στα τηλεοπτικά πλατό, η συναναστροφή με άλλα παιδιά της ηλικίας του δεν ήταν ποτέ το δυνατό του σημείο. Δυσκολευόταν τόσο ώστε, αφού τελείωσε το δημοτικό, δεν συνέχισε με την τυπική εκπαίδευση.

Αντ’ αυτού, ανέλαβε η μητέρα του την εκπαίδευσή του στο σπίτι. Οι ώρες που περνούσε με τη μητέρα του ήταν ξεχωριστές. Όταν δεν μελετούσε ή δεν είχε μάθημα υποκριτικής, οι δυο τους σκάρωναν μικρές καθημερινές περιπέτειες. Και τελικά οι δυο τους έγιναν οι καλύτεροι φίλοι.

Καθώς ο Όστιν μεγάλωνε, η μητέρα του παρέμενε πάντα στο πλευρό του, φροντίζοντας να του προσφέρει όσα περνούσαν από το χέρι της. Μέχρι που αρρώστησε. Όταν εκείνος ήταν είκοσι δύο, η μητέρα του διαγνώστηκε με καρκίνο. Και καθώς η κατάσταση της υγείας της επιδεινωνόταν, οι ρόλοι άλλαξαν. Ο Όστιν έγινε ο κύριος φροντιστής της μητέρας του, της χορηγούσε ορούς και διαχειριζόταν τους σωλήνες σίτισης.

Παρά τις φροντίδες του όμως, η μητέρα του πέθανε ένα μήνα πριν τα 23α του γενέθλια. Ο Μπάτλερ κατέρρευσε. Λίγες μέρες μετά την κηδεία, συνέχισε να εμφανίζεται στο σετ της σειράς στην οποία συμμετείχε και να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί. Αλλά κάθε βράδυ, επέστρεφε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του και έκλαιγε.

Μόλις τελείωσαν τα γυρίσματα, ο Μπάτλερ αποφάσισε να κάνει κάτι που δεν είχε ξανακάνει: ένα διάλειμμα. Χρειαζόταν χρόνο για να μεταβολίσει όλη αυτή την θλίψη. Και για οκτώ μήνες έμεινες εκτός.

Ώσπου, κάποια στιγμή, κατάφερε να μετατρέψει την απώλεια της μητέρας του σε κινητήριο δύναμη. Και τότε ήταν που είδε την καριέρα του να παίρνει τον δρόμο που ονειρευόταν από παιδί. Πήρε τον ρόλο στο Μπρόντγουεϊ και όλους όσους ακολούθησαν. Ακόμα και τον ρόλο του Έλβις, ο Μπάτλερ κατά κάποιο τρόπο τον πήρε μόνο όταν συνειδητοποίησε πως το σημείο που συναντιόταν ο ίδιος με τον χαρακτήρα ήταν η απώλεια.

Ένα ιδιαίτερο είδος κινηματογραφικού αστέρα

Φωτ.: REUTERS/Maja Smiejkowska

Κόντρα στο ρεύμα της εποχής των κοινωνικών δικτύων και της ανάγκης για διαρκές oversharing, ο Όστιν Μπάτλερ αγαπά πολύ την ιδιωτικότητα του. Δεν έχει λογαριασμούς στα social media. Τουλάχιστον, όχι πια. Δεν θέλει να είναι απλώς ένα διάσημο πρόσωπο. Προτιμά να ακολουθεί το παράδειγμα των Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Κρίστιαν Μπέιλ, Ντάνιελ Ντέι Λιούις.

Όπως και να ’χει, το μέλλον του Μπάτλερ στο Χόλιγουντ διαφαίνεται λαμπρό. Η διαδρομή του ως τώρα μαρτυρά το τεράστιο ταλέντο του, την ανεξάντλητη εργασιακή του ηθική και την ικανότητά του να γοητεύει το κοινό μέσα από ό,τι κι αν κάνει. Κι έχει ακόμα πολλά σχέδια στα σκαριά.