Η δαιμονοποίηση της αποχής αδικεί τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Όταν οι ίδιοι πολίτες μόλις πριν ένα χρόνο είχαν συμμετοχή με 61,76% σε εθνικές εκλογές είναι άδικο να θεωρούμε ότι δεν έκαναν τον καθήκον τους επειδή ψήφισε μόνο το 41,39% του εκλογικού σώματος σε ευρωεκλογές. Όταν σε αυτή την εκλογική διαδικασία δεν υπήρχε πολιτικό διακύβευμα επί της ουσίας. Όταν υπάρχει ήδη μια κριτική στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κι όταν στο σύγχρονο πολιτισμό, χωρίς σε καμία περίπτωση να αντικαθιστά ή να συγκρίνεται με την ψήφο, υπάρχει η δυνατότητα μέσα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ή το διαδίκτυο, να εκφράσουμε ανά πάσα στιγμή τη γνώμη μας ή την αγωνία μας. Κι είναι άδικο να μην θεωρηθεί η αποχή ως πράξη διαμαρτυρίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα.

Η διαμαρτυρία αυτή πρέπει να προστεθεί στο ίδιο το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Είναι γεγονός ότι είναι θέμα οπτικής γωνίας πως κανείς θα το διαβάσει. Από την άλλη κάθε κάλπη έχει μήνυμα. Ακόμα κι η λειψή. Εκείνο που σίγουρα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η απλότητα των αριθμών. Υπάρχει ακόμα ένα κυρίαρχο πολιτικό κόμμα, ο νυν Πρωθυπουργός δεν έχει αυτή τη στιγμή αντίπαλό και δεν φαίνεται σήμερα να υπάρχει εναλλακτική λύση. Σήμερα. Σε τρία χρόνια μπορεί όλα να αλλάξουν. Το πολιτικό χρονικό διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές δεν είναι απλά μεγάλο. Είναι τεράστιο.

Το ρήμα «αλλάζω», όμως, είναι το βασικό το οποίο πρέπει να συγκρατήσουμε. Διότι όπως κι αν διαβάσεις τους αριθμούς καταλήγεις στην επιθυμία των πολιτών να δουν αλλαγές. Αλλαγές στο τρόπο διακυβέρνησης. Αλλαγές στη νοοτροπία του πολιτικού συστήματος. Αλλαγές σε πρόσωπα και μορφές κομμάτων.

Οι πολίτες θέλουν αλλαγές διότι συνεχίζει να υπάρχει έλλειμα καινοτόμου πολιτικής πρότασης. Διότι δεν υπάρχει «πειστικό, ελκυστικό αύριο». Διότι οι νέοι κι οι νέες βλέπουν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταφέρουν ότι οι πρόγονοί τους. Διότι η μεσαία τάξη βλέπει ολοένα και περισσότερο να μειώνεται η αγοραστική της δύναμη. Και κυρίως διότι όλοι μαζί αισθάνονται ότι δεν συμμετέχουν.

Σε πείσμα των καιρών, και την απογοήτευση ακόμα κι η πνευματική ελίτ της χώρας να αναφέρει δημόσια ότι «τα πάντα είναι οικονομία», οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι πλέον χρειάζεται ανακατασκευή, όχι μεταρρύθμιση.

Ειδικά για τη χώρα μας χρειάζεται ένα καινοτόμο σχέδιο το οποίο θα σεβαστεί τις ευρωπαϊκές νόρμες αλλά θα δημιουργήσει αυτόνομες βάσεις. Δεν είναι αδύνατη η δημιουργία δύο, τριών οικονομικών πυλώνων ανάπτυξης δίπλα στη βιομηχανία της φιλοξενίας, τον τουρισμό. Ούτε είναι αδύνατος ο συγκερασμός της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την πράσινη ανάπτυξη με διατήρηση ορισμένων δεδομένων παραδοσιακής βιομηχανίας. Θέλει απλά στρατηγική και απόφαση.

Όπως στρατηγική κι απόφαση θέλουν πρωτοβουλίες που μπορούν να χαρακτηριστούν “δημοκρατικές καινοτομίες”. Η συμμετοχή των πολιτών σε μορφές διαδικασίας λήψης πολιτικών αποφάσεων μπορεί να φοβίζει πολιτικά κατεστημένα αλλά η ευρωπαϊκή δημοκρατία που πρώτη θα την εφαρμόσει θα έχει ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στη εξέλιξη της κοινωνικής της ευρωστίας. Κι όπου υπάρχει κοινωνική ευρωστία δημιουργείται κι οικονομική.

Ο Ιάκωβος – Αντώνιος Αρμάος, είναι Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ -Επικοινωνιολόγος, CEO erfata communications