Μια μέρα της προηγούμενης εβδομάδας, τότε που είχε βρέξει κατά τόπους στην Αθήνα, δίνοντας μια εσάνς τροπικότητας στο – ήδη – καυτό μας καλοκαίρι, μπήκαμε, με τη φίλη που βολτάραμε παρέα, στο πάρκο Ριζάρη. Τα δέντρα μάς προστάτευσαν από τις σταγόνες της βροχής, ενώ μια γλυκιά δροσιά απλώθηκε στην επιδερμίδα μας.
Ολα τα καλά όμως διαρκούν λίγο. Λίγα λεπτά αργότερα, ξαναβγαίνοντας στη Βασιλέως Κωνσταντίνου, μια αίσθηση λάβας αναδύθηκε από το οδόστρωμα, συνδυασμένη με τη γνώριμη οσμή των υπερθερμασμένων ελαστικών. Οι διακοπές από την πραγματικότητα είχαν τελειώσει, και η κόλαση της μεγαλούπολης το καλοκαίρι έδειχνε τα καζάνια της.
Θυμήθηκα το σύντομο περιστατικό, τόσο κοινό που καταντά ανούσιο, διαβάζοντας ότι τέτοιες μέρες, μέσα Ιουνίου, ο Αμερικανός εφευρέτης, Τσαρλς Γκουντγίαρ, κατοχύρωσε την ευρεσιτεχνία του για τα ομώνυμα ελαστικά αυτοκινήτου. Βρισκόμαστε μόλις στα 1844 και ουδείς μπορεί να φανταστεί την κατακλυσμιαία επίδραση που θα είχαν τα αυτοκίνητα στην εξέλιξη του πολιτισμού. Να φανταζόταν άραγε τότε ο μέσος κάτοικος μιας βιομηχανικής πόλης ότι την αιθαλομίχλη που τον βασάνιζε τότε θα μπορούσε να την προκαλεί αυτός ο ίδιος, απλώς πατώντας το πόδι του με μανία στο πεντάλ του γκαζιού;
Σίγουρα ήταν πιο σαφές το πού μπορεί να φτάσει το πράγμα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ηταν λίγο μετά το 1900 που η Μισελέν, άλλο μεγαθήριο στο χώρο των ελαστικών, αποφάσισε να εκδώσει έναν οδηγό για αποδράσεις στην εξοχή της Γαλλίας, προσπαθώντας να παρακινήσει τους Γάλλους να οδηγούν περισσότερο – άρα και να χρειάζονται πιο πολλά ελαστικά. Ο οδηγός παρείχε πληροφορίες για σημεία ανεφοδιασμού καυσίμου, αξιοθέατα, καθώς και σημεία που μπορεί κάποιος να φάει και να διανυκτερεύσει.
Σταδιακά, ο πληροφοριακός χαρακτήρας απέκτησε και αξιολογικό πρόσημο: μερικά μέρη είναι πιο σημαντικά από κάποια άλλα. Και κάπως έτσι φτάσαμε στα περιβόητα αστέρια Μισελέν, που αποτελούν τίτλο τιμής για κάθε εστιατόριο που σέβεται το γαστρονομικό προφίλ του. Μοιάζει από τις πιο περίεργες παράπλευρες γενέσεις που έχουν υπάρξει: η ανάγκη αύξησης πωλήσεων σε λάστιχα αυτοκινήτου να οδηγεί σε μια από τις πιο ελιτίστικες μορφές αξιολόγησης της ραφιναρισμένης μαγειρικής.
To 1963 η χρήση του αυτοκινήτου ήταν πλέον κυρίαρχη, επομένως και ο ανταγωνισμός των εταιρειών είχε πάρει πιο έντονη μορφή. Ηταν τότε που η θυγατρική της Πιρέλι στην Αγγλία σκέφτηκε να προχωρήσει στην έκδοση ενός ημερολογίου που θα έδινε ένα διαφορετικό στίγμα, επενδύοντας το μπραντ με αισθητική αξία. Από εκεί προέκυψε το θρυλικό πλέον ημερολόγιο της Πιρέλι, που σίγουρα θα έχετε κάπου δει. Συνδυάζοντας την επιλογή αναγνωρισμένων φωτογράφων και μοντέλων το ημερολόγιο συνδύασε τη χρήση του αυτοκίνητου με τον ερωτισμό. Τι πιο κοινό θα μου πείτε από τον συνδυασμό ενός προϊόντος με τη σεξουαλικοποίηση του γυναικείου σώματος. Αν η κατοχή του αυτοκινήτου προσφέρει μετωνυμικά σεξουαλική ενέργεια στον κάτοχό του (γιατί το κοινό-στόχος θεωρείται εξ ορισμού αρσενικού γένους), το ημερολόγιο ντύνει φαντασιακά αυτήν την επιλογή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ημερολόγιο του 1998 που επιμελήθηκε ο φωτογράφος Μπρους Γουέμπερ, με τίτλο «Women that Men Live For». Στη φωτογραφία για τον Απρίλιο, γυμνόστηθη, φορώντας μόνο τη μαγειρική ποδιά της, η Εύα Χερτζίκοβα δοκιμάζει πάνω από την κατσαρόλα ένα μακαρόνι για να ελέγξει πόσο αλ ντέντε είναι. Θα μπορούσε να είναι υποψήφια και για αστέρι Μισελέν.
Θα ακουγόταν κοινότοπο να επαναλάμβανα εδώ το σλόγκαν πως τα πάντα έχουν να κάνουν με το σεξ, εκτός από το ίδιο το σεξ που έχει να κάνει με την εξουσία. Στα ελαστικά σίγουρα έχει διευρυνθεί αυτό, εκτός κι αν σκεφτούμε ότι ο έρωτας περνάει από το στομάχι, άρα δεν αποφεύγεις τα αστέρια της Μισελέν. Σε κάθε περίπτωση στον εμπορευματοποιημένο κόσμο μας δεν μπορείς να πατήσεις γερά στα λάστιχά σου αν δεν σκεφτείς μακριά από το αυτοκίνητο.