Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον (9-11 Ιουλίου) έχει μεν πανηγυρικό και επετειακό χαρακτήρα, λόγω της συμπλήρωσης 75 ετών από την ίδρυση της Συμμαχίας, όμως στην πραγματικότητα είναι μία από τις κρισιμότερες στην Ιστορία του Οργανισμού.
Αναμένεται να διεξαχθεί σε ένα εξαιρετικά επιβαρυμένο γεωπολιτικό περιβάλλον λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της επαπειλούμενης κλιμάκωσης του, με την ένταση μεταξύ Μόσχας και Δύσης να ανεβαίνει σε επικίνδυνα επίπεδα.
Υπό αυτή τη συνθήκη, η σύνοδος έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς στην Ουάσιγκτον αναμένονται συζητήσεις με πολύ διαφορετικά δεδομένα, σε σχέση με προηγούμενες γεωπολιτικές συγκυρίες.
Στο ίδιο τραπέζι με Τουρκία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία
Στη σφαίρα του καθαρά ελληνικού ενδιαφέροντος, η συνάντηση της Ουάσιγκτον έχει πολλαπλές ιδιαίτερες πτυχές, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα βρεθεί στο ίδιο τραπέζι με τους ηγέτες της Τουρκίας, της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, χώρες με τις οποίες οι διμερείς σχέσεις βρίσκονται σε σημείο καμπής.
Την ίδια στιγμή όμως, η περιοχή των Βαλκανίων ενδέχεται να αποδειχθεί ως ένα πεδίο κρίσης για την ίδια τη συμμαχία, καθώς η κυβερνητική εκκρεμότητα στη Βουλγαρία και η ενίσχυση της ρωσικής επιρροής επισημαίνεται από ορισμένες πηγές ακόμη και ως απειλή για τη συνοχή της Συμμαχίας, με κάποιους να μιλούν ακόμη και για κίνδυνο αποχώρησης της Σόφιας.
Παράλληλα, η εξέλιξη στο γεωπολιτικό πεδίο, με τις συνεχείς εξαγγελίες της γερμανικής κυβέρνησης για προετοιμασία μίας οικονομίας πολέμου, θέτουν πολλά και κρίσιμα ζητήματα για τος κυβερνήσεις όλων των κρατών μελών της Συμμαχίας.
Διλήμματα και πονοκέφαλοι για την κυβέρνηση
Ειδικότερα για την Ελλάδα και με το δεδομένο της αναβάθμισης της χώρας στο πεδίο της αμυντικής αποτροπής και των εξοπολισμών, εκτιμάται ότι είναι πιθανόν να φέρουν την κυβέρνηση προ σημαντικών διλημμάτων και πονοκεφάλων.
Μία κλιμάκωση της έντασης στην Ουκρανία και την Ανατολική Ευρώπη, πιθανολογείται ότι θα εντείνει τις απαιτήσεις της Συμμαχίας για ενεργότερη επιχειρησιακή εμπλοκή των κρατών μελών, με τις οποίες θα βρεθεί αντιμέτωπη και η Ελλάδα.
Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την ακροβατική τακτική που ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν μεταξύ ΝΑΤΟ και Μόσχας, αναμένεται ότι θα είναι ένα από τα μεγάλα ζητήματα για τα οποία θα κληθεί να αποφασίσει η ελληνική κυβέρνηση, σε όχι και τόσο μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Και παράλληλα, θα παραμένει η εκκρεμότητα των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου, οι οποίες ενδέχεται να περιπλέξουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση, σε περίπτωση εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ.