Πότε στα αλήθεια πέφτει μια αυτοκρατορία; Τη στιγμή που κορυφώνεται η δική της παρακμή ή μήπως τη στιγμή που ο αντίπαλός της κατακτά το μυστικό της διαιώνισης της δικής του ύπαρξης; Τι έπαθες και τα σκέφτεσαι αυτά με τον μίνι καύσωνα, θα ρωτήσετε και με το δίκιο σας. Απλώς μερικές φορές το ημερολόγιο παρουσιάζει συμπτώσεις που ανοίγουν τον δρόμο για γόνιμες (λέμε τώρα) σκέψεις.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την 5η Ιουνίου. Είναι την ημέρα εκείνη το 1990 που το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ (Ενωσης Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών για τους νεότερους και νεότερες που ίσως να μη σας θυμίζουν κάτι τα αρχικά) ψηφίζει το νομοσχέδιο που ανοίγει τον δρόμο για το ιδιωτικό επιχειρείν. Μια ύστατη προσπάθεια για τη διάσωση ενός καθεστώτος που ψυχορραγεί. Με τις διασπαστικές τάσεις ήδη ενεργές, το άλλοτε κραταιό αντίπαλο δέος της Δύσης και βασικός πρωταγωνιστής στον Ψυχρό Πόλεμο σε λιγότερο από έναν χρόνο θα κείται νεκρό.

Είναι 43 χρόνια πριν, το 1947, πάλι 5 Ιουνίου, όταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών και στρατηγός Τζορτζ Μάρσαλ παρουσιάζει την κατευθυντήρια γραμμή του σχεδίου που τελικά έφερε το όνομά του. Το περιβόητο Σχέδιο Μάρσαλ δεν είναι τίποτα άλλο παρά η σχεδιασμένη βοήθεια των ΗΠΑ προς την ερειπωμένη από τον πόλεμο Ευρώπη. Και όταν λέμε βοήθεια εννοούμε την προμήθεια αμερικανικών εμπορευμάτων ζωτικής σημασίας για την ανασυγκρότηση μιας Ευρώπης σε συνθήκες κρατικής και ιδιωτικής ανέχειας. Ο στόχος της βοήθειας, πέρα από την καπιταλιστική ανασυγκρότηση της ηπείρου, είναι και η θωράκισή της απέναντι σε ένα όλο και πιο ανερχόμενο εργατικό κίνημα που εκφράζεται μέσα από όλο και πιο ισχυρά Κομμουνιστικά Κόμματα.

Εχει το μερίδιό του στην ειρωνεία ότι και οι δύο αυτές κινήσεις που συνέβησαν 5 Ιουνίου έχουν ένα μεγάλο κοινό: αποτελούν την υιοθέτηση των εργαλείων του εχθρού για την αντιμετώπιση των οικείων προβλημάτων. Η Σοβιετική Ενωση έδωσε λίγο καπιταλισμό σε ένα απονευρωμένο σύστημα που χαρακτηριζόταν από ελλείψεις σε βασικά προϊόντα. Αντίθετα, οι ΗΠΑ συνειδητοποίησαν την ανάγκη του κεντρικού σχεδιασμού σε «ανώμαλες» πολεμικές συνθήκες. Για να λειτουργήσει η αγορά προϋποτίθεται ένα ρυθμισμένο σύστημα, από ένα ορατότατο κρατικό χέρι.

Το θέμα ωστόσο είναι και το περιβόητο «τάιμινγκ» της παρέμβασης. Εντάξει, είμαστε πια μετά Χριστόν προφήτες, αλλά λίγοι και λίγες θα πόνταραν ακόμα και τότε, αν υπήρχαν «μπουκμέικερς» για τις πολιτικές μεταβολές, ότι η Σοβιετική Ενωση θα γλίτωνε. Ο λόγος, πέρα από εσωτερικός, είναι και επειδή το Σχέδιο Μάρσαλ πέτυχε. Η Ευρώπη ανοικοδομήθηκε επιτυχώς, το επίπεδο διαβίωσης ανέβηκε και ο Δυτικός Κόσμος πέτυχε μια σπάνια περίοδο ευημερίας. Η εργατική τάξη στη Δύση ενσωματώθηκε σε ένα περιβάλλον που όχι μόνο τα βασικά αγαθά αλλά και τα πολυτελείας μπορούσαν να είναι προσβάσιμα, το κοινωνικό κράτος σημείωσε τις μεγαλύτερες επιτυχίες του και η κοινωνική ειρήνη έδειχνε να αποτελεί κανονικότητα.

Την ίδια στιγμή, στην ΕΣΣΔ η οικονομική δυσπραγία μεταφραζόταν και ως κοινωνική και πολιτική καταπίεση. Η Δύση έγινε για τον μέσο πολίτη που δεν ήταν μέλος του κόμματος ένα όνειρο, ένας ουτοπικός παράδεισος ελευθερίας και, το κυριότερο, κατανάλωσης. Οι περιορισμοί στο δικαίωμα εξόδου από τη χώρα δείχνουν τη βαθιά ιδεολογική ήττα του καθεστώτος. Οταν δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι οι πολίτες σου θα μείνουν οικειοθελώς σ’ αυτό, και όχι επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί.

Πέρα, άρα, από τις παρεμβάσεις – ή έστω πλάι σε αυτές – προϋποτίθεται ευρεία νομιμοποίηση του συστήματος. Αυτή εντέλει κρίνει αν η εξωτερική παρέμβαση σε ένα σύστημα μπορεί να βοηθήσει ή όχι.

Από την άλλη, ρίχνοντας μια ματιά και στα καθ’ ημάς και ανακατεύοντας λίγο τους όρους της εξίσωσης, ας μην ξεχνάμε ότι η απουσία αντίπαλου δέους δεν σημαίνει αυτόματα και ευρεία νομιμοποίηση. Ευρεία απάθεια, ίσως…