«Η Κρήτη βγάζει κυβέρνηση». «Περιμένετε να πέσει η Β’ Αθηνών». «Ο,τι ψηφίζει ο κάμπος ψηφίζει όλη η Ελλάδα». Φράσεις που έχουν ταυτιστεί με εκλογικές αναμετρήσεις του παρελθόντος, αλλά μοιάζουν εξίσου επίκαιρες πριν από την κρίσιμη κάλπη των Ευρωεκλογών που ούτως ή άλλως έχουν λάβει τον χαρακτήρα εθνικών εκλογών.

Η Νέα Δημοκρατία, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ έχουν λάβει θέση για την κούρσα της 9ης Ιουνίου, χωρίς όμως να εκκινούν από την ίδια αφετηρία. Ο πήχης του κάθε κόμματος είναι διαφορετικός και η στόχευση του συγκεκριμενοποιημένη.

Η κεντροδεξιά παράταξη της χώρας «τρέχει» πίσω από το 33,12% των Ευρωεκλογών του 2019 έτσι ώστε, παρά τις πιέσεις, να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες μετά τον πρώτο χρόνο από την επανεκλογή της στην εξουσία. Την ίδια ώρα τα δύο κυρίαρχα κόμματα της αντιπολίτευσης ερίζουν για τη δεύτερη θέση και τον ρόλο του βασικού αντικυβερνητικού πόλου μέσα από την αύξηση των πανελλαδικών δυνάμεών τους.

Είτε ο περιορισμός ζημιών είτε η αποκόμιση κερδών εξαρτώνται και από το «σκορ» που θα καταφέρουν οι τρεις τους σε εκλογικές περιφέρειες με παραδοσιακή επιδραστικότητα στα τελικά ποσοστά.

Αστικά κέντρα: Ισχυρό χαρτί για ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ

Η Νέα Δημοκρατία προέρχεται από σαρωτικά αποτελέσματα στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Σε οκτώ εκλογικές περιφέρειες της Αθήνας, του Πειραιά και του Υπόλοιπου νομού μόνο στη μία (Δυτικός Τομέας) ήταν οριακά κάτω από το 35%. Είναι ποσοστά που επαληθεύτηκαν και με την επικράτηση του Νίκου Χαρδαλιά στην Περιφέρεια τον περασμένο Οκτώβριο. «Είναι η μεγάλη δύναμή της, το ισχυρό κομμάτι της» αναγνωρίζει ο Γιώργος Τράπαλης, αναλυτής δεδομένων από την Good Affairs και συνεργάτης του Βήματος.

Το καθεστώς αυτό προκύπτει από το γεγονός πως «τα κόμματα που έρχονται από τα δεξιά της δεν έχουν ‘έδρα’ στον μεγαλύτερο νομό της χώρας». Στοιχείο που ενισχύει αναπόφευκτα τους αριθμούς της. Γι’ αυτό και εκτιμάται ότι η ΝΔ «στην Αττική θα εμφανίσει καλύτερα ποσοστά από τον γενικό μέσο όρο της».

Κατ’ αναλογία ισχύει για τον ΣΥΡΙΖΑ. Του οποίου επίσης «η Αττική είναι μια στέρεη βάση», όπως επισημαίνει ο κ. Τράπαλης. Ιδίως σε πιο «λαϊκές γειτονιές» του λεκανοπεδίου (Δυτικός Τομέας με 21.13%, Β’ Πειραιώς με 19,36%) το κόμμα της Κουμουνδούρου εμφάνισε ποσοστά πάνω από τον μέσο όρο του. Γενικώς πάντως ήταν σημείο αναφοράς του και συμβάδισε πάνω κάτω με το τελικό ποσοστό του. Κινήθηκε μάλιστα ελαφρώς ανεβασμένα.

Άλλο οι δημοτικές εκλογές

Το ζητούμενο από ‘κει και πέρα για τους πολιτικούς αναλυτές είναι κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα επηρεαστεί ή όχι από τη διπλή διάσπαση του φθινοπώρου. Διότι «ακριβώς εκεί θα παιχθεί και το στοίχημα της Νέας Αριστεράς», όπως κατατέθηκε σχετικώς στο Βήμα, μιας και «από τις περιφέρειες αυτές του λεκανοπεδίου προέρχονται ως επί το πλείστον τα στελέχη που τη συγκρότησαν αποχωρώντας από τον ΣΥΡΙΖΑ». Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα του Ευκλείδη Τσακαλώτου και της Έφης Αχτσιόγλου, αλλά και του επανακάμψαντος Γαβριήλ Σακελλαρίδη, που σε αυτόν τον γεωγραφικό χώρο δραστηριοποιούταν πολιτικά πριν από τη μακρά αποχή του.

Παρατηρεί πάντως στη συζήτησή μας ο Γιώργος Τράπαλης πως «ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει τάσεις διατήρησης των δυνάμεών του χάρη στην προσωπική εμβέλεια του Στέφανου Κασσελάκη». Αντιθέτως «αν εμφανίσει εν τέλει απώλειες, θα είναι ανάλογες και στην Αττική, όχι δηλαδή μεγαλύτερες αυτών που θα έχει πανελλαδικά».

Για το άλλοτε κραταιό ΠαΣοΚ πάλι η Αττική είναι ένα τεστ αντοχών. Συγκριτικά με το πανελλαδικό 11,84% στις εθνικές εκλογές η επίδοσή του ήταν απογοητευτική σε περιοχές που πριν από το 2012 σάρωνε. Υψηλότερο όλων ήταν το μόλις 8,92% στον Δυτικό Τομέα, τη στιγμή που στην Α’ Πειραιώς βρέθηκε κάτω από το 7% (6,70%)! Δεν είναι τυχαίο πως στις 7 από τις 8 περιφέρειες κατέληξε πίσω κι από το ΚΚΕ.

Για τη Χαριλάου Τρικούπη αυτό «ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα αθροιστικά», σύμφωνα με τον Γιώργο Τράπαλη, ο οποίος δεν παρασύρεται από το τι συνέβη με τον Χάρη Δούκα στον Δήμο Αθηναίων, καθώς «τα χαρακτηριστικά των Δημοτικών Εκλογών είναι εντελώς διαφορετικά και τα κριτήρια όχι τόσο κομματικά». Μας υπενθυμίζει άλλωστε ότι «ακόμη και ο Γιάννης Σγουρός που στήριξε στις Περιφερειακές κατετάγη τέταρτος».

Κρήτη: Οι γαλάζιοι νομοί και η αντιστροφή ρόλων

Στην Κρήτη η Νέα Δημοκρατία κατάφερε πέρυσι κάτι που τα προηγούμενα 40 χρόνια φάνταζε σχεδόν αδιανόητο. Επικράτησε με διψήφια διαφορά και στους τέσσερις νομούς του νησιού. Σε όλους ανεξαιρέτως μάλιστα κινήθηκε πάνω από το 35%, στα Χανιά δε άγγιξε ακόμη τον πανελλαδικό μέσο όρο της (40,52%).

Να φτάσει εκ νέου σε αυτά τα ύψη μοιάζει παράταιρο. «Θα έχει την αναλογική πτώση που θα εμφανίσει στην υπόλοιπη επικράτεια» προβλέπεται πλέον.

Επειδή όμως η απόσταση από το δεύτερο κόμμα είναι τέτοιου μεγέθους, ο Γιώργος Τράπαλης δεν συναινεί σε ακόμη μία έκπληξη. «Όχι, στοιχείο ανατροπής δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα» επισημαίνει επί του ερωτήματος. Κι ας αντιστράφηκαν οι ρόλοι, με αποτέλεσμα το ΠαΣοΚ να αφήσει τρίτο τον ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας εκτοξεύσει τα ποσοστά του σε Ηράκλειο (22,98%), Λασίθι (25,58%) και Ρέθυμνο (25,71%).

Ο κ. Τράπαλης θέλησε βέβαια να υπογραμμίσει το εξής για τη δυναμική της Χαρ. Τρικούπη στη Μεγαλόνησο: πως «από τους εκατό ανθρώπους που ψηφίζουν ΠαΣοΚ, οι δέκα είναι από την Κρήτη». Διευκρινίζει μάλιστα πως «ενώ με μια πρώτη ματιά το ποσοστό αυτό δεν μοιάζει μεγάλο, είναι εντελώς δυσανάλογο με την πανελλαδική απεικόνισή του κόμματος». Με αποτέλεσμα το ΠαΣοΚ να αποκομίζει τεράστια κέρδη.

«Είναι το προπύργιό του» είναι το συμπέρασμα με παραδοσιακούς εκλογικούς όρους.

Τότε γιατί δεν απειλείται σοβαρά η πρωτιά της ΝΔ; Μα «διότι δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως από την Κρήτη κατάγεται και ο Στέφανος Κασσελάκης, κάτι που δεν ίσχυε μέχρι πέρυσι με τον Αλέξη Τσίπρα» όπως καθιστά σαφές από τον ειδικό. Ένα στοιχείο που αναμένεται να παίξει τον ρόλο του στα αθροιστικά νούμερα του ΣΥΡΙΖΑ φέρνοντας ψήφους στην κάλπη.

Θεσσαλία: Η φθορά και το πιθανό ντέρμπι

Η συμπεριφορά και η στάση του εκλογικού σώματος στην πολύπαθη Θεσσαλία έχει τη δική της σημασία μετά τα περυσινά γεγονότα σε Μαγνησία, Λάρισα και κυρίως στην Καρδίτσα.

Ο αναλυτής της Good Affairs ξεκαθαρίζει ότι το γεγονός ο Κώστας Αγοραστός έχασε στις Αυτοδιοικητικές από τον Δημήτρη Κουρέτα δεν συνεπάγεται μια νέα ήττα της Νέας Δημοκρατίας. «Ο Αγοραστός δεν σαρώθηκε, πάνω από 41% έλαβε στον πρώτο γύρο» σημειώνει. Απλώς υπήρξε «θύμα» της δεύτερης Κυριακής.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση εκτιμάται πως η εκλογική φθορά της «γαλάζιας παράταξης» θα κυμανθεί στα επίπεδα της υπόλοιπης επικράτειας. Τούτο σημαίνει πως από τον μέσο όρο του 41,5% θα βρεθεί αρκετά πιο χαμηλά.

Ενδεχομένως εδώ η δεύτερη θέση είναι μια πιο ανοικτή μάχη, δεδομένου πως το ΠαΣοΚ έχει παλαιόθεν ερείσματα στο ενισχυμένο αγροτικό κίνημα. Μόνο που στους 3 από τους 4 νομούς ο ΣΥΡΙΖΑ φέρνει μαζί του αβαντάζ 3,3% με 7,9%, άρα η απόσταση που θα πρέπει να καλυφθεί είναι αρκετά μεγάλη. Μονάχα στην Καρδίτσα υπήρξε ισοδυναμία (16,67% – 16,58%) πέρυσι το καλοκαίρι.

Στη Βόρεια Ελλάδα θα έχει… ψύχος

Μια συνιστώσα που η Νέα Δημοκρατία θα ήθελε πολύ να ελέγξει, αλλά φαίνεται περίπλοκο να πετύχει τον αρχικό στόχο της, είναι η εκτιμώμενη απώλεια των δυνάμεων που θα υποστεί σε Μακεδονία και Θράκη.

Όπως μάς εξηγεί ο κ. Τράπαλης «είναι περιφέρειες που εμφανίζονται προβληματικές για το κυβερνών κόμμα, όπως αποτυπώθηκε και στις Περιφερειακές του Οκτωβρίου», ασχέτως του αν η ήττα προήλθε από «γαλάζιους αντάρτες». Ήταν «ένα δείγμα αποδοκιμασίας και αυτό» επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Εστιάζει ο αναλυτής από την Good Affairs κυρίως στις εκλογικές περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Σε κάποιες εκ των οποίων «θα είναι αρκετά δύσκολο η Νέα Δημοκρατία να έχει μπροστά το ‘3’ στο ποσοστό της, ακόμη κι αν ο πήχης που έχει θέσει είναι το χαμηλότερο 33% των προηγούμενων Ευρωεκλογών».

Πρόκειται για περιοχές στις οποίες και «ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει μια ανοδική πορεία». Αλλά ως επί το πλείστον τη φθορά της ΝΔ καρπώνονται τα κόμματα που έρχονται από τα δεξιά της και εκμεταλλεύονται την περίσταση. Κυρίως προς την Ελληνική Λύση φαίνεται πως κατευθύνονται οι ψήφοι και σε δεύτερο επίπεδο προς τη Νίκη, τη Φωνή Λογικής και τους Πατριώτες. Τους οποίους ο συνομιλητής μας δεν βγάζει από την κουβέντα από τη στιγμή που «ανιχνεύονται αρκετά ψηλά» στις τελευταίες μετρήσεις.

Η Ροδόπη είναι επίσης μια αυτόνομη συνθήκη, στην οποία η αξιωματική αντιπολίτευση ποντάρει αρκετά. Ήταν ο μόνος νομός που απέσπασε στις εθνικές εκλογές με διαφορά μεγαλύτερη του 5,5%. Αντιθέτως στην Κεντρική Μακεδονία, συμπεριλαμβανομένης της Θεσσαλονίκης (Α’ και Β’), η ΝΔ είναι αρκετά πιο συμπαγής παρά τις «ζημίες» προς τα δεξιότερα τμήματα του πολιτικού χάρτη.

Συμπέρασμα

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα παραπάνω, ο Γιώργος Τράπαλης εξηγεί πως:

  • «για τη Νέα Δημοκρατία το ταβάνι βρέθηκε στον β’ γύρο των Αυτοδιοικητικών Εκλογών. Όταν έχασε όλες πλην μιας της περιφέρειες που διεκδίκησε. Από τότε έγινε κατανοητό πως είναι αδύνατον να υπερβεί το 41% ακόμη και σε επόμενες εκλογές διότι όλες οι υπόλοιπες δυνάμεις είναι εναντίον της. Πόσο μάλλον όταν παρουσιάζει σημαντικές απώλειες εκ δεξιών της στη Δυτική Μακεδονία».
  • «για τον ΣΥΡΙΖΑ το τελικό ποσοστό του θα επηρεαστεί εν τέλει από την απήχηση του Στέφανου Κασσελάκη στο εκλογικό σώμα. Ο νεοφερμένος πολιτικός φαίνεται πως κερδίζει και κοινά που δεν ανήκαν ή που πιθανόν δεν θα επέλεγαν ΣΥΡΙΖΑ στην κάλπη».
  • «το ΠαΣοΚ θα χρειαστεί να βρει την οριζόντια αποτύπωση των άλλων δύο βασικών αντιπάλων του. Μέχρι τώρα εμφανίζει το προβληματικό χαρακτηριστικό των μικρών κομμάτων: τη δυσαναλογία των ποσοστών του ανά περιφέρεια (Αττική < Κρήτη). Αντιθέτως τα κόμματα που είναι εν δυνάμει κυβερνητικά εμφανίζουν ισορροπία και κατανομή δυνάμεων».