Ελεύθερος αφέθηκε ο 59χρονος που κρατούσε νεκρό για τρεις μήνες μέσα στο σπίτι στα Άνω Λιόσια τον 82χρονο πατέρα του και την περασμένη Παρασκευή έκαψε τη σορό του στην αυλή.
Ο 59χρονος αντιμετωπίζει τις κατηγορίες της παρασιώπησης ανεύρεσης νεκρού, της ψευδούς αναφοράς στην αρχή και της παράνομης οπλοκατοχής. Η δίκη του αναβλήθηκε για τις 12 Ιουνίου.
Ο κατηγορούμενος μίλησε στην κάμερα του Live News και περιέγραψε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το πως έκαψε και τεμάχισε τη σωρό του πατέρα του μέσα στην αυλή τους.
«Ήμασταν πολλοί δεμένοι. Δεν μπορούσα να τον αποχωριστώ, ακόμα και όταν πέθανε τον ήθελα δίπλα μου», λέει ο 59χρονος.
«Ημουν σε κατάσταση σοκ»
Και συνέχισε λέγοντας: «Αποφασίζω να τον φέρω εδώ, τον τραβάω με το στρώμα και βάζω φωτιά. Μόλις έσβησε η φωτιά, τον κατάβρεξα με λάστιχο. Τον άφησα 2-3 μέρες, καλύτερα να τον έθαβα αλλά δεν μπορούσα να τον αποχωριστώ».
Η περιγραφή του προκαλεί ανατριχίλα για το πώς έκαψε τη σορό του ηλικιωμένου πατέρα του, που πέθανε από παθολογικά αίτια. «Λειτούργησα εντελώς αψυχολόγητα, αλλά ήμουν σε κατάσταση σοκ» λέει στην κάμερα του Live News.
«Δεν είναι εύκολο να κάψεις τον άνθρωπο σου, αλλά λειτούργησα αψυχολόγητα. Ούτε μπορώ να δικαιολογήσω την καύση. Τα παλιά τα χρόνια τους καίγανε».
Η δίκη του 59χρονου αναβλήθηκε για τις 12 Ιουνίου με το δικαστήριο να αφήνει ελεύθερο τον γιο μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης καθώς τα αδικήματα που διέπραξε θεωρούνται πλημμελήματα.
Ζούσε με τον νεκρό πατέρα του για δύο μήνες
Ο πατέρας του, Γιώργος, που αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας, έπασχε από άνοια και ήταν κατάκοιτος.
Στις αρχές Φεβρουαρίου άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στην κατοικία του από παθολογικά αίτια, με τον γιο να περιγράφει σήμερα πώς εντόπισε νεκρό τον πατέρα του.
«Φτιάχνω καφέ και βλέπω ότι δεν αναπνέει. Πάνω στο σοκ δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Και ξαπλώνω να συνειδητοποιήσω ότι έχει φύγει».
Είναι αδιανόητο πως ο άνθρωπος αυτός ζούσε με τον νεκρό πατέρα του στο ίδιο σπίτι για δύο ολόκληρους μήνες, έως ότου ο σπιτονοικοκύρης του έκανε έξωση από το σπίτι.
«Τον νεκρό πατέρα μου τον είχα εδώ από 10 Φεβρουαρίου μέχρι 18 Απριλίου».
Ο 59χρονος διατηρούσε ανοιχτά τα παράθυρα και χρησιμοποιούσε ανεμιστήρες και αρωματικά για να διώχνει κουνούπια και μύγες για να μην μυρίζει.
Στο άκουσμα πως τον διώχνουν από το σπίτι, προχώρησε σε αυτή την αδιανόητη πράξη να σύρει μέχρι την αυλή τον νεκρό πατέρα του πάνω σε στρώμα, να του βάλει φωτιά και στη συνέχεια να τον τεμαχίσει.
«Πόδια και χέρια ξεκόλλησαν»
Όπως λέει, η απελπισία τον έφτασε σε αυτό το σημείο. Ομολόγησε ότι έκαψε τον πατέρα του, γιατί δεν είχε χρήματα για την ταφή του.
«Δεν έβγαινε. Σχεδόν ξεκόλλησαν. Το στρώμα με το στρώμα. Τα πόδια και χέρια ξεκόλλησαν», είπε ό ίδιος.
Η δυσοσμία στην γειτονιά στα Λιόσια ήταν αφόρητη με αποτέλεσμα οι γείτονες να καλέσουν την αστυνομία, η οποία αντίκρισε την απανθρακωμένη σορό.
«Μέσα στη θολούρα μου έγινε. Αλλά τι να κάνω τώρα… Και στο πορτοφόλι μου έχω τη φωτογραφία του. 50 χρόνια με αυτό τον άνθρωπο δεν μπορώ να τον ξεχάσω. Κι όταν στάθηκε δίπλα μου όλα αυτά τα χρόνια».
Ο 59χρονος οδηγήθηκε πρώτη φορά στα δικαστήρια το Σάββατο χωρίς δικηγόρο και εξετάστηκε από ψυχίατρο, ο οποίος έκρινε ότι δεν χρήζει νοσηλείας.
«Σκόπευα να δηλώσω την εξαφάνιση του πατέρα μου»
Ερωτηθείς ο 59χρονος πώς αντέδρασε όταν ανακάλυψε τον πατέρα του χωρίς σφυγμό απάντησε ότι πήγε στο δωμάτιο του και προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει αυτό που είχε συμβεί κι όπως ανέφερε ο ίδιος έλεγξε με διάφορους τρόπους αν είχε σφυγμό ο πατέρας του.
«Κατόπιν προσπάθησα να δω πώς μπορεί να γίνει η ταφή. Πήρα τηλέφωνο κάποια γραφεία και μου είπαν ποσά που εγώ εκείνη την ημέρα δεν μπορούσα να ανταποκριθώ», ανέφερε, ενώ ταυτόχρονα επεσήμανε ότι προσπάθησε ανεπιτυχώς μέσω του οικείου του περιβάλλον να δανειστεί χρήματα για την ταφή του πατέρα του, χωρίς ωστόσο να λέει τον λόγο που χρειάζεται τα χρήματα.
«Το θέμα είναι ότι εγώ δεν ήθελα να αποχωριστώ τον πατέρα μου, γιατί ήμασταν πολύ δεμένοι. Το ότι τον έκαψα ήταν μία πράξη απελπισίας, αντέδρασα αψυχολόγητα», υπογράμμισε ο 39χρονος μιλώντας με τον Νίκο Ευαγγελάτο.
Ενώ αποκάλυψε ότι σκόπευε να δηλώσει τον πατέρα του ως εξαφανισθέντα.
«Αφού δεν δήλωσα από τις πρώτες μέρες ότι πέθανε ο πατέρας μου και εγκλωβίστηκα σε αυτό τον κυκεώνα προσπαθούσα κάπως να αντιδράσω. Το σφάλμα μου ήταν που δεν σκέφτηκα να πάω στον δήμο ή σε κάποια άλλη υπηρεσία να ζητήσω βοήθεια για να γίνει η ταφή».