Με ελάχιστες μέρες να απομένουν έως τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, παρατηρεί κανείς εύκολα το πλέγμα των αντιφάσεων, οι οποίες προμηνύουν κάποιες εξελίξεις.
Η συζήτηση στην Ευρώπη και την Ελλάδα εξελίσσεται παράλληλα και ασύμπτωτα.
Σολτς και Μακρόν, από τη μία, επιχειρούν μία κάπως βεβιασμένη συμμαχία, όμως και οι δύο είναι πολιτικά «τσαλακωμένοι», ενώ Λεπέν και Μελόνι, από την άλλη, προετοιμάζονται να αναλάβουν πιο αναβαθμισμένο ρόλο σε μία Ένωση, που πιθανώς θα αντιμετωπίσει υπαρξιακά προβλήματα και ενδεχομένως θα μετατραπεί σε ένα πολιτικό και οικονομικό ναρκοπέδιο.
Υπό αυτήν την έννοια, θα άξιζε τον κόπο να δει κανείς τη ματαιότητα της προεκλογικής συζήτησης στα καθ’ ημάς.
Από τη μία έχουμε τον Μητσοτάκη να κάνει μία ομολογουμένως σχεδιασμένη και συνεπή προεκλογική καμπάνια, να θέτει διλήμματα, περισσότερο ή λιγότερο θεμιτά και ρεαλιστικά, να κάνει περιοδείες, να δίνει συνεντεύξεις και να λέει πέντε συγκεκριμένα πράγματα. Είτε αυτά αρέσουν, είτε όχι, τα όσα λέει και κάνει ο Πρωθυπουργός έχουν ένα πολιτικό περιεχόμενο.
Από την άλλη, το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος κινείται στη σφαίρα του σουρεαλισμού και του «παρατράγουδου».
Ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης μοιράζει δισεκατομμύρια και καταργεί φόρους, ενώ περιφέρεται από πρωινάδικο σε πρωινάδικο, από νησί σε νησί και από κοσμική εκδήλωση σε κοσμική εκδήλωση.
Ο αρχηγός του ΠαΣοΚ έχει προσκολληθεί στις προσωπικές του υποθέσεις και επιμένει να συναγωνίζεται το ΣΥΡΙΖΑ, από όπου όμως δεν φαίνεται όμως να παίρνει ψηφαλάκια, ενώ στα «χαμηλότερα» αναπτύσσεται ένας διαγωνισμός λαϊκισμού, εξαλλότητας και εκκεντρικότητας.
Η ασυμμετρία είναι φανερή, τόσο στο εσωτερικό του πολιτικού μας συστήματος, όσο και σε σχέση με την Ευρώπη και – κυρίως – με το βλέμμα στραμμένο στην επομένη των ευρωεκλογών.
Ποιες δυνάμεις θα επικρατήσουν και ποιοι συσχετισμοί θα διαμορφωθούν, προφανώς και έχει τεράστια σημασία και ευλόγως θα επηρεάσει τις εξελίξεις στην Ένωση και στην Ελλάδα.
Υπό αυτό το πρίσμα, καλό και θεμιτό είναι να θέλει ο καθένας να στείλει τα «μηνύματά» του στην κάλπη. Αρκεί να ξέρει τι ακριβώς θέλει να πει και ποιος είναι ο πραγματικός αποδέκτης.