Στην ίδια γειτονιά, στο ίδιο στενό από το 1958. Στην οδό Φραγκούδη στον αριθμό 26, πίσω από την Πάντειο, η τρίτη γενιά συνεχίζει την παράδοση της χειροποίητης ξυλορακέτας θαλάσσης. Ο Νίκος Παπαναστασίου και ο Γαβριήλ Παλαιοδήμος υποδέχονται το ΒΗΜΑ και μιλούν για «Το αγόρι», την ιστορία του και τις προκλήσεις του σήμερα.
«Το αγόρι» ίδρυσε ο Δημήτρης Φερεντίνος ως απόρροια της δικής του αγάπης για τα αθλήματα, αλλά και της δικής του ανάγκης να παίξει ρακέτες στην παραλία.
«Μετά τον πόλεμο, έβλεπε τους Άγγλους που παίζανε με ρακέτες του τένις στην παραλία και σκέφτηκε -επειδή ο ίδιος ήταν επιπλοποιός και επειδή δεν είχε τα χρήματα να αγοράσει ρακέτες του τένις- να φτιάξει κάτι αντίστοιχο. Το σχήμα των πρώτων δύο ρακετών που έφτιαξε είναι αντίγραφο ρακετών του τένις», αναφέρει ο Γαβριήλ Παλαιοδήμος.
«Το αγόρι»: Όλα ξεκίνησαν το 1958
Ο Νίκος Παπαναστασίου, συμπληρώνει: «Επειδή το ξύλο ήταν λίγο βαρύ, δεν τον βόλευε στο παιχνίδι. Σκέφτηκε λοιπόν έναν άλλο τρόπο για να γίνει το παιχνίδι πιο ευχάριστο και πιο εύκολο: έκανε την πατέντα, που υπάρχει μέχρι σήμερα, με τα κενά αέρος.
Η πατέντα αυτή είναι δική του επινόηση και κατοχυρωμένη. Τα κενά αέρος βοηθούν στο να δημιουργηθούν ρακέτες διαφόρων βαρών, αλλά κυρίως απορροφούν τους κραδασμούς και το παιχνίδι είναι πιο εύκολο και πιο γρήγορο».
Το βλέμμα στρέφεται στη φωτογραφία του αείμνηστου Δημήτρη Φερεντίνου να παίζει ρακέτες στον Αστέρα Βουλιαγμένης, δεκαετίες πίσω. Ήλιος, αμμουδιά και παιχνίδι. Όλα ξεκίνησαν κάπως έτσι. Η διαφήμιση του προϊόντος του ήταν ο ίδιος.
«Έμαθε ξεκινώντας με κάποιους φίλους από την Αλεξάνδρεια, η οποία είναι και η γενέτειρα του παιχνιδιού. Ξεκίνησε να παίζει και αυτή ήταν ουσιαστικά η διαφήμιση που έκανε», σημειώνει ο Γαβριήλ.
«Το αγόρι» προέκυψε έτσι αυθόρμητα και αφιλτράριστα. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η ξυλορακέτα στην Ελλάδα, με τον Δημήτρη Φερεντίνο να θεωρείται «πατέρας» της.
Πώς προέκυψε το όνομα του brand
Μόνο ωραίες ιστορίες. Μία ακόμα συνοδεύει το όνομα του brand. Ο Νίκος, μάς εξηγεί: «Άρχισε να πουλάει τις ρακέτες με μια τσάντα στις παραλίες, στο Φάληρο, στον Άλιμο και στη Βουλιαγμένη.
Επειδή δεν ήξεραν το όνομά του, φώναζαν “Αγόρι, έλα να σου πούμε”. Σκεφτόταν πώς να τις ονομάσει κι αφού όλοι ως αγόρι τον ήξεραν αποφάσισε να δώσει στις ρακέτες αυτό το όνομα». Και εγένετο «Το αγόρι».
Η σύντροφός του, Μαρία Παπαναστασίου, είναι ο άνθρωπος που θα πάρει τα ηνία της επιχείρησης μετά τον αιφνίδιο θάνατό του, το 1992. «Ήταν από τις λίγες γυναίκες εκείνη την εποχή που τις έβλεπες στην κορδέλα να κόβουν μία-μία τις ρακέτες.
Αν δεν υπήρχε η Μαρία Παπαναστασίου δεν θα υπήρχε “Το Αγόρι”». Η Μαρία Παπαναστασίου, ως ο ενδιάμεσος κρίκος, συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να μετεξελίξει όσα ο Φερεντίνος είχε από το μηδέν καταφέρει. Ήταν εκείνη που επέκτεινε το δίκτυο καταστημάτων, τα 2 βασικά μοντέλα τα έκανε 3-4, μεγάλωσε τον χώρο, αγόρασε καινούργια μηχανήματα.
Τρίτη γενιά
Η τρίτη γενιά, ο Νίκος (ανιψιός της Μαρίας Παπαναστασίου) και ο Γαβριήλ, φίλοι από παιδιά, αγάπησαν πολύ «Το αγόρι» και αποφάσισαν να συνεχίσουν την παράδοση. «Η ιστορία μου στο Αγόρι ξεκίνησε τυχαία. Ήρθα για να κάνω πρακτική.
Είχα τελειώσει δύο σχολές ηλεκτρολόγος εσωτερικών εγκαταστάσεων και είχα έρθει ένα καλοκαίρι να κάνω τα ηλεκτρολογικά. Και είπα να δοκιμάσω με τις ρακέτες γιατί μου άρεσε πολύ να δουλεύω με τα χέρια. Έτσι κι έγινε. Μου άρεσε πάρα πολύ. Το ένα καλοκαίρι έγινε 27 χρόνια. Από 1997 είμαι εδώ, 3-4 χρόνια μετά ήρθε και ο Γαβριήλ».
«Είναι η σχέση μας, είναι η αγάπη για το αντικείμενο, είναι και η ανάγκη να συνεχίσουμε και την παράδοση. Δεν το βλέπουμε μόνο ως δουλειά, αλλά και ως μια συνέχεια. Είναι μικρόβιο, κολλάς με τα χρόνια. Εγώ, δεν είμαι εξ αίματος συγγενής, όμως γίναμε οικογένεια», θα πει ο Γαβριήλ.
«Το αγόρι» συνεργάζεται με μεγάλες αθλητικές αλυσίδες, αλλά σαφέστατα όποιος θέλει υπάρχει και το σημείο λιανικής επί της οδού Φραγκούδη. «Έρχονται από όλες τις πλευρές της Αθήνας. Τα τελευταία 2-3 χρόνια έχει αυξηθεί το ποσοστό των ξένων τουριστών που έρχεται στη χώρα και εκδηλώνει το ενδιαφέρον του για την ξυλορακέτα. Μας διαφημίζουν και οι Έλληνες του εξωτερικού.
Έρχονται και μας λένε “παίζουμε στις λίμνες στη Γενεύη, παίζουμε, στο Hyde Park”. Εξάγουμε σταθερά στο Κουβέιτ, στην Αμερική και στην Κύπρο. Κατά καιρούς έχουμε δώσει στην Αίγυπτο και στην Ιταλία. Συνεργαστήκαμε και με την Amazon, δυστυχώς όμως την πρώτη χρονιά του COVID. Πρόσφατα στείλαμε στην Γκόα στην Ινδία. Όπου μπορείς να σκεφτείς έχουμε στείλει ρακέτες», προσθέτουν.
«Μπορεί να φτιάξουμε χίλιες ρακέτες και οι χίλιες δεν θα είναι ίδιες», αυτό σημαίνει χειροποίητο
Οι ιστορίες δεν τελειώνουν. «Έχουμε γίνει μάρτυρες πολύ συγκινητικών ιστοριών. Κάποιος έχασε τον πατέρα του και ήρθε με τη ρακέτα του που του την είχε κάνει δώρο και μας είπε ότι με αυτή έπαιζαν μαζί. Ένα από τα πολλά παραδείγματα.
Δεν είναι απλό αξεσουάρ καλοκαιριού. Οι περισσότεροι που το αγαπούν έχουν πίσω τους ιστορίες 25-20 χρόνων. Για τους περισσότερους οι ξυλορακέτες είναι συνδεδεμένες με τις παιδικές αναμνήσεις τους, με ένα συναίσθημα ξεγνοιασιάς».
Κάθε ξυλορακέτα στο Αγόρι περνά από τα χέρια του Νίκου και του Γαβριήλ. Κάθε ξυλορακέτα έχει την προσωπική τους «υπογραφή». «Μπορεί να φτιάξουμε χίλιες ρακέτες και οι χίλιες δεν θα είναι ίδιες. Ανεπαίσθητα θα έχει μία απειροελάχιστη διαφορά. Δηλαδή ο πελάτης παίρνει ένα μοναδικό προϊόν», λένε σχεδόν ταυτόχρονα. Οι δυο τους σε κάθε στάδιο της παραγωγής.
Από το ξεφόρτωμα ενός φορτηγού που θα έρθει με τέσσερις τόνους ξυλεία και το κόψιμο σε συγκεκριμένα πάχη, μέχρι το φινίρισμα και το φόρτωμα στο φορτηγό που θα τις διανείμει. Όλα γίνονται στο χέρι. Το μόνο που δεν γίνεται πια στο χέρι είναι η κοπή του αρχικού σχήματος, μετά από την παρότρυνση των πελατών.
«Το αλλάξαμε γιατί υπήρχαν κάποιες οπτικές ατέλειες που δεν τους άρεσαν. Κάναμε αυτή την προσαρμογή χωρίς να επηρεάσουμε τον χειροποίητο χαρακτήρα της ρακέτας και γι’ αυτό έχουμε και περιορισμένη παραγωγή».
10 στάδια παραγωγής
Οι ξυλορακέτες περνούν από 16 στάδια παραγωγής και φτιάχνονται από δύο διαφορετικά είδη ξύλου. Το εξωτερικό είναι από κόντρα πλακέ θαλάσσης σε τρία διάφορα πάχη και το εσωτερικό από σουηδικό μαδέρι που είναι από έλατο.
«Η πρώτη και βασική “μελέτη” είναι να δώσεις σε κάποιους χειμερινούς -πολύ καλούς- παίκτες να δοκιμάσουν ένα νέο μοντέλο. Εκεί παίρνεις το πρώτο feedback για να δεις αν αυτό που σκέφτεσαι αξίζει να το προχωρήσεις ή να σταματήσεις.
Κάθε νέο μοντέλο μας χρειάζεται να δοκιμαστεί τουλάχιστον δύο χρόνια για να δούμε την αντοχή του και μετά πάμε σε παραγωγή. Το προϊόν μας κρατάει πάρα πολλά χρόνια (20-25 χρόνια). Και είμαστε τόσο σίγουροι για την ποιότητά του δίνουμε διετή εγγύηση», αναφέρουν.
Ο πελάτης εμπιστεύεται «Το αγόρι» και επιστρέφει. Άλλοτε γεμάτος αναμνήσεις κι άλλοτε έτοιμος να τις φτιάξει μαζί με τα δικά του παιδιά, τα οποία και φυσικά θα βρουν ξυλορακέτες στα μέτρα τους.
Ο Νίκος Παπαναστασίου ολοκληρώνει τη σκέψη του, αναφέροντας: «Ξεκινήσαμε από μια απλή ξυλορακέτα, αλλάξαμε τα σχήματα και τώρα πια έχουμε φτάσει στο να έχουμε ρακέτες που στο εσωτερικό τους έχουν άνθρακα για καλύτερη απορρόφηση κραδασμών».
«Νιώθουμε ότι δίνουμε χαρά», εξομολογείται ο Γαβριήλ Παλαιοδήμος και συμπληρώνει: «μιλάμε για το κατεξοχήν λαϊκό άθλημα με την ξυλορακέτα να είναι σήμα κατατεθέν του ελληνικού καλοκαιριού».