Έκλεισαν 11 ημέρες σερί δίχως λιγνίτη στη ζωή μας. Για πρώτη φορά στην ενεργειακή ιστορία της Ελλάδας, η ηλεκτροπαραγωγή των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ ήταν μηδενική για 264 συνεχόμενες ώρες, καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 235 ωρών χωρίς «κάρβουνο» που είχε καταγραφεί στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Άλλες τέσσερις φορές, σύμφωνα με στοιχεία που έχει επεξεργαστεί το Green Tank, είχε μηδενιστεί η λιγνιτική παραγωγή εντός του 2023: για ένα οκταήμερο το διάστημα 26 Σεπτεμβρίου – 4 Οκτωβρίου, για 87 ώρες την περίοδο 1 – 5 Ιουλίου, για 64 ώρες από 7 έως 10 Ιουλίου και για 38 ώρες στις 20-21 Αυγούστου.
Η πρώτη φορά που το άλλοτε «εθνικό» μας καύσιμο δεν είχε παρουσία στο ενεργειακό μείγμα της χώρας ήταν μεταξύ 8 και 9 Ιουνίου του 2020 για 38 ώρες.
Η απολιγνιτοποίηση
Την τελευταία πενταετία, το σχέδιο απολιγνιτοποίησης επιταχύνθηκε, ακόμη και στα χρόνια της ενεργειακής κρίσης. Μάλιστα, το διάστημα Ιανουαρίου – Μαρτίου 2024 ο λιγνίτης με 1.050 GWh (γιγαβατώρες) είχε τη χαμηλότερη παραγωγή συγκριτικά με τα αντίστοιχα τρίμηνα της τελευταίας δεκαετίας, καλύπτοντας μόλις το 8,4% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι αξιοσημείωτο ότι, δέκα χρόνια πριν, τους τρεις πρώτους μήνες του 2014, η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη έφτανε τις 6.119 GWh.
Σύμφωνα με τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ για το πρώτο τρίμηνο του 2024 το μέσο μερίδιο της ΔΕΗ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα μειώθηκε σε 33% από 39% το α’ τρίμηνο 2023.
Η μείωση οφείλεται κυρίως στη χαμηλότερη παραγωγή από τις λιγνιτικές μονάδες καθώς η επιχείρηση, όπως αναφέρεται στη σχετική παρουσίαση, «συνεχίζει την υλοποίηση του πλάνου της για την πλήρη απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού της μείγματος μέχρι το 2026». Μάλιστα, η πτώση της λιγνιτικής παραγωγής κατά 27% (σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2023) οδήγησε και σε περιορισμό των εκπομπών CO2 κατά 18%.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο αναλυτής πολιτικής του Green Tank κ. Νίκος Μάντζαρης, μπορεί ο λιγνίτης να μηδενίζεται, όμως στο ενεργειακό μείγμα της χώρας επανέρχεται το φυσικό αέριο, παρά την κατακόρυφη μείωση που πέτυχε η Ελλάδα τη διετία της ενεργειακής κρίσης χάρη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) και τον περιορισμό της ζήτησης.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, «η συνταγή για τη μετάβαση είναι να πάμε από το κάρβουνο στις ΑΠΕ».
Αναγκαίος μηχανισμός διαθεσιμότητας ισχύος για το αέριο
Σε κάθε περίπτωση, όπως ανέφερε ανώτατο στέλεχος μεγάλου ενεργειακού ομίλου, μιλώντας στο περιθώριο του Eurelectric Eurelectric Power Summit 2024 που πραγματοποιήθηκε το προηγούμενο διήμερο στο Λαγονήσι, η απόσυρση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής δημιουργεί «χώρο» στο ηλεκτρικό σύστημα για μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο, οι οποίες, λόγω της αυξημένης διείσδυσης των στοχαστικών ΑΠΕ, καθίστανται αναγκαίες ως εφεδρικές πηγές ενέργειας (και όχι ως μονάδες βάσης) που θα πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμες για την ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος.
Ωστόσο, όπως επεσήμανε η ίδια πηγή, για τη βιωσιμότητα των μονάδων αερίου είναι απαραίτητος ένας μηχανισμός αποζημίωσης διαθεσιμότητας ισχύος που θα εξασφαλίζει ότι θα ανακτούν το κόστος για τη λειτουργία και τη συντήρησή τους, παρότι θα λειτουργούν για πολύ λιγότερες ώρες στο μέλλον, σε σχέση με σήμερα, ώστε να παραμείνουν ως εφεδρείες.
Ήδη από την περασμένη Τρίτη, οι Μηχανισμοί Διαθεσιμότητας Ισχύος, έπειτα από την έγκριση της μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού (Target Model), αποτελούν ένα νέο «εργαλείο» το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει και η Ελλάδα.