Μετέωροι βρίσκονται χιλιάδες ασφαλισμένοι οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι τις δυνατότητες που τους δίνει το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, έχουν υποβάλλει αίτηση για σύνταξη αναπηρίας, επιθυμούν ωστόσο να συνεχίσουν την εργασία τους.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι ότι σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για να υποβάλλει κάποιος αίτηση για σύνταξη αναπηρίας θα πρέπει να έχει διακόψει την εργασία του.
Πρόκειται για μια ακόμα διάκριση εις βάρος ευάλωτων μελών της κοινωνίας, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον είναι δύσκολο να βρει κανείς εργασία ιδιαίτερα αν αντιμετωπίζει πρόβλημα με αναπηρία. Ενώ οι αρμόδιοι κάνουν λόγο για κίνητρα προς τους συνταξιούχους να συνεχίσουν να εργάζονται η απαραίτητη προϋπόθεση να διακόψει κανείς την εργασία του για να κάνει αίτηση για σύνταξη αναπηρίας λειτουργεί ως βασικό αντικίνητρο.
«Είμαι 63 ετών και έχω πιστοποίηση από την επιτροπή ΚΕΠΑ για ποσοστό αναπηρίας 90%. Εργάζομαι στον ιδιωτικό τομέα. Καθώς αντιμετωπίζω σοβαρό πρόβλημα υγείας και τα ιατρικά μου έξοδα συνεχώς αυξάνονται θα ήθελα να έχω τη δυνατότητα να συνεχίσω να εργάζομαι, όσο αυτό μου είναι δυνατόν, και ταυτόχρονα, εφόσον πληρώ τις προϋποθέσεις, να κάνω αίτηση για σύνταξη αναπηρίας.
Είχα την εντύπωση ότι με το νέο νόμο θα μπορούσα να το κάνω, αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι τα πράγματα, καθώς μου λένε ότι για να κάνω αίτηση πρέπει να διακόψω την εργασία μου. Όπως αντιλαμβάνεστε είναι δύσκολη απόφαση γιατί αν διακόψω την εργασία μου θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρω νέα δουλειά αφού βγει η σύνταξή μου, κάτι το οποίο μου δίνει το δικαίωμα ο νέος νόμος. Όπως αντιλαμβάνεστε όλο αυτό παράλογο και έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα του νέου νόμου, που υποτίθεται ότι θέλει να δώσει κίνητρα σε συνταξιούχους να συνεχίσουν να απασχολούνται», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ Γιώργος Κανάκης, ιδιωτικός υπάλληλος.
Πριν λίγο καιρό η υπουργός Εργασίας κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου είχε προκαλέσει αντιδράσεις καθώς, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή, είχε αναφέρει ότι οι συνταξιούχοι που αισθάνονται ότι μπορούν να δουλέψουν έχοντας ενέργεια και δύναμη θα ήταν καλό να δουλεύουν. Πώς όμως είναι δυνατόν να δουλεύουν όταν υποχρεώνονται να διακόψουν την εργασία τους για να υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης;
Όπως υπογραμμίζει ο δικηγόρος – εργατολόγος κ Γ. Κουτσούκος μιλώντας στο ΒΗΜΑ «η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι αντιφατική και δημιουργεί μια στρέβλωση. Είναι κάτι που το γραφείο μας συναντά καθημερινά σε υποθέσεις που τρέχουμε και έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα του νέου νομοθετικού πλαισίου. Δημιουργεί προβλήματα σε πολλούς ανθρώπους που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας και βρίσκονται μπροστά στη δυσάρεστη έκπληξη να έρχεται ο ΕΦΚΑ εκ των υστέρων και να τους ζητάει τη διακοπή της εργασίας τους προκειμένου να τους χορηγήσει σύνταξη.
Μάλιστα δεν αναγνωρίζει την υποχρέωση να τους χορηγήσει τη σύνταξη αναδρομικά από τότε που κατέθεσαν το αίτημα. Αυτές οι στρεβλώσεις που είναι διαχρονικές στην κοινωνική ασφάλιση οφείλονται στο πολυδαίδαλο της σχετικής νομοθεσίας. Δυστυχώς λόγω της βιασύνης και της προχειρότητας που υπάρχει σε νομοθετικό επίπεδο δεν έχουμε μια συντονισμένη νομοθετική πρωτοβουλία, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να ταλαιπωρούνται χωρίς λόγο».
Τις αντιδράσεις της σχετικά με το ζήτημα αυτό εκφράζει και η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία. Σε επικοινωνία με το ΒΗΜΑ εκπρόσωπος της ομοσπονδίας ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «από τις 22/1/2024 η ΕΣΑμεΑ διαμαρτυρήθηκε με επιστολή της προς το υπουργείο Εργασίας σχετικά με τον αυθαίρετο τρόπο που ορίστηκαν οδηγίες για την απασχόληση συνταξιούχων με αναπηρία, χωρίς να ζητηθεί πρώτα η σύμφωνη γνώμη της Ε.Σ.Α.μεΑ. Στην εν λόγω εγκύκλιο διαπιστώνεται ότι απαιτείται η με οποιονδήποτε τρόπο διακοπή της υπακτέας στην ασφάλιση εργασίας.
Με την συγκεκριμένη αναφορά αναιρείται εν πολλοίς η αξία της πρόσφατης ρύθμισης με την οποία δόθηκε στους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας δυνατότητα απασχόλησης χωρίς επιπτώσεις στη συνταξιοδότηση. Τούτο δε καθ΄ όσον η απαίτηση της εγκυκλίου για διακοπή εργασίας, προκειμένου να προχωρήσει η συνταξιοδότηση, αντιστρατεύεται τη βασική λογική της παροχής δυνατότητος εργασίας στους συνταξιούχους λόγω αναπηρίας.
Η ΕΣΑμεΑ εκφράζει την πλήρη διαφωνία της με την προαναφερόμενη απαίτηση της διακοπής της εργασίας ή της απασχόλησης, προκειμένου να ενταχθεί κάποιος στην ευεργετική αυτή ρύθμιση, διότι πέραν των όσων προαναφέρθηκαν, δημιουργείται άνευ λόγου, πρόσθετη ταλαιπωρία στον δικαιούχο».
Το ΒΗΜΑ επικοινώνησε με το γραφείο της κυρίας Μιχαηλίδου εκπρόσωπος της οποίας μας είπε: «Tον Δεκέμβριο που δόθηκε η δυνατότητα στους συνταξιούχους αναπηρίας να συνεχίσουν να εργάζονται, η προϋπόθεση που ίσχυε παλιότερα και η οποία τους υποχρέωνε να διακόψουν την εργασία τους, δυστυχώς δεν τροποποιήθηκε. Σε κάθε περίπτωση η υπουργός έχει δεσμευτεί και δημόσια ότι αυτό θα αλλάξει. Γίνεται η σχετική επεξεργασία και αναμένεται να δούμε σύντομα τη διάταξη να κατατίθεται στη Βουλή». Ωστόσο, όπως αναφέρει ο εκπρόσωπος της ΕΣΑμεΑ «παρά τις προφορικές βεβαιώσεις που δίνονται από το υπουργείο έχουν περάσει πέντε μήνες και ακόμη δεν έχει γίνει τίποτα».
«Να σημειωθεί ότι με πληροφόρησαν ότι πρέπει να μπω να δηλώσω ότι συνεχίζω να εργάζομαι σε μια πλατφόρμα που έχει ανοίξει ο ΕΦΚΑ. Μάλιστα αν δεν το δηλώσει κάποιος κινδυνεύει με πρόστιμο που αναλογεί σε 12 συντάξεις. Εκεί υπάρχει υποκατηγορία που λέει ότι μπορώ να δηλώσω ότι έχω κάνει αίτηση για σύνταξη αναπηρίας. Πώς είναι δυνατόν να με υποχρεώνουν να δηλώσω κάτι, αλλά ταυτόχρονα να απαιτούν να διακόψω την εργασία μου; Είναι από τα παράλογα του ελληνικού κράτους. Είναι σαν να βάζουμε και πάλι το κάρο μπροστά από το άλογο», σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ Κανάκης.
Η αναπηρία σε αριθμούς
1. Ο πληθυσμός των ατόμων με αναπηρία 15 ετών και άνω εκτιμάται στο 10% του πληθυσμού. Σε απόλυτους αριθμούς τα άτομα με αναπηρία, με βάση την έρευνα αναφοράς και την επεξεργασία του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας, εκτιμήθηκαν σε 1.054.735 .
2. Το ποσοστό των ατόμων με αναπηρία 20-64 ετών που μετέχουν στον ενεργό πληθυσμό (εργατικό δυναμικό) βρέθηκε να είναι στο ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό του 23,7%.
3. Ο δείκτης απασχόλησης των νέων και ενηλίκων ως 44 ετών ανέρχεται μόλις στο 12,5%, όταν στην ίδια ηλικιακή ομάδα, τα άτομα χωρίς αναπηρία είναι ενταγμένα στην απασχόληση σε ποσοστό 58%.