Ήμουν εκεί. Στη γωνία της 23ης Oδού και της Λεωφόρου Παρκ. Είχα μόλις αναδυθεί από τα έγκατα του Μεγάλου Μήλου στην γυαλιστερή του επιφάνεια. Το βλέμμα μου σκαρφάλωσε και χάθηκε – μαζί με τους ορόφους του απέναντι κτιρίου – στα σύννεφα που εκείνο το ανοιξιάτικο μεσημέρι πύκνωναν χαμηλά στον ουρανό της Νέας Υόρκης. Ήμουν στ’ αλήθεια εκεί. Ο αδιάκοπος βόμβος της πόλης που τρύπωνε στα αυτιά μου κι ο αέρας που συχνά δέρνει το Μανχάταν και τώρα πάγωνε τη συγκίνηση στα μάγουλά μου μ’ έπεισαν από την πρώτη στιγμή πως δεν το ονειρευόμουν μονάχα πια.
Την έβλεπα για χρόνια σε ταινίες και σειρές. Περιπλανιόμουν κι εγώ στις φαρδιές οδούς και τις ατέλειωτες λεωφόρους μαζί με τους πρωταγωνιστές. Την έβλεπα στα ταξιδιωτικά περιοδικά – όταν ακόμα αυτά μεσουρανούσαν – και αργότερα στο Ίνσταγκραμ όπου δημοσιεύονται εκατοντάδες εικόνες από τη Νέα Υόρκη ανά λεπτό. Κάποια στιγμή, το ομολογώ, την έβλεπα ακόμα και στον ύπνο μου. Κι εκείνο που μόλις βρέθηκα εκεί με εντυπωσίασε περισσότερο κι από τον φημισμένο της ορίζοντα την ώρα που σουρουπώνει ήταν η ειλικρίνεια. Δεν έχω βρεθεί ποτέ ξανά σε πιο ειλικρινή πόλη. Η Νέα Υόρκη είναι ακριβώς αυτό που βλέπεις στις φωτογραφίες. Ποζάρει φυσικά, δεν ψεύδεται. Όπως επίσης και δεν κοιμάται. Ποτέ.
Είναι αλήθεια αυτό που λένε. Όχι απλά δεν κοιμάται. Τούτη η πόλη είναι ένα καζάνι που κοχλάζει ασταμάτητα, σταθερά, σε δυνατή φωτιά. Και κάθε τόσο βλέπεις τουλούπες ατμού να βγαίνουν από τα φρεάτια της. Ξεκινούν αθώα με αχνές τούφες που ίσα που τις παρατηρείς κι ύστερα φουντώνουν και τότε είναι που επιστρατεύονται τα εμβληματικά εκείνα πορτοκαλί φουγάρα, μπροστά από τα οποία πόζαρε πρόσφατα μέχρι και η Εμμα Στόουν για το αφιέρωμα του NYT Mag στους μεγάλους ερμηνευτές του 2023.
Αυτά τα φουγάρα, που σήμερα είναι πιο λαοφιλή κι από το Εμπάιερ Στέιτ Μπίλντινγκ, ουσιαστικά είναι βαλβίδες εκτόνωσης. Γιατί οι ζυμώσεις είναι πέρα από κάθε φαντασία. Οι ταχύτητες, ο κόσμος, τα μεγέθη τόσο διαφορετικά. Ακόμα και η φασαρία είναι μέρος της ενέργειας της πόλης. Όσο κι αν αυτό το ξέρεις, όταν το βλέπεις με τα ίδια σου τα – πελαγωμένα από την πολλή πληροφορία – μάτια, όπως και να το κάνεις σε εκπλήσσει. Στη Νέα Υόρκη αισθάνθηκα από την πρώτη στιγμή κάτι εντελώς πρωτόγνωρο: όσο κι αν ήταν όλα καινούρια και πέρα για πέρα εντυπωσιακά, ήταν ταυτόχρονα και πάρα πολύ οικεία – η ειλικρίνεια που λέγαμε.
Αμέτρητα άρθρα, βιβλία και οδηγοί έχουν γραφτεί και θα γραφτούν άλλα τόσα για την εντυπωσιακή μητρόπολη. Η πληροφορία είναι άφθονη και ελεύθερη εκεί έξω για κάθε επίδοξο επισκέπτη. Και αυτή η πόλη – χωρίς καμιά υπερβολή – έχει τα πάντα. Γι’ αυτό και, κατά την ταπεινή μου άποψη, o καλύτερος τρόπος να επισκεφθεί και να βιώσει κανείς την πόλη όπου τα πάντα είναι, θεωρητικά, δυνατά είναι να κάνει τον κόπο, να ψάξει, να βρει που μπορεί να συναντιέται μαζί της και να αφεθεί σε αυτό. Αυτός είναι ο λόγος που, έπειτα από μεγάλη περισυλλογή, αποφάσισα να μην γράψω ακόμα έναν οδηγό, αλλά να μοιραστώ το βίωμα μου και να καταρρίψω μερικούς από τους μεγαλύτερους μύθους και να επισημάνω τις συνήθεις παρανοήσεις γύρω από την Νέα Υόρκη.
Καταρχάς , τούτη η πόλη είναι βαθιά παρεξηγημένη ως προς τη μετακίνηση. Απαξ όμως και καταλάβεις και πώς λειτουργούν οι δρόμοι και το μετρό, είναι η ευκολότερη πόλη στον κόσμο. Αχανής αλλά εύκολη στην πλοήγηση. Υπάρχουν πολλές παρανοήσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τόσο οι μόνιμοι κάτοικοι όσο και οι εκατομμύρια επισκέπτες που υποδέχεται κάθε χρόνο περιηγούνται στη μητρόπολη.
Το σύστημα του μετρό μπορεί να φαίνεται περίπλοκο στην αρχή, αλλά είναι καλά χαρτογραφημένο και εύχρηστο μόλις το συνηθίσεις. Υπάρχουν πολυάριθμες διαθέσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων εφαρμογών και ιστότοπων, που σε βοηθούν να σχεδιάσεις τη διαδρομή σου. Οι σταθμοί και οι συρμοί διαθέτουν σαφή σήμανση και συχνά υπάρχει διαθέσιμο προσωπικό που μπορεί να βοηθήσει με οδηγίες.
Επιπλέον, το μετρό δεν είναι πάντα γεμάτο και βρώμικο. Υπάρχουν σταθμοί που λόγω παλαιότητας και μεγαλύτερης κίνησης είναι σε κακή όντως σε κάκη κατάσταση, όμως η Μητροπολιτική Αρχή Μεταφορών έχει κάνει σημαντικές βελτιώσεις με την πάροδο των ετών. Πολλές γραμμές και σταθμοί έχουν ανακαινιστεί και τα νεότερα τρένα είναι πιο άνετα και πιο καθαρά. Ωστόσο, δεν αποτελεί μύθο πως τα άδεια βαγόνια καλό είναι αποφεύγονται. Είναι η νούμερο ένα συμβουλή που θα σου δώσουν οι Νεοϋορκέζοι σε σχέση με το μετρό και καλό είναι να την ακολουθήσεις. Πάθανε άλλοι και μάθανε, δεν χρειάζεται να την πάθουμε κι εμείς.
Μαζί με το εκτεταμένο σύστημα συγκοινωνιών, τα τελευταία χρόνια η πόλη έχει αυξήσει τους ποδηλατόδρομους και τα προγράμματα κοινόχρηστων ποδηλάτων, όπως το Citi Bike, καθιστώντας το ποδήλατο μια βιώσιμη επιλογή για πολλούς. Με πάνω από 1.300 μίλια ποδηλατοδρόμων σε ολόκληρη την πόλη, το ποδήλατο έχει γίνει πολύ δημοφιλές πια μεταξύ των Νεοϋορκέζων αλλά και επισκεπτών, μιας και είναι ένας από τους αμεσότερους τρόπους για να εξερευνήσει κανείς την πόλη και να γίνει ένα με τους ντόπιους.
Το ίδιο ισχύει φυσικά και για το περπάτημα. Μην ακούς αυτά που λένε. Οι περισσότερες γειτονιές της Νέας Υόρκης και ιδίως του Μανχάταν είναι απόλυτα φιλικές προς τους πεζούς με φαρδιά φλατ πεζοδρόμια και ειδικές ζώνες για πεζούς. Τα πάρκα, οι προκυμαίες και οι διάφοροι εναλλακτικοί χώροι πρασίνου, που όλο και πληθαίνουν με τα χρόνια, παρέχουν εκπληκτικές διαδρομές, μιας και ολόκληρη η πόλη είναι γεμάτη από αρχιτεκτονικά διαμαντάκια, ιδιαίτερα καταστήματα και εστιατόρια που κάνουν το περπάτημα απόλαυση.
Μία από τις μεγαλύτερες παγίδες στις οποίες πέφτουμε οι επισκέπτες συνήθως, ιδιαίτερα κατά την πρώτη μας επίσκεψη στο Μεγάλο Μήλο, είναι πως Νέα Υόρκη είναι το Μανχάταν. Λάθος μέγα. Παρόλο που ομολογουμένως το Μανχάταν είναι το πιο διάσημο τμήμα της Νέας Υόρκης, κάθε μια από τις υπόλοιπες τέσσερις συνοικίες – Μπρούκλιν, Κουίνς, Μπρονξ και Στάτεν Άιλαντ – έχει κι αυτή τα δικά της μοναδικά αξιοθέατα, τις δικές μοναδικές γειτονιές που αξίζουν να τις εξερευνήσει κανείς. Τα φέρι μποτ της Νέας Υόρκης κοστίζουν από τίποτα έως κάτι ελάχιστο και αποτελούν τον πιο ευχάριστο και ξεκούραστο τρόπο εξερεύνησης των γύρω περιοχών.
Για πόλη με πάνω από οκτώ εκατομμύρια κατοίκους, ο συνωστισμός μοιάζει με πάγια κατάσταση που ως επισκέπτης δεν έχεις παρά να υπομείνεις. Ε, λοιπόν, όχι απαραίτητα, θα τολμήσω να πω. Ενώ ορισμένα δημοφιλή σημεία, όπως η Τάιμς Σκουέαρ είναι σχεδόν πάντα πήχτρα, υπάρχουν πολλά ήσυχα, λιγότερο πολυσύχναστα μέρη στην πόλη. Πολλές γειτονιές, πάρκα ακόμα και μουσεία προσφέρουν γαλήνια καταφύγια και, μάλιστα, αυτά είναι που συνήθως προτιμούν και οι ντόπιοι. Αυτοί ξέρουν.
Ωστόσο, τα Σαββατοκύριακα είναι λες και ολόκληρη η πόλη ξεχύνεται στους δρόμους. Μαγαζιά, πλατείες, καφέ, εστιατόρια, χώροι πρασίνου γεμίζουν όλα κόσμο, μουσικές, ανθρώπινη δραστηριότητα. Οπότε, καλό είναι ειδικά τα Σαββατοκύριακα να έχεις προνοήσει, για παράδειγμα, να κλείσεις τραπέζι στο εστιατόριο που θες οπωσδήποτε να δοκιμάσεις ή εισιτήριο για κάποια εκδήλωση που δεν θες με τίποτα να χάσεις.
Αφησα για το τέλος μία μεγάλη – και ίσως την πιο κοινώς αποδεκτή – αλήθεια. Η κινητήριος δύναμη και το μόνο σταθερό χαρακτηριστικό εδώ και δεκαετίες της Νέας Υόρκης είναι η αλλαγή. Καμιά πόλη του κόσμου δεν είναι τόσο ρευστή, τόσο ευμεταύλητη. Οι γειτονιές μεταμορφώνονται μέσα σε λίγους μήνες, οι πληθυσμοί μετακινούνται σταθερά, στον ορίζοντά της προστείθεται σχεδόν κάθε χρόνο ένας ακόμα ατσάλινος τιτάνας. Ο ρυθμός της αλλαγής είναι τόσο ιλιγγιώδης που σκέφτομαι πως η πόλη που γνώρισα τις δύο εβδομάδες που ήμουν εκεί μπορεί σε λίγο καιρό να είναι μια άλλη. Λες και το κάνει επίτηδες για να μην μπορεί ποτέ κανείς να πει στ’ αλήθεια πως την ξέρει, για να διατηρεί πάντα το μυστήριο αναλίωτο, τη γοητεία της ατόφια. Ας είναι… Δεσμεύομαι να επιστρέφω όσο συχνότερα μπορώ και να την αφουγκράζομαι.