Λιγότερο από 20 ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές το κλίμα μοιάζει ολοένα και πιο τεταμένο, σε ορισμένες περιπτώσεις πολωμένο. Οι τελευταίες επιθέσεις εναντίον πολιτικών στη Γερμανία έχουν προκαλέσει ανησυχία και έχουν φέρει μνήμες του ναζιστικού παρελθόντος. H τάση των κοινωνιών προς την ακροδεξιά αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις που τη φέρνουν στην τρίτη θέση πίσω από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και τους Σοσιαλιστές. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η δυναμική στη Γαλλία με την Μαρίν Λε Πεν να προελαύνει.
Ιστορική άνοδος της ακροδεξιάς;
«Εάν τα προγνωστικά επιβεβαιωθούν, τότε μεγάλο μέρος της «μεγάλης εικόνας» των ευρωεκλογών θα είναι η ιστορικά σημαντική άνοδος της ακροδεξιάς. Κόμματα όπως το Rassemblement National της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας (FPÖ), ή η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) βρίσκονται δημοσκοπικά άνετα στην πρώτη ή δεύτερη θέση. Σε αδρές γραμμές, αυτή η άνοδος μπορεί να αποδοθεί στην εξαιρετική ικανότητα αυτών των κομμάτων να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους τις ταχείες κοινωνικές αλλαγές, την πόλωση σε διάφορα κοινωνικά, ταυτοτικά, ή πολιτιστικά ζητήματα, την γενικευμένη οικονομική ανασφάλεια και την επίμονη κρίση κόστους ζωής που έχουν απλωθεί σε όλη την ήπειρο.
Και βεβαίως, πολλές από αυτές τις ακροδεξιές δυνάμεις δεν διστάζουν να πατήσουν πάνω σε μία ευρεία γκάμα εθνικιστικών ή λαϊκιστικών δυναμικών που είναι σε εξέλιξη και που τα ίδια κάνουν σημαία τους επιζητώντας εκλογικά οφέλη, όπως είναι ο αντι-συστημισμός ή οι κοινωνικές αντιδράσεις κατά του πολιτικού ‘κατεστημένου’, η δυσπιστία ή δυσαρέσκεια πολλών πολιτών με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για το κλίμα, και η αίσθηση ανασφάλειας από μέρη του πληθυσμού προς τις αυξημένες ροές μεταναστών και προσφύγων» εξηγεί ο Bασίλης Ντούσας, επικεφαλής ευρωπαϊκών υποθέσεων του German Marshall Fund.
Την ίδια ώρα, δυσαρέσκεια στο στρατόπεδο των ακροδεξιών έχει προκαλέσει το γεγονός ότι η ΕΒU απέκλεισε τον υποψήφιο του ID από την τηλεμαχία της 23 ης Μαΐου, η οποία θα πραγματοποιηθεί στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. «Βλέπουμε ότι υπάρχει λογοκρισία από τους ευρωπαϊκούς δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς», ανέφερε ο Άντερς Βίστισεν, Δανός ακροδεξιός ευρωβουλευτής, ο οποίος εκπροσώπησε το ID στο ντιμπέιτ που διοργανώθηκε από το POLITICO και το Studio Europa στο Μάαστριχτ. Από την πλευρά της η EBU, έστειλε email (το οποίο έδειξε στο POLITICO ο Βίστισεν) σε ανώτερους πολιτικούς στο ID στις 7 Μαΐου δηλώνοντας ότι δεν μπορεί να συμμετάσχει κάποιος από την ομάδα αυτή επειδή δεν έχει επισήμως εγκρίνει βασικό υποψήφιο για την προεδρία της επόμενης Επιτροπής.
Η δύσκολη εξίσωση της 10ης Ιουνίου
Υπό αυτό το πρίσμα, η επόμενη ημέρα, οι συμμαχίες αλλά και το πώς θα λειτουργήσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μοιάζει δύσκολη εξίσωση και ενδεχομένως απρόβλεπτη. Ο Βασίλης Ντούσας εξηγεί ότι «το κρισιμότερο στοιχείο θα είναι η διάθεση ή μη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που όπως όλα δείχνουν θα περάσει το νήμα πρώτο πανευρωπαϊκά, με σαφή απόστασή από τους δεύτερους Ευρωσοσιαλιστές, να συνεργαστεί ή να ευθυγραμμιστεί με την ακροδεξιά σε επιμέρους ζητήματα για να προωθήσει την ατζέντα του. Η εμπειρία σε εθνικό επίπεδο είναι ότι σχεδόν όπου αυτό συνέβη τα προηγούμενα χρόνια μπορεί να είχε κάποια άμεσα πολιτικά οφέλη για τις κεντροδεξιές δυνάμεις, αλλά μακροπρόθεσμα οδήγησε στην ενίσχυση της ίδιας ακροδεξιάς, φέρνοντας στο πολιτικό προσκήνιο και άρα “απευαισθητοποιώντας” πολλούς πολίτες στην συχνά ακραία ρητορική και πολιτική ατζέντα αυτών των κομμάτων. Όπως και να έχει όμως, αυτό σημαίνει ότι οι επερχόμενες ευρωεκλογές που σχεδόν αποκλειστικά “παίζονταν” με εθνικούς όρους στο παρελθόν, έχουν και ένα σαφές πανευρωπαϊκό διακύβευμα, προσφέροντας μία σαφή πολιτική επιλογή σε όλους τους ευρωπαίους».
Από την άλλη πλευρά, ακόμη και η επονομαζόμενη ακροδεξιά δεν είναι ένα ομοιογενές μίγμα κοινών πολιτικών και γραμμής με τον Βασίλη Ντούσα να σημειώνει ότι «μπορεί να υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία, όπως μία γενικότερη θέληση περιορισμού της εξουσίας της ΕΕ ή μία ατζέντα δραστικής περικοπής των μεταναστευτικών ροών, αλλά υπάρχουν πολλαπλάσια θέματα στα οποία κάθε άλλο παρά υπάρχει συμφωνία. Το AfD, για παράδειγμα, εξακολουθεί να ζητά την έξοδο της Γερμανίας από την ΕΕ, μια στάση σαφώς διαφορετική από αυτή πολλών άλλων ακροδεξιών κομμάτων—συμπεριλαμβανομένων της Λεπέν ή των Σουηδών Δημοκρατών που έχουν αμβλύνει την αντιευρωπαϊκή τους στάση. Ταυτόχρονα, η Ιταλίδα Πρωθυπουργός Μελόνι υποστηρίζει σθεναρά την ευρω-ατλαντική γραμμή υπέρ της Ουκρανίας και της εδαφικής της ακεραιότητας, μια θέση σε πλήρη αντίθεση με αυτή του AfD, του FPÖ, και του Fidesz του Όρμπαν, τα οποία διατηρούν στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο».
Η περίπτωση Μελόνι
Η περίπτωση Μελόνι άλλωστε αναμένεται να τραβήξει το ενδιαφέρον στις μετεκλογικές εξελίξεις. Σε ερώτηση κατά την πρώτη τηλεμαχία για το εάν θα συνεργαζόταν με το ECR (ευρωσκεπτικιστές), η πρόεδρος της Κομισιόν και υποψήφια του ΕΛΚ, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε επισημάνει ότι «εξαρτάται από τη σύνθεση του κοινοβουλίου και ποιος θα είναι σε αυτή την πολιτική ομάδα», κοιτάζοντας όπως φαίνεται προς την Ιταλίδα πρωθυπουργό, απορρίπτοντας εν τούτοις από το Σπλιτ οποιαδήποτε σχέση με «τους εξτρεμιστές της δεξιάς και της αριστεράς και τους αντιπροσώπους του Πούτιν».
Η ίδια η Μελόνι εντός του Συμβουλίου έχει επιλέξει να υιοθετήσει άλλη γραμμή από αυτή της σκληρής πολιτικού της άκρας δεξιάς. Σύμφωνα με πληροφορίες, συνήθως κρατά ισορροπίες παραμένοντας διεκδικητική και ακόμη και όταν υπάρχουν μεγάλες εντάσεις μεταξύ ηγετών είναι μεταξύ εκείνων που μπορούν να συμβάλουν για να πέσουν οι τόνοι.
Το διακύβευμα παραμένει κατά πόσο η ΕΕ θα καταφέρει να συνεχίσει να κινείται με ενότητα, παρά τις όποιες διαφωνίες τη στιγμή που προκλήσεις παραμένουν, ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, η Μέση Ανατολή φλέγεται και οι ακραίες δυνάμεις επιδιώκουν να προκαλέσουν πολιτικό σεισμό γκρεμίζοντας την όποια συνοχή έχει επιτευχθεί σε αυτή την πενταετή περίοδο των άνευ προηγουμένου κρίσεων.