Ολοι γνωρίζουμε ότι η πολιτική της χώρας μας έναντι της Τουρκίας είναι η διατήρηση μιας σχέσης συνεννόησης και συναντίληψης με στόχο σταδιακής εξεύρεσης λύσης για τις σημαντικές διαφωνίες, που υπάρχουν και μοιραία θα υπάρχουν πάντα μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών. Ενώ όμως υποτίθεται ότι τηρείται το status αυτό Ελλάδας – Τουρκίας, η «φίλη» χώρα δεν σταματά να μας επιτίθεται με κάθε δυνατό τρόπο.

Η αλήθεια βέβαια είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση γνώριζε από το 2020 την απόφαση του Ερντογάν για την ισλαμοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Πρώτα εγκαινίασε τη μετατροπή της Αγία Σοφία σε ισλαμικό τέμενος με τον πιο ακραίο και προκλητικό τρόπο, και αναστάτωσε όλον τον πολιτισμένο κόσμο. Ακολούθησε η Γαλάζια Πατρίδα. Ο Σουλτάνος προσπαθεί να δημιουργήσει μια γενιά με το οθωμανικό όραμα της Γαλάζιας Πατρίδας. Σύμφωνα με το αναθεωρητικό και αλυτρωτικό δόγμα της Τουρκικής Γεωπολιτικής, η Τουρκία αμφισβητεί την κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Αιγαίου. Πρέπει να γίνει συνείδηση της νέας γενιάς των Τούρκων ότι στο Αιγαίο τα νησιά είναι δικά της, είναι τα νησιά που… έκλεψε η Ελλάδα! Ετσι το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε η Γαλάζια Πατρίδα να ενταχθεί επίσημα στη διδακτέα ύλη όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης. Εξάλλου, λίγες μέρες πριν από την επίσημη επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού στην Κωνσταντινούπολη, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας πανηγυρίζει για την μετατροπή της ιεράς Μονής της Χώρας, μουσείο με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες ανεκτίμητης αξίας, σε τζαμί, τονίζοντας την ευαισθησία του για την πολιτιστική του κληρονομιά, και αγνοώντας επίμονα ότι η μονή, όπως και η Αγία Σοφία αποτελούν κορυφαία μνημεία στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, της κοινής μας κληρονομιάς. Στο ίδιο διάστημα ο τούρκος πρωθυπουργός άρχισε την αεροναυτική άσκηση «Θαλασσόλυκος» ενώ την είχε ματαιώσει. Και ο έλληνας πρωθυπουργός μεταβαίνει στη συνάντηση μαζί του, στο πλαίσιο της ειρηνικής σχέσης των δύο χωρών.

Η στρατηγική πολιτική του Ερντογάν έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με την πολιτιστική πολιτική της Δύσης. Ο Ερντογάν θεωρεί τις πράξεις του αυτές, στρατηγική δεινότητα, η Ελλάδα, όμως, αλλά και η Ενωμένη Ευρώπη, οφείλουν να του απαντήσουν ευθέως και εμπράκτως ότι διαπράττει πρωτοφανές ιστορικό, θρησκευτικό και πολιτιστικό ατόπημα. Εξάλλου, ο ίδιος ο Ερντογάν, που διατείνεται ότι είναι ο μόνος ικανός να αναπτύσσει αρμονικά τις σχέσεις της χώρας του με Ανατολή και Δύση, με την πράξη του αυτή διαλύει ουσιαστικά την κληρονομιά του κοσμικού χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, και δηλώνει με τον πιο σαφή τρόπο την θέση της Τουρκίας εκτός των ορίων του δυτικού νομικού και πολιτικού πολιτισμού.

Με ποια συναντίληψη και διάθεση συνεννόησης μπορεί να γίνονται οι συναντήσεις και συζητήσεις των δύο Πρωθυπουργών; Με ποια λογική μπορούμε να ανεχθούμε τον Σουλτάνο να θριαμβολογεί ότι προστατεύει την… κληρονομιά των προγόνων του;

Ο πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός καθηγητής Β. Κωνσταντινόπουλος σε άρθρο του με τίτλο «Για ποια γαλάζια πατρίδα μιλάτε κ. Ερντογάν;» επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Η πομπώδης φρασεολογία σας συνιστά ύβριν χιτλερικού τύπου και να είσθε βέβαιος ότι την ύβριν αυτή θα ακολουθήσει η νέμεσις, όπως ακριβώς συνέβη και σε όλους τους εξ Ανατολών εισβολείς».

Είναι αναγκαίο, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η ελληνική κυβέρνηση να αναθεωρήσει με προσοχή και σοβαρότητα την στάση της. Δεν διαφωνώ ότι η συναντίληψη και η καλή διάθεση αντιμετώπισης των διαφορών μας με την Τουρκία θα ήταν η ιδεώδης σχέση των χωρών μας. Ομως, η στάση αυτή παρερμηνεύεται προκλητικά και έντονα προσβλητικά από τον τούρκο πρωθυπουργό.

Η Ελλάδα διαθέτει και επιστήμονες και διπλωμάτες και πολιτικούς ικανούς για να βρουν τον τρόπο, ώστε o Ερντογάν να μην προσβάλει και απειλεί διαρκώς τον περήφανο λαό μας. Παράλληλα όμως θα πρέπει και η Ευρώπη να αλλάξει την τακτική της. Εξάλλου, όλοι οι υποψήφιοι ευρωβουλευτές μας, ανεξαρτήτως κόμματος, οφείλουν να ενσκήψουν στο σοβαρό αυτό θέμα και να ενισχύσουν με την παρουσία τους στην Ευρώπη όποια αλλαγή πλεύσης της πολιτικής αποφασίσουν οι ειδικοί, τους οποίους, ανεξαρτήτως κομματικής ταυτότητας, έχει τη δυνατότητα η ελληνική κυβέρνηση να συγκαλέσει.

Η απουσία της δέουσας απάντησης στην ύβρη του Σουλτάνου εκ μέρους όλης της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης βέβαια της χώρας μας, δικαιώνει, δυστυχώς, την εκτίμηση του γάλλου φιλόσοφου Εντγκάρ Μορέν, ότι η Ευρώπη δεν έχει προοδεύσει ούτε ως πολιτική συνείδηση, ούτε ως πολιτισμική συνείδηση, αλλά ούτε και ως συνείδηση δημοκρατική. Τι κρίμα!

Η κυρία Στέλλα Πριόβολου είναι ομότιμη καθηγήτρια, πρόεδρος Σώματος Ομοτίμων Καθηγητών ΕΚΠΑ, κοσμήτορας Δημοτικού Λαϊκού Πανεπιστημίου Αγίας Παρασκευής.