Δεν χωρά αμφιβολία ότι από την ορκωμοσία της Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα προέκυψε (και πάλι) θέμα Συμφωνίας των Πρεσπών. Η πρόεδρος του εθνικιστικού VMRO αποκάλεσε τη χώρα της «Μακεδονία», παραβιάζοντας τον βασικότερο όρο της συμφωνίας των Πρεσπών. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αντέδρασε στο τόνους αυστηρούς και σε ανάλογο ύφος κινήθηκε και η αντίδραση του ΥΠΕΞ.
Παράλληλα κυβέρνηση και κόμματα της αντιπολίτευσης ξανάβαλαν, με αλληλοκατηγορίες, στο τραπέζι τη Συμφωνία των Πρεσπών τα οφέλη και τις μαύρες τρύπες της.
Τι μπορούν να κάνουν τα Σκόπια;
Στο ερώτημα αν τα Σκόπια κινούνται σε τροχιά αμφισβήτησης της συμφωνίας των Πρεσπών η απάντηση του Μάκη Βορίδη δίνει το ρεαλιστικό πλαίσιο. «Αν αμφισβητηθεί το πλαίσιο της Βόρειας Μακεδονίας, αύριο το πρωί έχεις μία χώρα που δεν έχει όνομα γιατί όλες οι υπόλοιπες χώρες την έχουν αναγνωρίσει με αυτό το όνομα που έχει. Αυτοί με αυτό που κάνουν «πυροβολούν τα πόδια τους». Αυτό μας γυρνάει με μία επιφυλακή για την συμφωνία αυτή, στο επίπεδο διάρθρωσης και εφαρμογής. Θεωρώ ότι είναι μία κίνηση «άμεσα μετεκλογική», και γίνεται συνήθως» Με λίγα λόγια: « Δεν έχουν και πολλά πράγματα να κάνουν στη Βόρεια Μακεδονία». Δεν είναι τυχαίο ότι ο προσωρινός υπουργός Δικαιοσύνης και το ΥΠΕΞ της χώρας έσπευσαν να πάρουν αποστάσεις, επί της ουσίας «άδειασαν» την νέα πρόεδρο.
Η αντίδραση των Ευρωπαίων
Η ηγεσία των Σκοπίων, ανεξάρτητα από την προεκλογική ρητορική της, δεν μπορεί να μην λάβει υπόψη και τις αντιδράσεις των Βρυξελλών. Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έστειλε μήνυμα στη Βόρεια Μακεδονία, καλώντας την να σεβαστεί τη Συμφωνία.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ χαρακτήρισε «πολύ απογοητευτικό χαρακτηρίζει το γεγονός ότι η νέα πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας δεν χρησιμοποίησε το συνταγματικό όνομα της χώρας κατά τη τελετή ορκωμοσίας».
Το μήνυμα είναι σαφές. Αν η Βόρεια Μακεδονία θέλει να έχει μια πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να σεβαστεί και να εφαρμόσει τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Ο ελληνικός «εμφύλιος»
Η όλη ιστορία πυροδότησε και ένα «εμφύλιο» κυρίως μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τα άλλα κόμματα να μπαίνουν στο χορό.
«Είναι γνωστό ότι, ως αντιπολίτευση, η Νέα Δημοκρατία καταψήφισε τη Συμφωνία του 2019. Προειδοποιώντας, μάλιστα, τότε, για τα προβλήματα που θα δημιουργούσαν οι αστοχίες της. Ως κυβέρνηση, ωστόσο, σεβαστήκαμε την ελληνική υπογραφή σε μία διεθνή συνθήκη, δεσμευτική για τη χώρα. Δυστυχώς, η πρόσφατη εξέλιξη δικαιώνει τη σταθερά επιφυλακτική θέση μας» ανέφερε χαρακτηριστικά στη δήλωση του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η απάντηση ήλθε από τον Στέφανο Κασσελάκη. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κάλεσε τον Πρωθυπουργό να ξεκαθαρίσει πως «ή τη θεωρείτε επωφελή συμφωνία για την Ελλάδα και την τηρείτε ή τη θεωρείτε κακή συμφωνία και φοράτε την περικεφαλαία σας και πάτε στους ομοϊδεάτες σας και την ακυρώνετε». Ο κ. Κασσελάκης επεσήμανε ότι «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σήκωσε στην πλάτη της όλη την Ελλάδα στη Συμφωνία των Πρεσπών» και «πλήρωσε ακριβά τον πατριωτισμό της».
O «ξεχασμένος» Τσίπρας
Αυτό που προκάλεσε ποικίλα σχόλια είναι ότι από την ανάρτηση του κ. Κασσελάκη απουσιάζει η οποιαδήποτε αναφορά στον Αλέξη Τσίπρα. Έχει τη σημασία του, καθώς ο πρώην Πρωθυπουργός ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της Συμφωνίας των Πρεσπών την οποία συγκαταλέγει στα επιτεύγματα των κυβερνήσεων του. Αναφορά δεν υπάρχει ούτε για τον, τότε, υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά.
Τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να τον ξέχασαν οι σύντροφοι του, αλλά δεν τον ξέχασε ο Ανδρέας Λοβέρδος. «Αυτά που συνέβησαν σήμερα στην ορκωμοσία της ΠτΔ στα Σκόπια επιβεβαιώνουν πόσο δίκιο είχαμε όλοι όσοι αντισταθήκαμε με σθένος στη συμφωνία των Πρεσπών», ανέφερε σε δήλωσή του ο πρόεδρος των Δημοκρατών.
Σύμφωνα με τον κ. Λοβέρδο αποδεχόμενη το όνομα «Βόρεια Μακεδονία» η Ελλάδα, άνοιξε την πόρτα στους εθνικιστικές των Σκοπίων για να κάνουν αυτό που ξέρουν πολύ καλά και εκφράστηκε αμέσως μετά την εκλογή του VMRO δια της νέας ΠτΔ της γειτονικής χώρας. Πρόσθεσε δε ότι είναι οι «ευθύνες του Αλέξη Τσίπρα ιστορικές και ήδη βιώνουμε τις συνέπειες της συμφωνίας του με τον Ζόραν Ζάεφ».
Σε κάθε περίπτωση η εξελίξεις στο μέτωπο της Συμφωνίας των Πρεσπών θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όχι γιατί δικαιώνουν, όπως αναφέρει ο Περισσός, «την εκτίμηση του ΚΚΕ, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν υπηρετούσε την πραγματική επίλυση των διαφορών των δυο χωρών, αλλά τελικά μόνο την είσοδο της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ». Αλλά γιατί είναι ένα μέτωπο ανοιχτό, παρά τη Συμφωνία, το οποίο θα βρούμε μπροστά μας.