Ο Αρχηγός της Χρυσής Αυγής κ. Νίκος Μιχαλολιάκος αποφυλακίστηκε με Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λαμίας (ενώ ο Εισαγγελέας που υπέβαλε την εισαγγελική πρόταση στο Συμβούλιο αυτό είχε διαφορετική νομική άποψη συνηγορώντας υπερ της μη αποφυλάκισης ).

Επιπλέον, ασκήθηκε έφεση από τον Εισαγγελέα Εφετών εναντίον του ανωτέρω Βουλεύματος που διέτασσε την αποφυλάκιση και έτσι η σχετική υπόθεση θα αξιολογηθεί και πάλι.

Επιπρόσθετα, στη δημόσια σφαίρα προκλήθηκε πολιτική αναταραχή, γιατί ας μη λησμονούμε το εξής μέγεθος: Δηλαδή ότι ήταν ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία της Δυτικής Ευρώπης, όπου πίσω από την κατ’ επίφαση λειτουργία ενός κοινοβουλευτικού κόμματος (:Χρυσή Αυγή) δραστηριοποιούνταν μια εγκληματική οργάνωση (της οποίας ο Αρχηγός και η ηγετική ομάδα καταδικάσθηκαν σε βαριές ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης σε πρώτο βαθμό).

Ωστόσο, το όλο θέμα, αν δηλαδή ήταν δικονομικά νομότυπη ή όχι η αποφυλάκιση του Αρχηγού της Χρυσής Αυγής, έχει να κάνει αποκλειστικά με την ερμηνεία του άρθρου 106 του ΠΚ. Και το ζήτημα αυτό είναι γενικότερο και δεν αφορά μόνο την υπόθεση τούτη.

Τι εννοώ;

Το άρθρο 106 του Ποινικού Κώδικα δίνει τη δυνατότητα να μην «απολυθεί υπό όρο» ένας καταδικασθείς, (έστω και αν έχει συμπληρώσει τυπικά τον απαιτούμενο χρόνο μέσα στη φυλακή), εάν γίνει η αξιολόγηση ότι έτσι θα αποτραπεί η τέλεση νέων εγκλημάτων (κατά το χρόνο κατά τον οποίο θα ζήσει ελεύθερος μέσα στην κοινωνία).

Και αυτή η αποτίμηση της «επικινδυνότητας» ενός καταδίκου (πριν αποφασιστεί η αποφυλάκισή του) αφορά και την αποτίμηση της προσωπικότητας (και των ατομικών και κοινωνικών περιστάσεων της ζωής του).

Δηλαδή, είναι ένα σύνθετο μέγεθος και δεν είναι δυνατό να συνάγεται μόνο από τη διαγωγή του καταδικασθέντος (για όσο χρόνο έμεινε μέσα στη φυλακή), όπως γίνεται δεκτό από κάποια επιστημονική άποψη που ερμηνεύει εντελώς «στενά» τη διάταξη του άρθρου 106 του ΠΚ.

Δεν θα μπορούσε με άλλα λόγια να μη εκτιμηθεί το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση ο Αρχηγός της Χρυσής Αυγής και μετά την καταδίκη του για Διεύθυνση εγκληματικής Οργάνωσης, ενώ «αρθρογραφούσε» μέσω του διαδικτύου, δεν είχε ποτέ αποκηρύξει τις εγκληματικές πράξεις της Χρυσής Αυγής, όπως είναι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα (εμμένοντας στη γνωστή άποψη ότι είναι το θύμα μιας πολιτικής δίωξης).

Αυτό το μέγεθος δεν θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί για να αποκρυσταλλωθεί η δικαστική κρίση για το εάν υπήρχε κίνδυνος διαπράξεως νέων εγκλημάτων, ώστε να εξαχθεί το τελικό συμπέρασμα για το εάν έπρεπε να αποφυλακιστεί ή όχι ο κ. Μιχαλολιάκος;

Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί οπωσδήποτε και όχι να μείνει κανείς μονοδιάστατα στο «τυπικό κριτήριο» , δηλαδή ποια ήταν απλώς η διαγωγή του καταδικασθέντος μέσα στη φυλακή (που μπορεί να ήταν και εντελώς εικονική ή «υποκριτική»).

Και μέσα στο πλαίσιο αυτό πιστεύω, ότι σε αυτό το επίπεδο τουλάχιστον ήταν ορθή η αλλαγή που επέφερε ο πρόσφατος νόμος 5090/2024 , που δίνει τη λειτουργική εξουσία στα Συμβούλια να εκτιμούν και τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις της ζωής ενός καταδίκου (πριν αποφασίσουν για την αποφυλάκιση του).

Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως, ότι μια τέτοια προσέγγιση θα μας οδηγήσει στην αποδιάρθρωση του θεσμού της υφ΄ όρο απόλυσης, όπως υποστηρίχθηκε πρόσφατα από έγκριτους συναδέλφους («Nova criminalia»).

To συμπέρασμα;

Ένα κράτος Δικαίου δεν μπορεί να λειτουργεί «εκδικητικά», αλλά δεν είναι δυνατό από την άλλη πλευρά να επιτρέπει και «εύκολες» ή αναιτιολόγητες αποφυλακίσεις!

*Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ