Οι μυρωδιές που συνοδεύουν τις παιδικές μου αναμνήσεις από το -πολύ παραδοσιακό- Πάσχα στο χωριό εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα, από θαυμάσιες (κουλούρια και τσουρέκια που χρυσαφίζουν στον φούρνο) μέχρι αποκρουστικές (καθάρισμα εντέρων στον νεροχύτη, δεν πλησίαζες στην κουζίνα ούτε για να πιείς νερό). Δεν ήταν μόνο κάποιες μυρωδιές δυσάρεστες, αλλά και κάποιες εικόνες από την Κυριακή – στα δικά μου φλώρικα, πρωτευουσιάνικα μάτια ήταν ακραίοι αυτοί οι μπαρμπάδες που έσπαγαν με σφυρί το κεφαλάκι ή έτρωγαν επιδεικτικά το μυαλό του ζώου, ενώ παράλληλα μου προκαλούσε αποστροφή και το γεγονός πως, όσο το έκαναν, κοιτούσαν εμάς τους υπόλοιπους προκλητικά, βίωναν μια στιγμή υπερηφάνειας και ελαφριάς υπεροψίας, σαν να ήταν οι υπερήρωες του τραπεζιού που διέθεταν την βιονική γευστική παλέτα – εκείνοι συνέχιζαν εκεί που οι άλλοι σταματούσαν.
Οι περισσότεροι, πάντως, τρώγαμε με περισσή χαρά μετά την εβδομαδιαία νηστεία την μαγειρίτσα μετά την Ανάσταση, τσιμπούσαμε πετσούλα και ψαχνό την Κυριακή αλλά βασικά χορταίναμε με πίτες, σαλάτες, πατάτες, τσουρέκια και σοκολατένια αυγά. Τυπικό, ορθόδοξο, ελληνικό Πάσχα.
Δεν υπήρξε στιγμή που να αμφισβητώ πως «έτσι ειναι τα πράγματα» μέχρι το Πάσχα του 2015.
Πάλι στο χωριό, όχι ως κόρη πλέον, αλλά ως μητέρα, με 40 ημερών νεογέννητο που θηλάζει ασταμάτητα μέρα και νύχτα, με στέλνουν να παραλάβω το σουβλισμένο μας αρνί για να το φάμε στο σπίτι οικογενειακά. Όσο πληρώνω, ο εστιάτορας παίρνει την πρωτοβουλία να μου επαινέσει το εμπόρευμα: «θα φάτε πολύ καλά, πεντανόστιμο κομμάτι, δεν έχει φάει χορτάρι». «Τι εννοείτε δεν έχει φάει χορτάρι;» ρωτάω διευκρινιστικά με μια – γνήσια και συνάμα ηλίθια – απορία στο βλέμμα. «είναι του γάλακτος, μωρό λέμε, μόνο γάλα έχει πιει». Ήξερες εσύ πως αυτό σημαίνει «του γάλακτος»; Ε, εγώ το έμαθα έτσι.
Πέρασα όλη την υπόλοιπη μέρα του Πάσχα να κλαίω για αυτό το σφαγμένο μωρό που το κουβάλησα στο αμάξι μου και να ταυτίζομαι -παράλογα μεν, απόλυτα δε- με τη μάνα του, που και οι δυο τα γεννήσαμε, και οι δυο τα πονέσαμε και οι δυο τα θρέψαμε από το ίδιο μας το σώμα, αλλά μόνο εγώ έχω το δικό μου να κοιμάται δίπλα μου, σώο και ασφαλές. Πιθανόν να έφταιγαν και οι ορμόνες μου, αλλά και τώρα που τα γράφω, μια δεκαετία μετά, πάλι να κλάψω θέλω. Βλέπεις, αυτό είναι το πρόβλημα με την αφύπνιση – άπαξ και σου συμβεί δεν μπορείς να πατήσεις το snooze και να ξαναπέσεις για ύπνο.
Εκατοντάδες χιλιάδες αρνιά και κατσίκια (ο αριθμός τους εκτιμάται να φτάνει τα 2.000.000 κάθε χρόνο) απομακρύνονται από τις οικογένειες τους, τα δε μωρά έχουν μεγάλη ζήτηση, η -ούτως ή άλλως μικρή- ζωή τους μικραίνει περισσοτέρο, τελειώνει πριν καν ξεκινήσει. Ζώα κάθε ηλικίας σφάζονται με αμφιβόλου οίκτου μεθόδους, τους αφαιρούνται τα όργανά τους, περνιούνται σε μια σούβλα και στήνεται γλέντι τρανό γύρω από το πτώμα τους. Δεν γίνομαι περιγραφική για να σοκαριστεί κανείς, μακάρι να είχαν τόση δύναμη οι λέξεις αλλά δεν έχουν όταν ένα έθιμο έχει συρραφεί στη συλλογική συνείδηση τόσο σφιχτά που δεν φαίνονται πια οι ραφές του. Υποκρισία θα ήταν να ισχυριστώ πως κι εγώ η ίδια σοκάρομαι – δεν θα κάνω αποχή από το Instagram, θα δω όλα σας τα αρνιά την Κυριακή σε stories και δεν θα πω κουβέντα.
Πλέον όμως ξέρω πως δεν είμαι μόνη μου, είμαστε αρκετοί όλοι εμείς που διατηρούμε το δικαίωμά μας να αποστρεφόμαστε την μαζική σφαγή και το διονυσιακό πασχαλινό γλέντι, χωρίς να πρέπει να δώσουμε φιλοζωικά διαπιστευτήρια, χωρίς να είμαστε ή να πρόκειται να γίνουμε vegan και σίγουρα χωρίς είμαστε υποχρεωμένοι να συμμετέχουμε σε ηλίθιες whataboutism συζητήσεις (εκ του «what about…?»), όπου κάποιος θα πεταχτεί να μας ρωτήσει αν τρώμε μπριζόλα/ αν βάζουμε γαλοπούλα στο τοστ/ αν φοράμε δερμάτινα παπούτσια και πώς τολμάμε να λυπόμαστε τα μεν ζωντανά ενώ και τα δε έχουν ψυχή κλπ. Σας έχω νέα: μπορούμε να θεωρούμε το έθιμο του ελληνικού Πάσχα φρικτό, διατηρώντας παράλληλα τις υπόλοιπες συνήθειές μας και μη χρωστώντας λογαριασμό σε κανέναν. Φυσικά και εσείς που δεν θέλετε να αποστερηθείτε το αρνί σας, δεν χρωστάτε αντίστοιχα τίποτα και πουθενά. Να πράξετε όπως αγαπάτε: κατά όρεξη, κατά παράδοση, κατά κοινωνική πίεση, κατά συνείδηση, με όποιο «κατά» γράφει πιο έντονα εντός του καθενός.
Δεν είμαι εδώ ούτε για να αφυπνίσω, ούτε για να κουνήσω το δάχτυλο σε κανέναν. Είμαι εδώ για να διαβεβαιώσω εσένα που αντιπαθείς το πασχαλινό έθιμο, αλλά δεν είσαι vegan πώς δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι. Είμαστε πολλοί εμείς οι μεσοβέζικοι, εμείς οι ελλειμματικοί φιλόζωοι, εμείς οι γιαλαντζί ηθικοί, που δεν έχουμε τη δύναμη ή την θέληση να αφαιρέσουμε παντελώς το κρέας από τη διατροφή μας, αλλά ταυτόχρονα μπορούμε ελεύθερα να φρικάρουμε με την εκκωφαντική σιωπή των αμνών αυτών των ημερών.