Η Πρωτομαγιά ήταν άλλη μία ανοιξιάτικη μέρα μέχρι τον αγώνα των εργατών του Σικάγο για το 8ωρο το 1886. Η απεργία που χτυπήθηκε άγρια από την αστυνομία και την εργοδοσία έμεινε ωστόσο σαν κάτι πολύ πιο σημαντικό στη συλλογική μνήμη, όπως και η εντέλει επιτυχία της – για σχεδόν ενάμιση αιώνα έκτοτε η μείωση της εργάσιμης ημέρας θα θεωρείτο κατακτημένο δικαίωμα και πρόοδος του πολιτισμού. Φευ, στις μέρες μας φαίνεται αυτά τα αυτονόητα να μην είναι τόσο αυτονόητα, γεγονός που κάνει την επέτειο να εξακολουθεί να είναι σημαντική και όχι απλά «αναμνηστική».
Βέβαια, η πρωτομαγιά σε λιγότερο αγωνιστικό πλαίσιο θα συνεχίζει να είναι μια γιορτή της άνοιξης, που σε συνδυασμό με το Πάσχα δημιουργεί τις συνθήκες για επέκταση των τριημέρων. Εξού και η συνηθισμένη πλέον μεταφορά της, που την έχει κανονικοποιήσει ως μια ακόμα ευκαιρία απόδρασης από τα καθημερινά προβλήματα. Η διαμάχη για το αν η Πρωτομαγιά είναι αργία ή απεργία διαπερνάται και από αυτή την εργασιακή συνήθεια για όσο το δυνατόν μεγαλύτερες διακοπές. Καλός ο αγώνας, αλλά καλύτερα τα λιβάδια.
Είτε απεργούμε είτε δραπετεύουμε, αξίζει ωστόσο να θυμηθούμε μια άλλη Πρωτομαγιά, με απόσταση 55 ετών και περίπου 1.300 χιλιομέτρων από αυτή του Σικάγο. Ηταν η πρώτη ημέρα του Μαΐου του 1941, όταν η ταινία «Πολίτης Κέιν», στην οποία πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί ο Ορσον Ουέλς, κάνει πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη. Η πρώτη ταινία του Ουέλς όχι απλώς θα αγκαλιαστεί κατευθείαν από την κριτική, αλλά θα φτάσει ως το σημείο να χαρακτηριστεί σε πολλές ψηφοφορίες κριτικών ως η καλύτερη ταινία όλων των εποχών.
Η υπόθεση της ταινίας είναι γνωστή: Ο μεγαλοεκδότης Τσαρλς Φόστερ Κέιν, πλούσιος και ισχυρός, πεθαίνει. Η τελευταία λέξη που βγαίνει από τα χείλη του πριν ξεψυχήσει, είναι η λέξη Rosebud (Ροδανθός). Ενας δημοσιογράφος ξεκινά μια έρευνα στο σκοτεινό παρελθόν του Κέιν για να ανακαλύψει το νόημα της λέξης και συνεκδοχικά την ίδια την αλήθεια του τεθνεώτος.
Βασισμένη εν πολλοίς στη ζωή του πραγματικού μεγιστάνα Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, η ταινία δεν αποτελεί απλώς μια περιπέτεια, αλλά έναν στοχασμό τόσο πάνω στην κοινωνική κατάσταση της Αμερικής που οδηγείται προς τον πόλεμο όσο και πάνω στο ίδιο το σινεμά.
Ο μόλις 25χρονος τότε Ουέλς κατάφερε να κατακτήσει απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία από τα στούντιο, την οποία εφάρμοσε στην ταινία, στηλιτεύοντας μέσα από τους τρόπους του ίδιου του σινεμά, το ποιόν του κυριάρχου εμπορικού κινηματογράφου. Βρήκε δηλαδή τον τρόπο να ασκήσει την κριτική του στις κοινωνικές σχέσεις με όπλο τα μέσα της ίδιας της τέχνης του, καθορίζοντας ουσιαστικά την εξέλιξη του ίδιου του σινεμά. Σπάει τη γραμμική εξιστόρηση, παρωδεί το ακραίο στυλιζάρισμα, εκμεταλλεύεται το βάθος πεδίου, κάνει αναδρομές μοντάροντας τη δράση μέσα στο ίδιο το πλάνο. Η ιστορία δεν λέγεται, αλλά σχολιάζεται μέσα από την ίδια τη μέθοδο εκτύλιξής της.
Κι εδώ βρίσκεται ίσως η σύνδεση των επετείων που συμπίπτουν, ένα τρόπον τινά «επιμύθιο» της ημέρας. Οπως και στην τέχνη, έτσι και στην κοινωνική ζωή, οι αλλαγές που μένουν στην ιστορία ως ορόσημα δεν προκύπτουν από κάπου «έξω», ως απόφαση ή παραχώρηση μερικών ατόμων, αλλά μέσα από την ίδια τη διαδικασία του αγώνα, της σύγκρουσης.
Οπως οι μελισσούλες μεταφέρουν τη γύρη γονιμοποιώντας τα λουλούδια στις εξοχές, έτσι και οι κοινωνικοί αγώνες μεταφέρουν την ιστορία σε ένα νέο στάδιο κατάκτησης μιας ελευθερίας ή ενός δικαιώματος. Κι αυτό χωρίς να χρειάζεται εντέλει να μάθουμε τι εννοούσε ένας μεμονωμένος άνθρωπος, όσο ισχυρός κι αν υπήρξε, λέγοντας μια τελευταία λέξη