Έναν περίπου μήνα πριν από τα ενενηκοστά έκτα γενέθλιά του, ο Τίτος Πατρίκιος μιλά στο ΒΗΜΑ ατενίζοντας το παρόν και το μέλλον με αισιοδοξία. Με την ποιητική του ματιά, βουτά και πάλι στα ταραχώδη γεγονότα που σημάδεψαν τη χώρα, τον σπαραγμό του Εμφυλίου, τις εξορίες που βίωσε στις αρχές της δεκαετίας του ’50 σε Μακρόνησο και Άη Στράτη και τη δικτατορία των Συνταγματαρχών που τον οδήγησε αυτοεξόριστο στην Ευρώπη.

Με την ψυχραιμία που του προσφέρει πλέον η απόσταση των ετών, περιγράφει τα όσα έζησε σε εποχές που η ανθρώπινη ύπαρξη δεν είχε καμία αξία, τότε που μερίδα του πληθυσμού επιβίωνε από τύχη και που οι κυρίαρχες ιδεολογίες ωθούσαν όσους είχαν εξουσία σε τερατώδη εγκλήματα. Θυμάται τον Γιάννη Ρίτσο και όσα του οφείλει, επιστρέφει στην πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής του και αναγνωρίζει τον λανθασμένο τρόπο σκέψης του όταν ήταν ακόμα υπό την επιρροή της καθοδήγησης του Κόμματος.

Σχολιάζοντας τον τίτλο της συλλογής ερωτικών ποιημάτων του «Λυσιμελής πόθος», παραδέχεται πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στη διαδρομή του ο έρωτας και μοιράζεται μυστικά για επίδοξους ποιητές από χείλη ιερά. Όσο για το Ιερό Δισκοπότηρο της ανθρωπότητας, την αναζήτηση του νοήματος της ζωής, ο σχεδόν αιωνόβιος Έλληνας ποιητής έχει ανακαλύψει κάτι επ’ αυτού και το καταθέτει εδώ.

*Στις 6 το πρωί της 21ης Απριλίου 1967 άκουσα στην πόρτα χτυπήματα. Ανοίγω και βλέπω τον φίλο μου Μίλτο Παναγιωτόπουλο, που μας είχε καλέσει το προηγούμενο βράδυ σπίτι του. «Σήκω αμέσως, έγινε δικτατορία. Ντύσου και πάμε», μου λέει. Κρατούσε ένα μπουκάλι γάλα. Πίσω του ήταν ένα τανκ. Ντύθηκα βιαστικά, πήρα μαζί μου μόνο ταυτότητα και διαβατήριο. «Γιατί κρατάς αυτό το μπουκάλι», τον ρώτησα. «Για να λέω στα μπλόκα που έχει στον δρόμο “πάω το γάλα στο παιδί” και να με αφήνουν να περνάω». Μπαίνουμε σπίτι του. Εκεί, η γυναίκα του η Ρίκα μου λέει, «τώρα θα μένεις εδώ». Περιμέναμε μήπως τη Δευτέρα – όπως είχε πει και ο Ανδρέας Παπανδρέου – κινητοποιηθεί ο κόσμος, οι εργάτες. Δευτέρα πρωί, ακούω τον θόρυβο από το χτίσιμο μιας πολυκατοικίας δίπλα και λέω, «παιδιά, δεν έγινε απεργία όπως περιμέναμε, μάλλον θα μείνουν».

«Στον πανικό μπορείς να κάνεις οποιαδήποτε ανοησία. Ευτυχώς πανικό δεν έχω νιώσει».

*Ελπίζω όλοι να έχουν παραδεχτεί ότι Δημοκρατία σημαίνει η αναγνώριση της ελευθερίας του άλλου. Όσο και αν αυτή η ελευθερία οδηγεί σε έκφραση απόψεων που εμείς τις απορρίπτουμε.

*Νόμιζα ότι δεν θα ξαναζούσαμε κάτι κακό. Και πραγματικά είναι οδυνηρή έκπληξη να βλέπω να επανεμφανίζονται τέτοια φαινόμενα. Ορισμένοι δεν λένε ανοιχτά ότι είναι δικτάτορες αλλά είναι μονοκράτορες.

*Έχω νιώσει αρκετές φορές φόβο. Και τελικά κατάλαβα ότι ο φόβος είναι χρήσιμος γιατί σε προειδοποιεί. Εκείνο που είναι άσχημο είναι ο πανικός. Γιατί στον πανικό μπορείς να κάνεις οποιαδήποτε ανοησία. Ευτυχώς πανικό δεν έχω νιώσει.

*Φόβο ένιωσα πραγματικά όταν με έπιασαν και με έστησαν στον τοίχο να με εκτελέσουν οι συνεργάτες των Γερμανών, δύο – τρεις βδομάδες πριν από την Απελευθέρωση.

*Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε μια χώρα είναι ο εμφύλιος πόλεμος. Και η δύναμη της Δημοκρατίας είναι να δίνει τη δυνατότητα στην έκφραση αντίθετων απόψεων. Αλλά αυτές οι αντίθετες απόψεις να μη φτάνουν στην τάση της αλληλοεξόντωσης ώστε να επικρατήσει μόνο η μία.

*Όταν βρέθηκα στη Μακρόνησο δεν ξαφνιάστηκα γιατί ήδη εγνώριζα τι συμβαίνει. Η επίσημη ονομασία ήταν ΟΑΜ, «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου». Εκεί έστελναν ανθρώπους που εθεωρούντο κακοί πολίτες για να αναμορφωθούν και να γίνουν πραγματικοί εθνικόφρονες. Εμένα με έστειλαν εκεί με φυματίωση, αλλά μπόρεσα να αντέξω, να μη δεχθώ να αναμορφωθώ, να μην υπογράψω τις δηλώσεις που ζητούσαν κάθε μέρα.

*Στην εξορία κανείς δεν έκλαιγε. Και αν είχαμε κάποια συγκίνηση για προσωπικά γεγονότα, τα αντιμετωπίζαμε όλα. Εκείνο που δημιούργησε προβλήματα ήταν όταν κάποιοι – μεταξύ των οποίων και εγώ – αρχίσαν να έχουν κριτική στάση απέναντι σε αυτά που συνέβαιναν στον χώρο της τότε Αριστεράς και κυρίως στον χώρο του Σταλινισμού που ήταν η επικρατούσα ιδεολογία και πρακτική. Στο τέλος, όσοι διαφωνούσαν και ασκούσαν κριτική σε αυτά που έβλεπαν, έμεναν στο περιθώριο και ήσαν υπό εσωτερική παρακολούθηση.

*Στον Άη Στράτη είχα χρόνο κι έγραψα πολύ. Ξαναγύρισα στην ποίηση, γιατί, με τον φανατισμό των ιδεών που είχα εκείνα τα χρόνια, είχα φτάσει να λέω ότι «η ποίηση είναι έκφραση του μικροαστικού συναισθηματισμού που σε εμποδίζει από την πρακτική επαναστατική δράση». Και όταν συνάντησα τον Γιάννη Ρίτσο στον Άη Στράτη και τόλμησα να του πω κάτι τέτοιο, μου λέει: «Σταμάτα να λες αυτές τις ανοησίες, πρέπει να καταλάβεις ότι η ποίηση είναι το πεπρωμένο σου. Και μην ξανάρθεις να με δεις αν δεν μου φέρεις ποιήματά σου». Και έτσι με ώθησε να επιστρέψω στην ποίηση ανοιχτά γιατί ενώ εγώ καταδίκαζα την ποίηση με αυτόν τον ανόητο τρόπο, κρυφά από όλους έγραφα ποιήματα.

«Ήδη στον Άη Στράτη είχα έρθει σε σύγκρουση με τη σταλινική καθοδήγηση»

*Ο Ρίτσος πραγματικά με βοήθησε, κυρίως με το να μου λέει τρία πράγματα που μου έχουν μείνει: «Πρώτον, πρόσεχε τις λέξεις, να μπαίνει η σωστή λέξη στη σωστή της θέση. Να προσέχεις τα επίθετα, διότι συρροή επιθέτων αδυνατίζει το ποίημα ενώ ένα εύστοχο επίθετο το δυναμώνει. Να προσέχεις τα αφηρημένα ουσιαστικά, γιατί πολλές φορές γίνονται πομπώδη. Ουσιαστικά όπως Δικαιοσύνη, Ελευθερία, Αλληλεγγύη, μόνο όταν έχουν νόημα αξίζει να μπαίνουν αλλιώς γίνονται ρητορεία». Όλα αυτά, πάντα, τα χρωστάω στον Ρίτσο.

*Επειδή ο Ρίτσος είναι ο μεγαλύτερος καπνιστής που έχω δει, με επηρέασε και σε αυτό. Με τη νεανική μου αφέλεια νόμιζα ότι το τσιγάρο σε βοηθά στο γράψιμο. Και ενώ κάπνιζα λίγο, αργότερα, στον Άη Στράτη, βλέποντας τον Ρίτσο να καπνίζει τόσο, έγινα και εγώ μανιακός καπνιστής.

*Πιστεύω ότι ζω ακόμα επειδή έκοψα το τσιγάρο. Κάπνιζα τρεισήμισι πακέτα τη μέρα. Ξυπνούσα τη νύχτα, κάπνιζα και ξανακοιμόμουν. Αν είναι δυνατόν. Ήμουν εξαρτημένος.

*Ήδη στον Άη Στράτη είχα έρθει σε σύγκρουση με τη σταλινική καθοδήγηση τόσο που εκεί κατάλαβα ότι υπάρχει και εσωτερική παρακολούθηση. Δεν ήταν δηλαδή μόνο η λογοκρισία των γραμμάτων που έκανε η Χωροφυλακή, τα γράμματα περνούσαν και από εσωτερική λογοκρισία.

*Στον Άη Στράτη, μας άφηνε η Χωροφυλακή να κατεβαίνουμε τις Κυριακές στο χωριό. Εγώ, ο Ρίτσος και άλλοι, πηγαίναμε στο καφενείο για να ακούσουμε από το ραδιόφωνο τη συμφωνική συναυλία. Και μια Κυριακή που ακούγαμε τη συναυλία, αναγγέλλει η εκφωνήτρια: «Kαι τώρα θα ακούσετε την “Ιεροτελεστία της Άνοιξης” του Ίγκορ Στραβίνσκι». Και ακούω ξαφνικά μια φωνή σαν ουρλιαχτό από πίσω: «ΚΛΕΙΣΤΟ ΑΜΕΣΩΣ. ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΜΑΛΙΣΤΗΣ». Τα χάνω, γυρίζω, κοιτάζω και ποιος ήταν; Ο συγγραφέας Μενέλαος Λουντέμης. Τότε όλα αυτά είχαν καταδικαστεί στη Σοβιετική Ένωση ως αντιδραστικά με τον χαρακτηρισμό του φορμαλισμού. Αυτό είχε φτάσει στην Ελλάδα, είχε φτάσει στον Άη Στράτη και ο ορθόδοξος κομματικά Λουντέμης το είχε υιοθετήσει. Kαι έτσι δεν ακούσαμε την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης».

*Εγώ τα χρόνια εκείνα ήμουν ένας από τους χιλιάδες ανθρώπους που νομίζαμε ότι θα αλλάξουμε όλη την υφήλιο. Σήμερα δεν υπάρχουν πια αυτές οι προσδοκίες, οι οποίες οδήγησαν σε αδιέξοδα και τα είδαμε. Νομίζω ότι οι επιλογές των ανθρώπων πρέπει να είναι ελεύθερες. Το να έχεις συμμετοχή σε κόμμα είναι δεύτερη υπόθεση. Κυρίως προέχει το να συμμετέχεις στα δρώμενα της καθημερινής κοινωνικότητας.

*Το γράψιμο για μένα είναι και εσωτερική ανάγκη αλλά και εξωτερική εργασία. Και απαιτεί χρόνο. Ο Σταντάλ είχε πει μια πολύ σωστή κουβέντα, ότι όταν κανείς αφοσιωθεί στο γράψιμο έχει και ένα δυσάρεστο αποτέλεσμα, μειώνεται ο χρόνος που μπορεί να αφιερώσει στην απόλαυση του διαβάσματος.

«Μια μέρα που θυμάμαι τον εαυτό μου πολύ ευτυχισμένο, θα φανεί λιγάκι κοινότοπο αλλά, ήταν όταν αποφασίσαμε με τη Ρένα Σταυρίδη να παντρευτούμε στο Παρίσι».

*Χρειάζεται πολλή δουλειά στο γραφτό. Ο Ρίτσος έλεγε «να το γράφεις τουλάχιστον 20 φορές για να κατασταλάξεις ότι τελείωσε». Αργότερα μου έκανε μεγάλη εντύπωση όταν διάβασα κάτι που είχε πει ο Φλωμπέρ, ότι «μπορώ να περάσω και μια ολόκληρη εβδομάδα αναζητώντας τη σωστή λέξη».

*Παλιότερα χόρευα, μου άρεσαν οι λαϊκοί χοροί όπως μου άρεσε και το τανγκό και το βαλς. Αλλά είναι χρόνια που έχω να χορέψω πια. Πολλά. Ιδίως από τότε που έφυγε η γυναίκα μου, που ήταν το μεγαλύτερο πλήγμα που έχω αισθανθεί στη ζωή μου. Το 2009. Ήταν ένα πλήγμα που δεν επουλώνεται με τίποτα. Είναι μια αναντικατάστατη παρουσία.

*Έχω καταλήξει ότι τρεις είναι οι άνθρωποι που με διαμόρφωσαν, ο πατέρας μου, η μητέρα μου και η Ρένα Σταυρίδη – Πατρικίου, η σύζυγός μου.

*Αγαπάω περισσότερο τρία ποιήματα που είναι της μεγάλης μου ωριμότητας, τα έχω γράψει άνω των 80 ετών. Είναι «Η Βία», τα «Ρόδα Αειθαλή» και το «Άλλο ένα καλοκαίρι».

*Μια μέρα που θυμάμαι τον εαυτό μου πολύ ευτυχισμένο, θα φανεί λιγάκι κοινότοπο αλλά, ήταν όταν αποφασίσαμε με τη Ρένα Σταυρίδη να παντρευτούμε στο Παρίσι. Ήταν μια απόφαση που τη σκεφτήκαμε πολύ και οι δύο και που πραγματικά μας έδωσε τη βεβαιότητα ότι έτσι θα γεμίσει η ζωή μας ακόμα περισσότερο. Γνωριστήκαμε το 1970 και παντρευτήκαμε το 1972.

*Στα ποιήματά μου εμπνέομαι από τη Γυναίκα, τα στοιχεία της Φύσης, τα πολιτικά δρώμενα και τα κοινωνικά περιστατικά. Και μπορεί το καθένα να είναι χωριστό ερέθισμα και χωριστή εμπειρία αλλά τελικά όλα συναρθρώνονται σε ένα σύνολο.

*Η σχέση μου με τον έρωτα δεν ήταν φοβική. Εξού και συγκέντρωσα όλα τα ερωτικά ποιήματα που έχω γράψει σε έναν τόμο που του έδωσα τον τίτλο «Λυσιμελής Πόθος» που είναι μια φράση από ένα ποίημα του Αρχίλοχου.

*Τώρα γράφω, όσο γίνεται. Γιατί το τσιγάρο μπόρεσα να το κόψω, το γράψιμο δεν κόβεται.

«Με τα όσα συμβαίνουν σήμερα, προσπαθώ να καταλαβαίνω και όχι να ενοχλούμαι».

*Πρωινό τρώω πάντα. Παλιά έτρωγα τσάι με τσουρέκι ή με τυρί και ψωμί. Πριν από πολλά χρόνια φιλοξενήσαμε ένα ζεύγος φίλων Ιταλών οι οποίοι το πρωί έτρωγαν γάλα με corn flakes, και όταν έφυγαν είπα να το δοκιμάσω. Και το συνήθισα. Και τα τελευταία 15 χρόνια, το πρωί τρώω γάλα με corn flakes και φέτες με βούτυρο και μέλι.

*Είμαι αισιόδοξος γιατί λέω ότι αν είναι να επέλθει η καταστροφή, γιατί να είμαι απαισιόδοξος και να στενοχωριέμαι από τώρα; Ας στενοχωρηθώ τη στιγμή της καταστροφής. Μέχρι τότε, θα παραμένω αισιόδοξος και πάντα με την ελπίδα ότι θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε όλα τα αρνητικά.

*Τελικά λέω να μην έχω κι άλλους στόχους γιατί παραγίνεται το πράγμα. Συγγραφικά έχω κάνει ένα ποιητικό έργο, όποιο κι αν είναι, έχει κάπως αναγνωριστεί. Πολλές φορές μου λένε «ο μεγαλύτερος ζων ποιητής». Απορρίπτω το «μεγαλύτερος» γιατί δεν θέλω να συγκρίνομαι με τους άλλους ως καλύτερος. Μου αρκεί να είμαι ένας καλός ποιητής μαζί με άλλους καλούς ποιητές. Αλλά καλύτερος, όχι. Γιατί αυτό αμέσως σου δίνει ένα αίσθημα υπεροχής και δεν το θέλω.

*Με τα όσα συμβαίνουν σήμερα, προσπαθώ να καταλαβαίνω και όχι να ενοχλούμαι. Προσπαθώ να καταλαβαίνω τι συμβαίνει και άλλα να τα αποδέχομαι και άλλα να τα απορρίπτω, παίρνοντας μια κριτική στάση, όχι μια επιθετική.

*Πολλές φορές νόμιζα ότι βρήκα το νόημα της ζωής. Θα έλεγα, πάντως, χρειάζεται να το ανακαλύπτεις κάθε φορά, δεν αρκεί μόνο μία.