«Όχι Μανάδες» δύο λέξεις τις οποίες δεν γνωρίζω πού περιμένετε να ακούσετε. Ίσως όχι σε μέρη με καλή φήμη και σίγουρα όχι σε κουβέντες που θα ήθελαν πολύ να γνωρίζουν το περιεχόμενο τους. Ο Πάρις Ρούπος, ωστόσο, όχι μόνο δεν δίστασε να βαφτίσει το δεύτερο κωμικό μονόλογό του με αυτή τη φράση, αλλά τον ανεβάζει για τελευταία φορά σε ένα πολύ ok μέρος, το Temple Athens, την Τετάρτη 24/3 (εισιτήρια εδώ). One-liners, κωμικά bits, αλλά και ζωντανή μουσική είναι όσα συνθέτουν το «Όχι Μανάδες» -πολλοί γελάνε κιόλας. Δυνατά.
Λίγο πριν τη βιντεοσκόπηση του μονολόγου, δηλαδή πριν βάλει το υλικό του στο κρεβάτι και του δώσει ένα τρυφερό φιλί για καληνύχτα και το αφήσει να παραδοθεί στην τεράστια και παντοτινή αγκαλιά του ίντερνετ, ο Πάρις Ρούπος μιλάει στο ΒΗΜΑ κάνοντας έναν απολογισμός της διετίας που ανέβαινε στις σκηνές και έλεγε «Όχι Μανάδες», για τα αγαπημένα του one-liners, αλλά και πώς είναι να ξυπνάς ένα πρωί και να βλέπεις 100άδες προσωπικά μηνύματα γεμάτα άφθονο μίσος και απειλές κατά της ζωής σου.
Πώς αισθάνεσαι που θα πεις για τελευταία φορά, τουλάχιστον στην Αθήνα, «Όχι Μανάδες»;
Αυτή η παράσταση έκανε έναν καλό κύκλο για δύο σεζόν στην Αθήνα και νομίζω ήρθε η ώρα για τη λήξη της με πανηγυρική διάθεση. Νιώθω κάπως πλήρης και ανυπομονώ να κλείσει με τον καλύτερο τρόπο και όπως της αξίζει. Τώρα αν με πιάσει νοσταλγία μετά θα δείξει. Ίσως συνεχίσω να παίρνω μικροδόσεις της όπου μπορώ για κάποιο καιρό. Είναι επίσης και η τελευταία φορά που θα ακουστεί να λέω «όχι μανάδες» ως φράση γιατί, στην πραγματικότητα, ούτε τη χρησιμοποιώ κυριολεκτικά ούτε την ενστερνίζομαι.
Η βιντεοσκόπηση ενός μονόλογου σημαίνει πρακτικά ότι ξεμπερδεύεις με αυτό το υλικό. Καταλαβαίνω ότι θα υπάρχει μια συναισθηματική φόρτιση, όμως δεν νιώθεις και μια ανακούφιση που πλέον μπορείς να προχωρήσεις με κάτι νέο;
Η σόλο παράσταση κρύβει έναν καλό παραλληλισμό με τις ανθρώπινες σχέσεις. Περνάς από το χτίσιμο της, στον ενθουσιασμό της ολοκλήρωσής της. Μετά, για κάποιο καιρό, τη νιώθεις λίγο σαν ρουτίνα, φτάνεις σε κάποιο τέλμα. Έπειτα την επανεφευρίσκεις, την αναζωογονείς, περνάτε ξανά λίγο χρόνο μαζί, με νέα ζέση. Μέχρι που φτάνει η ώρα της ώριμης απόφασης εκατέρωθεν να το λήξετε και να παραμείνετε φίλοι. Και εκεί έρχεται όντως μια ανακούφιση και μια αίσθηση επανεκκίνησης με μια νέα παράσταση. Αυτό, όσο τρομακτικό και να ακούγεται αρχικά, είναι πάντα ωραίο ως πρόκληση.
Υπάρχουν κάποια μη αναμενόμενα tips που θες να δώσεις στο κοινό που θα έρθει στη βιντεοσκόπηση; Μπορεί πχ. ένα δυναμωτικό πρωϊνό να βοήθα ώστε να γελάει κάποιος πιο δυνατά, κάτι που χρειάζεται προκειμένου να περνάει ο ήχος του γέλιου στα μικρόφωνα.
Επειδή θα είναι καθημερινή, προτείνω ένα καλό πρωινό έτσι κι αλλιώς για να βγει η μέρα. Ειδικά εκείνη την ημέρα, ας μην είναι μόνο καφές και τσιγάρο, όσο παραδοσιακό και αν είναι αυτό. Έχεις να πας δουλειά και μετά να έρθεις και στο σόου. Αν δεν έχεις δουλειά, έλα να βοηθήσεις στο στήσιμο. Πέρα λοιπόν, από πρωινό επιπέδου English breakfast, και επειδή δεν είμαστε φαν των ψεύτικων επιπρόσθετων γέλιων στο μοντάζ, εκείνο το βράδυ συμβουλεύω να κουμπώσετε και 1-2 ποτάκια της αρεσκείας σας έτσι για τη χαλάρωση. Πάντα βοηθάει στο γέλιο. Το παρατηρούμε εξάλλου και στις διάφορες κοινωνικές συναθροίσεις και γιορτές. Λύνεται ο κόσμος. Δεν διαφέρει λοιπόν πολύ από αυτό. (να διευκρινίσω ότι δεν παίρνω ποσοστά από το μπαρ).
«Η σόλο παράσταση κρύβει έναν καλό παραλληλισμό με τις ανθρώπινες σχέσεις».
Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τα one-liners;
Πάντα ήμουν φαν της λακωνικότητας και της συντομίας. Ήθελα να ακούσω γρήγορα ένα αστείο. Ακόμα και στα αντίστοιχα ανέκδοτα της εποχής. Μου αρέσαν περισσότερο αυτά των 2-3 προτάσεων. Έτσι, για κάποιο λόγο, όταν σκεφτόμουν κι εγώ από μικρός κάποιο αστείο ή λογοπαίγνιο, ήταν αυτής της μορφής. Έτσι πέρασε και στο stand up από τα πρώτα μου σετ. Και συνεχίζεται ακόμα. Βέβαια με τον καιρό, το έχω εξελίξει λίγο περισσότερο και θα ακούσεις και μεγαλύτερα κείμενα, στα οποία όμως έχω κρύψει εντέχνως, πάλι μικρά σύντομα αστεία. Είναι παγίδα.
Μήπως τα one-liners σκότωσαν τα ανέκδοτα (έχω ξεχάσει πότε ήταν η τελευταία φορά που άκουσα κάποιο);
One-liners αμιγώς στανταπικά αλλά και με τη μορφή ανεκδότου, υπάρχουν εδώ και δεκαετίες (μην πω και πολύ περισσότερο). Όποτε δεν σκοτώσανε εκείνα τα ανέκδοτα. Τα ανέκδοτα τα σκότωσε το ίντερνετ, και το ιντερνετικό χιούμορ που ήρθε μαζί του, τα memes, τα οπτικοποιημένα αστεία, τα vines (κάποτε) και τώρα τα reels. Πάντως δεν είμαι σίγουρος αν έχουν πεθάνει τόσο. Απλώς αφορούν άλλη ηλικιακή κατηγορία. Δηλαδή στα πιτσιρίκια υφίστανται ακόμα, και μάλιστα παίζει πολλά να είναι και τα ίδια που λέγαμε κι εμείς μικροί. Μετά κάνουν μια παύση στην ενηλικίωση και για 30-35 περίπου χρόνια και επανέρχονται όσο πλησιάζεις προς την τρίτη ηλικία ώστε να τα λες σαν μπάρμπας ξανά στα πιτσιρίκια. Σε αφήνουν για λίγο αλλά καραδοκούν και επανέρχονται όταν ξεστομίσεις το πρώτο «Τι έγινε; τρύπησε η κανάτα;» όταν τελειώνει το κρασί στο τραπέζι.
Στο «Δουλίτσα να υπάρχει» μάς έμαθες τα one-liners. Στο «Όχι Μανάδες», ωστόσο, ήταν πολύ λιγότερα. Πιάνουν γρήγορα «ταβάνι» όταν πρέπει στήσεις έναν κωμικό μονόλογο;
Δεν νομίζω ότι πιάνουν «ταβάνι». Είναι ανεξάντλητα και συνεχώς εμφανίζονται νέες αφορμές για να προκύψει κάποιο φρέσκο πρωτότυπο one-liner. Μελετώντας όμως ξανά το «Δουλίτσα Να Υπάρχει» διαπίστωσα ότι για να γίνει ακόμα πιο ενδιαφέρουσα μια παράσταση, χρειάζονται εμβόλιμοι κάποιοι μηχανισμοί που «σπάνε» για λίγο τη φόρμα σε διάφορα σημεία, και ξεκουράζουν ίσως λίγο και το θεατή. Γι’ αυτό και στο «Όχι Μανάδες» θα συναντήσεις μια μίξη one-liners, λογοπαιγνίων, long form κειμένων με διακριτικά act-οuts, black χιούμορ, και φυσικά το μουσικό μέρος της παράστασης με τα τραγούδι με κιθάρα. Έτσι σε μία παράσταση παρακολουθείς 3-4 διαφορετικά είδη κωμωδίας με το προσωπικό ύφος όμως ενός κωμικού. Για αυτό και θεωρώ αυτή την παράσταση ένα βήμα παραπέρα από την πρώτη. Το οποίο είναι και φυσικό να συμβαίνει στην κωμωδία.
Εικάζω θα στο έχουν προτείνει, αλλά πόσο υπέροχο θα ήταν τα one-liners να αντικαταστήσουν τα τετράστιχα στο πίσω μέρος των φύλλων στα ημερολόγια τοίχου;
Μα νομίζω υπήρχαν και ημερολόγια με μικρά «αστειάκια», αν δεν κάνω λάθος. Ήταν πάντα καλτ και σούπερ μπέισικ. Και ενίοτε έξτρα σεξιστικά. Για μένα θα ήταν τέλειο, αλλά η φύση των one-liners συχνά είναι σκάει λίγο πιο σουρεάλ, οπότε θέλω να πιστεύω ότι δύσκολα θα γινόταν αντιληπτό το αστείο από ανθρώπους που χρησιμοποιούν ημερολόγια τοίχου. Δηλαδή τη γιαγιά μου. Εγώ θα το αγόραζα πάντως. Αλλά θα ήθελα να έχω τώρα ένα πχ του 2029 ώστε να έχω αμέσως 365 έτοιμα αστεία για τις επόμενες παραστάσεις.
«Δεν θα δικαιολογηθούμε σε φασίστες, γιατί ακριβώς δεν έχουν καμία πρόθεση να καταλάβουν έτσι κι αλλιώς. Λειτουργούν με διαφορετικά κίνητρα και με ψυχολογία όχλου».
Μπαίνεις στον πειρασμό να σώσεις κακά ή μέτρια one-liners που σκάνε σε τυχαίες στιγμές της καθημερινότητας; Πχ. περνούσα έξω από ένα σουβλατζίδικο στο Γκάζι και είχε μια εναλλασσόμενη φωτεινή επιγραφή: «Έχει ο καιρός», πρώτο μήνυμα, το βλέπω, κολλάω και περιμένω για τη συνέχεια. Και σκάει: «Πιτογυρίσματα». Πώς θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι καλύτερο εδώ;
Να γίνει καλύτερο;! Έπιασε κορυφή! Ή πάτο. Ανάλογα από πού το κοιτάς. Νομίζω αν δεν έχεις λογοπαίγνιο για όνομα στο σουβλατζίδικο σου, δεν σου δίνουν την άδεια λειτουργίας πλέον. Το παθαίνω βέβαια, αν και πάντα με ξεπερνάνε. Αλλά δεν περιορίζονται μόνο εκεί. Υπάρχει, για παράδειγμα, ένα καρναβαλικό γκρουπ στην Πάτρα με ρούχα και αξεσουάρ με Lego που λέγεται «AmfiLEGOmenoi». Πρόσφατη ανακάλυψη. Εγώ, προσωπικά, θα το έλεγα «Δεν αντιLEGO». Δε λέω (δεν lego) ότι είναι καλύτερο απαραίτητα. Απλά είπα πώς θα το «έσωζα» εγώ. Αν σώζεται.
Λένε ότι ένα αστείο πεθαίνει όταν βιντεοσκοπείται. Πριν περίπου από ένα χρόνο έμαθες ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει με το αστείο που ανέβασες για την Κύπρο και την κακοποίηση που υπέστης από ακροδεξιούς και φασίστες. Τι κρατάς από αυτή την ιστορία;
Ενίοτε πεθαίνει και ο κωμικός. Όχι κυριολεκτικά εν τέλει αλλά με τόσες απειλές θανάτου, το είδα κάπου στον ορίζοντα. Το θέμα με το βιντεοσκοπημένο αστείο είναι ότι το απομονώνεις εύκολα. Όταν το ακούσεις ζωντανά ή έστω αν δεις σε βίντεο όλη την παράσταση, αντιλαμβάνεσαι πολύ πιο εύκολα το πλαίσιο και την ερμηνεία του. Αν μοιραστεί από μόνο τους και στους κατάλληλους κύκλους, γίνεσαι αμέσως απλά ένας κωμικός που προσβάλλει κάτι γιατί «έχει εμπάθεια, μίσος, άγνοια, είναι βαλτός» κλπ. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα δικαιολογηθούμε σε φασίστες, γιατί ακριβώς δεν έχουν καμία πρόθεση να καταλάβουν έτσι κι αλλιώς. Λειτουργούν με διαφορετικά κίνητρα και με ψυχολογία όχλου. Δεν μας αφορούν ούτε μας ενδιαφέρει να τους «κερδίσουμε» ως κοινό. Αυτό που κρατώ είναι «μάθε καλύτερα πώς λειτουργεί το ίντερνετ και προστάτευσε έτσι τον εαυτό σου». Τότε πχ. ήμουν ακόμα νέος στο TikTok όπου ανέβασα το αστείο. Άσχετα που κάθε φορά που μπαίνω μέσα νιώθω και πιο γέρος.
Πόσο συχνά σε μπερδεύουν με τον Ζήση Ρούμπο και αντίστροφα
Δε συμβαίνει καθόλου σπάνια μπορώ να πω. Έχει τύχει να με αποκαλέσουν και Ζήση σκέτο και Ρούμπο. Αλλά δεν πιστεύω ότι συμβαίνει γιατί μας μπερδεύουν όντως. Νομίζω γίνεται εκ παραδρομής, λόγω του ότι το όνομα του Ζήση είναι γνωστό εδώ και χρόνια και σκάει αυτομάτως στο μυαλό. Ρεαλιστικά δεν πιστεύω ότι στο Ζήση συμβαίνει το αντίστοιχο. Να τον φωνάζουν «Πάρι» ή «Ρούπο». Για το λόγο που είπα μόλις. Φυσιογνωμικά έτσι κι αλλιώς δε μοιάζουμε. Πάντως, να ξέρεις, πριν 7 χρόνια που ρόλαρα για λίγο καιρό με μουστάκι, κάποιος ήρθε και μου έδωσε συγχαρητήρια για αστείο του Μαθιουδάκη. Πάλι δεν πιστεύω ότι συνέβη ποτέ το αντίστροφο.