Σε μια σπάνια στιγμή διακομματικής συναίνεσης, η αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε ένα πακέτο στρατιωτικής βοήθειας άνω των 95 δισ. δολαρίων με παραλήπτες τρεις χώρες.
Την Ουκρανία που δοκιμάζεται σκληρά από τη ρωσική εισβολή και θα λάβει τη μερίδα του λέοντος με σχεδόν 61 δισ.
Το Ισραήλ (26 δισ.) που απέκρουσε με επιτυχία μια μαζική επίθεση και απάντησε εξίσου επιτυχώς, αν κρίνει κανείς από το γεγονός πως το Ιράν προτίμησε ή υποχρεώθηκε να εκλάβει την ισραηλινή αντεπίθεση περισσότερο ως «μήνυμα» και λιγότερο ως πλήγμα στο έδαφός του, σπεύδοντας να κινηθεί στην οδό της αναδίπλωσης.
Και την Ταϊβάν που αναμετράται διαρκώς με τις επικυριαρχικές διαθέσεις του Πεκίνου και θα λάβει 8 δισ. δολάρια.
Μέσω των τριών παραληπτών του πακέτου βοήθειας, η Ουάσιγκτον φωτογραφίζει για ακόμη μία φορά έναν «άξονα του κακού», ο οποίος αποτελείται αντιστοίχως από τρια αυταρχικά/ολοκληρωτικά καθεστώτα: της Ρωσίας, του Ιράν και της Κίνας.
Στα νεότερα των πολλαπλών αυτών μετώπων, βορείως και ανατολικά, θα πρέπει να προστεθεί ακόμη ένα: πως τη χρονιά που πέρασε σημειώθηκε παγκοσμίως η μεγαλύτερη αύξηση στρατιωτικών δαπανών από το 2009, αγγίζοντας τα 2,44 τρισ. δολάρια.
Σύμφωνα με τη μελέτη του σκανδιναβικού ινστιτούτου SIPRI, ΗΠΑ και Κίνα πρωταγωνιστούν σε αυτήν την κούρσα των εξοπλισμών καθώς αναλογούν οι μισές δαπάνες, ενώ ακολουθούν η Ρωσία, η Ινδία και η Σαουδική Αραβία.
Με αυτά τα δεδομένα, το ερώτημα που τίθεται είναι πώς θα ενισχύσει η Ευρώπη τις βάσεις της δικής της στρατιωτικής ισχύος ώστε να τοποθετηθεί στη διεθνή σκακιέρα ως αξιόπιστη δύναμη αποτροπής.
Σε αυτές τις συνθήκες, αυτά θα ήταν τα μοναδικά καλά νεότερα από το δυτικό μέτωπο.