Οι ευρωεκλογές «γίνονται σε μία πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χώρα και την Ευρώπη», σημείωσε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣΌλγα Γεροβασίλη, η οποία αναφέρθηκε εκτενώς και στο πρόβλημα της ακρίβειας που ταλανίζει την κοινωνία.

«Η κυβέρνηση υπήρξε συστηματικά αδρανής στο πρόβλημα της ακρίβειας, καταφεύγοντας εξ αρχής στο αφήγημα ότι είναι εισαγόμενο λόγω της υγειονομικής κρίσης, στη συνέχεια της σύρραξης στην Ουκρανία κ.λπ. Προφανώς, το αφήγημα αυτό έχει καταρρεύσει, με την ακρίβεια να έχει εδραιωθεί και μετατραπεί – όπως λέγαμε από την αρχή της κρίσης – σε αισχροκέρδεια, την οποία και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να ομολογήσει», τόνισε η κυρία Γεροβασίλη, μιλώντας σε εκπομπή  του ΕΡΤNews.

Επισήμανε, μάλιστα, πως αυτή τη στιγμή, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, «η κατάταξή μας στην Ευρώπη είναι από τις δυσμενέστερες, η ελληνική κοινωνία – κυρίως τα χαμηλά στρώματα – ζει σε καθεστώς  μειωμένων εισοδημάτων και αγοραστικής δύναμης, με το εισόδημα να εξανεμίζεται σε τροφή, στέγαση και ενέργεια».

«Η κυβέρνηση συνεχώς απαριθμεί και παρουσιάζει πεπραγμένα για την ακρίβεια, όμως η πραγματική ζωή την διαψεύδει», υπογράμμισε η πρώην υπουργός, σημειώνοντας πως, από τη μία, «υπάρχουν τα υπερκέρδη στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, στις εταιρείες ενέργειας, στο τραπεζικό σύστημα και, από την άλλη. οι πολίτες δίνουν μάχη αξιοπρέπειας. Μέσα στα δύο τελευταία χρόνια, μετά την πανδημία, η αγοραστική δύναμη των 50 ευρώ κατρακύλησε στα 37», όπως είπε.

Ερωτηθείσα αν υπάρχει λύση, η Όλγα Γεροβασίλη απάντησε: «Βεβαίως, χωρίς να υποστηρίζει κανείς ότι είναι εύκολη».

Και εξήγησε ότι «η αΑντιπολίτευση έχει επανειλημμένως και ματαίως προτείνει μέτρα αντιμετώπισης, τα οποία έχουν ληφθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και των οποίων τα αποτελέσματα είναι εμφανή. Ας δούμε για παράδειγμα την αδιαλλαξία της κυβέρνησης σχετικά με τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ, ΕΦΚ). Αποτελούν αυξημένη φορολόγηση – παρά το ό,τι ισχυρίζεται η κυβέρνηση – η οποία εισπράττεται από τους πληττόμενους πολίτες από τη μία και ‘χαρίζεται’ στην αισχροκέρδεια από την άλλη, με την κυβέρνηση να μην παρεμβαίνει».

Σημείωσε, επίσης, πως «τα γνωστά επιχειρήματα της κυβέρνησης περί σκόπιμης υποκοστολόγησης των δικών μας μέτρων είναι έωλα. Έχουμε μετρήσει και κοστολογήσει κάθε πρότασή μας, λαμβάνοντας υπόψη και τη φορολόγηση των υπερκερδών. Αυτή την οποία ανέφερε και υποσχέθηκε η κυβέρνηση (της τάξης του 90%) για τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας και δεν έγινε ποτέ ή έγινε σε ένα πολύ μικρό ποσοστό και μάλιστα όχι από την αρχή. Στο πρόγραμμά μας, τηρείται η αρχή της δημοσιονομικής ισορροπίας», υπογράμμισε η Όλγα Γεροβασίλη.

Για να καταλήξει πως οι λύσεις, τις οποίες προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σύσσωμη η αντιπολίτευση, όσον αφορά στη μείωση του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά – έως και μηδενισμού σε πολύ βασικά αγαθά – είναι «εφικτή και με κοινωνικό πρόσημο. Ο πληθωρισμός των τροφίμων ξεπερνά το 15% το μήνα Μάρτιο και ο κόσμος πασχίζει να επιβιώσει. Η κυβέρνηση γιατί κατεβάζει τα μολύβια;», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ευρωεκλογές

Μιλώντας για τις ευρωεκλογές, η βουλευτής και πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε πως «γίνονται σε μία πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χώρα και την Ευρώπη», εξηγώντας ότι βρισκόμαστε εν μέσω μίας ευρύτερης ανάφλεξης στην περιοχή, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τη σφαγή στη Γάζα και τη νέα συνθήκη Ιράν – Ισραήλ.

«Το ζήτημα είναι ποια είναι η θέση της ΕΕ αυτή τη στιγμή και ποια όφειλε να είναι. Ποια δηλαδή δυναμική θέλουμε να αποκτήσει η Ευρώπη. Πρέπει να μας απασχολεί για παράδειγμα το κατά πόσον μπορεί να αποκτήσει αυτόνομη υπόσταση  και να χαράξει δική της κοινή εξωτερική ή και αμυντική πολιτική. Πρέπει να μας απασχολεί επίσης η ανασύνταξη της ακροδεξιάς και οι πολιτικές συγκλίσεις και στρατηγικές που θα την αντιμετωπίσουν. Μαζί με τα μεγάλα θέματα της οικονομίας, των ανισοτήτων κ.ο.κ.», σημείωσε.

Όπως είπε η Όλγα Γεροβασίλη, «αυτό το τοπίο με τα συγκεκριμένα διακυβεύματα σημαίνει ότι οι Έλληνες πολίτες πρέπει να προσέλθουν στις κάλπες με πολιτικά κριτήρια και με το βλέμμα όχι μόνο στην εσωτερική ατζέντα, αλλά και στο ευρωπαϊκό μέλλον. Άρα, ο κάθε πολίτης οφείλει να ψηφίσει το κόμμα – και τον/την υποψήφιο/α – το οποίο θεωρεί ότι μπορεί να εκπροσωπήσει πολιτικά και με επάρκεια τη χώρα στο ευρωκοινοβούλιο. Τα θέματα στα οποία πρέπει να πάρουμε θέση είναι αμιγώς πολιτικά και μάλιστα σε πολύ σκληρές εποχές, με πολύ σκληρά διλήμματα».