Οι απεργιακές κινητοποιήσεις ήταν στο παρελθόν τόσο συχνό φαινόμενο στη χώρα μας ώστε ένας φιλεργατικός πρωθυπουργός, ο Ανδρέας Παπανδρέου, έφτασε να καταγγείλει ως «ρετιρέ» τους μισθωτούς των δημόσιων οργανισμών που τότε πρωτοστατούσαν στις διεκδικήσεις.
Σήμερα, το φαινόμενο των απεργιών για «ψύλλου πήδημα» έχει σε μεγάλο βαθμό περιοριστεί, ενώ οι εργαζόμενοι των δημόσιων μέσων μεταφοράς που συμμετέχουν στην απεργία της Τετάρτης δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν υψηλόμισθοι.
Αντιθέτως, ο 24ωρος απεργιακός κλοιός είναι προϊόν ενός κλοιού ακρίβειας που διαρκεί εδώ και 2,5 χρόνια και συμπιέζει τα εισοδήματα παρά τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση όλο αυτό το διάστημα.
Η πραγματικότητα αυτή αποτυπώθηκε στο τραγικό περιστατικό του ειδικού φρουρού της αστυνομίας που, ασκώντας και δεύτερο επάγγελμα για να ενισχύσει το εισόδημά του, καταπλακώθηκε από το κτίριο που κατέρρευσε στον Πειραιά.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα συνδέεται με τις δημοσιονομικές αντοχές της χώρας. Όπως και ότι οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα με τις αντοχές των επιχειρήσεων.
Αλόγιστες αυξήσεις στην πρώτη περίπτωση θα οδηγούσαν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ενώ στη δεύτερη σε απώλεια θέσεων εργασίας.
Είναι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο που έχει τεράστια σημασία η μάχη στο μέτωπο της ακρίβειας. Όπως και η μάχη στο μέτωπο της φοροδιαφυγής, όχι μόνο επειδή αδικεί εκείνους που φορολογούνται μέχρι και το τελευταίο λεπτό, αλλά και επειδή στερεί τα ταμεία του κράτους από πόρους.
Αν υπάρχει ένα νόημα στην απεργιακή κινητοποίηση της Τετάρτης είναι ακριβώς αυτό. Ότι απαιτείται η κινητοποίηση της κυβέρνησης απέναντι στα «ρετιρέ» που κερδοσκοπούν και φοροδιαφεύγουν.
Προτού ο κλοιός διαρκείας της ακρίβειας εξελιχθεί σε μόνιμη μέγγενη για τους πολίτες.