Διανύοντας το δεύτερο μισό της έκτης δεκαετίας της ζωής του, ο Φίλιππος Πλιάτσικας, ο «Ψηλός» των ΠΥΞ ΛΑΞ, δεκατέσσερα χρόνια ακριβώς από τον αιφνίδιο θάνατο του Μάνου Ξυδούς (13/4/2010), του συνοδοιπόρου του στην πιο λαϊκή – ροκ μπάντα στην Ελλάδα που το 2011 γέμισε ασφυκτικά το ΟΑΚΑ, μιλά για εκείνον και όσα του έμαθε σε προσωπικό και καλλιτεχνικό επίπεδο. Με ειλικρίνεια και ευαισθησία, επιστρέφει στα παιδικά του χρόνια στο Μενίδι, αναμετριέται με τους φόβους του, με την πρόωρη απώλεια του πατέρα του που δεν πρόλαβε να χαρεί τα αλλεπάλληλα sold out στον Λόφο του Λυκαβηττού τη δεκαετία του ‘90, και περιγράφει με γενναιοδωρία τον δεύτερο πατέρα που του χάρισε η ζωή αλλά και τον «αδερφό» του, Μπάμπη Στόκα, στον οποίο εύχεται καλή δύναμη για την πιθανότητα να αποδεχθεί πρόταση να είναι υποψήφιος για την ευρωβουλή.
Θυμάται τη μεγαλύτερη κατάκτηση του συγκροτήματος που είναι συνδεδεμένη με ένα Datsun φορτωμένο με πατάτες και καταθέτει ό,τι τον έχει ενοχλήσει στο πλαίσιο της δημόσιας κριτικής που έχει δεχθεί ως ιδρυτικό μέλος του πιο εμπορικού ελληνικού συγκροτήματος. Αναφέρεται για πρώτη φορά στην πολιτική κόντρα που υφαίνεται υπόγεια εναντίον των «ανένταχτων» ΠΥΞ ΛΑΞ και εξηγεί πώς αυτό έχει τις ρίζες του στον τρόπο σκέψης που τους κληροδότησε ο Μάνος. Έχοντας περάσει πολλά, καλά και κακά, και έχοντας κάνει ειρήνη με τα σκοτάδια του, είναι σε θέση πλέον να αγκαλιάσει απενοχοποιημένα τα λάθη του και να δώσει τον πιο απλό ορισμό της ευτυχίας, στον οποίο έφτασε πλέοντας ανάμεσα από τις δικές του Συμπληγάδες Πέτρες.
*Ο «Ψηλός» είναι το βασικό μου παρατσούκλι. Από τότε που έριξα μπόι απότομα, προς το τέλος Γυμνασίου, με έναν τρόπο με συνοδεύει. Ειδικά στο συγκρότημα, ήμουν ο «Ψηλός» ξεκάθαρα.
*Ο βαθύς φόβος είναι ο φόβος του αγνώστου. Το βαθύτερο υπαρξιακό θέμα που κινεί τα νήματα σε όλη μας τη ζωή. Μικρός το μετέφραζα σε μεγάλο φόβο για τα αεροπλάνα. Όταν κάναμε περιοδεία, πήγαινα με το αυτοκίνητο, μέσω Πάτρας, καραβιού, Μπάρι ή Ανκόνα και δώσε. Μεγαλώνοντας, έκανα «ομοιοπαθητική», έμπαινα πολύ στα αεροπλάνα και τα συνήθισα.
*Ο πατέρας μου ήταν βιομηχανικός εργάτης. Έφευγε πρωινά με χιόνι με τη μηχανή από το Μενίδι και κατέβαινε όλο το Ποτάμι για να φτάσει στο εργοστάσιο πλαστικών που δούλευε στη λαχαναγορά. Κι η μάνα μου δούλεψε κάποια χρόνια ως βιομηχανική εργάτρια. Ήταν οικονομικοί μετανάστες από τη Θεσσαλία. Από τον πατέρα μου έχω κρατήσει αυτό το μαστίγιο της συνείδησης. Είχε ένα αίσθημα ευθύνης και ακεραιότητας που τον τυραννούσε καθημερινά. Από τη μάνα μου έχω κρατήσει αυτήν την υπέροχη θεσσαλική φράση «α, μωρέ δεν πειράζει».
*Ο πατέρας μου έφυγε όταν ήμουν 22 χρονών και ένα από τα πράγματα που είχα να διαχειριστώ ήταν ότι δεν αισθάνομαι ότι ολοκλήρωσα έναν κύκλο συνομιλίας μαζί του. Μείναμε στην κόντρα. Εγώ είχα επιλέξει τη μουσική. Αυτός θεωρούσε ότι επειδή το μυαλό μου ήταν καλό στα μαθηματικά, θα έπρεπε να σπουδάσω για να ξεφύγω από τη δική του μοίρα. Δεν προλάβαμε να λειάνουμε αυτήν τη διαφορετική προσέγγιση. Είναι κάτι που έμεινε ανολοκλήρωτο. Κυρίως αν σκεφτεί κανείς ότι ο πατέρας μου έφυγε τον Ιούλιο του ’90, όταν το πρώτο άλμπουμ μας βγήκε τον Μάιο του ’90.
*Όταν έφυγε ο πατέρας μου, ξεκίνησε η συνεργασία μας με τον Μάνο που ήταν 15 -16 χρόνια μεγαλύτερος. Ο Μάνος ήταν ο δεύτερος πατέρας μου. Μας γαλούχησε μέσα στον χώρο, εμείς δεν είχαμε ιδέα. Τον θυμάμαι πάντα να με συμβουλεύει. Από ένα σημείο και μετά, αν δεν έπαιρνα τηλέφωνο τον Μάνο για τα σημαντικά, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, αισθανόμουν ελλιπής.
*Η πρώτη φορά που είδα τον Μάνο ήταν στην ΕΜΙ στον Περισσό στο τέλος του ’89. Ο Μπάμπης κυρίως έτρεχε τότε μπροστά, ήταν πολύ θαρραλέος και πήγαινε τις κασέτες στις εταιρείες ο ίδιος. Άκουσαν την κασέτα, μας κάλεσαν και πήγαμε. Ο Μάνος τότε ήταν διευθυντής ξένου ρεπερτορίου. Μας γνώρισε, μας έχωσε στο meeting room, κλείδωσε την πόρτα, έβγαλε ένα ουίσκι κι αρχίσαμε να πίνουμε. Και είπαμε, εδώ είναι ο δικός μας άνθρωπος. «Μην πίνετε ρε μαλάκες», έλεγε και έβαζε ουίσκι.
*Η τελευταία φορά που τον είδα ήταν λίγο πριν πεθάνει. Κάναμε Πάσχα μαζί σε ένα προάστιο στην Κόρινθο και έχω αυτήν τη φοβερή εικόνα που τον είδα για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια να είναι καλά. Ήταν ανάλαφρος. Φάγαμε και μετά φύγαμε οι δυο μας με μια virago και πήγαμε σε ένα καφέ. Καθίσαμε και τα είπαμε όλα.
*Ο Μάνος με έμαθε πόσο ωραίο είναι να είσαι ένας καλός καλικάντζαρος. Μέσα από το μειδίαμά του, την πραγματική του μόρφωση, τη μουσική και την τεράστια ευφυία του, με έμαθε πώς είναι να κάθεσαι σε ένα δωμάτιο με παράθυρα κλειστά κι εσύ να βλέπεις το φως έξω και να μπορείς να το περιγράψεις. Και μετά, με ένα χαμογελάκι να μπορείς να το μεταδώσεις στο μεγάλο κοινό. Με έμαθε πώς είναι η οικουμενική σκέψη και όχι η περιχαρακωμένη. Με έμαθε πόσο σημαντικό είναι να μπορείς να δένεις τα μπλουζ της Νέας Ορλεάνης με την πεντατονική, την πωγωνίσια στα ηπειρώτικα. Τη μεγάλη σκέψη δηλαδή.
*Με τον Μάνο μοιράστηκα πολύ περισσότερα και πιο ουσιαστικά από ό,τι με τον πατέρα μου. Θα είχα πολλά να του πω τώρα. Κυρίως ότι ήταν πιο σοφός από εμάς. Σε αυτά που μου είχε πει ανά περιόδους, ότι είχε δίκιο αυτός.
*Πριν βγει η «Στίλβη», στο cd single «Μοναξιά μου όλα» που έκανε αμανέδες ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος, ήμασταν πανευτυχείς γιατί είχαμε καταφέρει το μεγάλο μας όνειρο: να ακουγόμαστε από ντουντούκες Datsun που πουλούσαν πατάτες. Μεταξύ άλλων κομματιών και τον οδηγό που έλεγε «πα-τά-τες», ακουγόταν και το κομμάτι αυτό. Αυτή ήταν μια μεγάλη κατάκτηση του συγκροτήματος.
*Το πιο ακραίο που έχει συμβεί με τους ΠΥΞ ΛΑΞ δεν μπορώ να το πω.
*Στο ΟΑΚΑ ήταν η απόλυτη χαρά, η απόλυτη επιβράβευση ότι όντως αυτή η μπάντα βρίσκεται στα σπίτια σχεδόν όλων των Ελλήνων και, ταυτόχρονα, το μεγάλο πένθος που έλειπε ο Μάνος και ήταν πολύ πρόσφατος ο θάνατός του. Όταν ανεβήκαμε στη σκηνή, μείναμε όλοι με το στόμα ανοιχτό. Αυτό που βλέπαμε ήταν απερίγραπτο. Είναι αυτό που φώναζε ο speaker στο EURO του 2004 «δεν περιγράφω άλλο».
*Το χειρότερο πράγμα που έχουν πει για μας ήταν ότι κάναμε για τα φράγκα την επανένωση, μετά τον θάνατο του Μάνου. Πιστεύω ότι το είπαν για τον ίδιο λόγο που είχαν βγάλει και photoshop το «Όχι άλλο Πλιάτσικα». Για τον ίδιο λόγο που λυσσάνε τόσα χρόνια με την μπάντα γενικά και με μένα προσωπικά και με τον Μπάμπη. Για αυτό το περίεργο που έχουν οι Έλληνες της ζηλοφθονίας, όχι της ζήλιας που σε εξελίσσει. Γιατί θα γέμιζε το ΟΑΚΑ, γιατί οι ΠΥΞ ΛΑΞ μετά από 34 χρόνια παίζουν ακόμα και είναι από κάτω 15χρονα και 60άρηδες. Αυτός είναι ο λόγος που υποκινει αυτήν τη ζήλια. Γιατί σε μια εποχή που δικαίως είχαν βγει όλοι στους δρόμους για ένα παιδί που σκοτώθηκε τόσο άδικα, κάποιοι είχαν το μυαλό να κάνουν photoshop εμένα και να γράψουν «Όχι άλλο Πλιάτσικα». Τι λέει αυτό για την ψυχή τους;
*Είναι μια πολιτική κόντρα που υπάρχει εδώ και χρόνια με τους ΠΥΞ ΛΑΞ. Γιατί εμείς έχουμε αυτήν την ανοιχτωσιά, πιστεύουμε στην οικουμενικότητα, στην πολύχρωμη κολεκτίβα, στη μεγάλη αγκαλιά, συνθέτουμε πράγματα, δεν είμαστε της τοξικότητας και της περιχαράκωσης. Δεν κυνηγάμε το μίσος, κυνηγάμε την αγάπη. Και αυτή η θέση μας ήταν ξεκάθαρη. Πολλές φορές είχαμε προτάσεις να παίξουμε τον ρόλο του μέντορα σε όλα τα κινήματα της περιχαράκωσης και είπαμε όχι. Και με τη στάση μας, και συμβολικά και πραγματικά.
*Στα δύσκολα παλιά έπαιρνα τον Μάνο. Από τότε που έφυγε, στην άλλη μεριά της γραμμής δεν έχει αναπληρωθεί το κενό. Αλλά κάποιες φορές, για να μην είμαι άδικος, μοιράζω σε κάποιους φίλους και φίλες αυτό το βάρος, όταν δεν μπορώ να το αντέξω μόνος μου.
*Υπάρχουν μυστικά που δεν τα έχω πει ποτέ σε κανέναν.
*Ένα από τα θαύματα της ανθρώπινης φύσης είναι η ικανότητα να αλλάζουμε γνώμη όταν υπάρχει λόγος. Το απαράβατο δεν ταιριάζει καθόλου με την κοσμοθεωρία μου. Έχω, όμως, κάποιους «κανόνες» δικούς μου, ότι δεν υπάρχει, για παράδειγμα, λόγος να χάνεις χρόνο με ανθρώπους που δεν υπάρχει τίποτα να μοιραστείς για να εξελιχθείς.
*Έχω νιώσει τη γεύση της προδοσίας. Δεν εκδικούμαι. Συγχωρώ, πάω παρακάτω και καταλαβαίνω την ανθρώπινη διάσταση, όταν δεν είναι μεγάλο το κακό. Αν το κακό είναι μεγάλο, όχι μόνο σε μένα μόνο αλλά και σε άλλους, τότε δεν θα εκδικηθώ αλλά ούτε θα συγχωρήσω.
*Έχω κόψει το αλκοόλ και νιώθω πολύ καλύτερα. Χαίρομαι πολύ περισσότερο τις συναυλίες και όσα συμβαίνουν. Τα αισθάνομαι σε όλη τους τη διάσταση. Με το αλκοόλ ζεις λιγότερα από τα μισά πράγματα, νομίζεις ότι ζεις. Είσαι σε μια ψευδαίσθηση, σε ένα κουβούκλιο προστατευμένος από ουσίες που σου μουδιάζουν την ψυχή για να μην είναι ο υπερθετικός στα συναισθήματα, γιατί δεν τον αντέχεις. Και είναι τόσο ωραίος αυτός ο υπερθετικός στα συναισθήματα.
*Τρεις γάμοι μού δίδαξαν ότι η παροιμία «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού» δεν ισχύει.
*Η Γυναίκα έχει παίξει τον πιο κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μου. Από την έμπνευση να γράφω τραγούδια μέχρι το μοίρασμα στην κάθε μέρα, από όλους τους ρόλους που με έκαναν αυτό που είμαι. Από τη μάνα μου που με γέννησε, από την κόρη μου που με έμαθε πράγματα χωρίς να το καταλάβει, από όλες τις γυναίκες που πέρασαν με τον οποιονδήποτε τρόπο από τη ζωή μου. Και το «ευχαριστώ» είναι λίγο.
*Το καλύτερο δώρο που έχω κάνει στον εαυτό μου είναι η ψυχοθεραπεία.
*Νιώθω άνετα και στην επιτυχία και στην αποτυχία. Και τα δύο είναι πολύ βοηθητικά.
*Από Έλληνες καλλιτέχνες θαυμάζω τους δασκάλους μας που ήταν ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας. Πήραμε πολλά από αυτούς, σε αυτούς πατήσαμε. Θαυμάζω τη γοητεία της επιμονής που έχει ο Νίκος Πορτοκάλογλου, την αγάπη του για τη μουσική. Θαυμάζω τον Παύλο Σιδηρόπουλο, την ερμηνεία του, τον τόσο άμεσο τρόπο στη φωνή του. Από ξένους, είμαι «φλοϋντικός». Μετά Beatles για τις μελωδίες, Rolling Stones για τον ξυραφένιο ήχο που βρήκαν ειδικά στις ηλεκτρικές κιθάρες. Και από πιο καινούριες μπάντες, Radiohead.
*Ο Μπάμπης για μένα είναι αδερφός. Έχουμε μοιραστεί το πιο σημαντικό που είναι η βασική κολώνα της ύπαρξής μας, τη μουσική. Για τη νέα του σκέψη, εφόσον το αποφασίσει, να είναι υποψήφιος στις ευρωεκλογές, του εύχομαι καλή δύναμη, καλό κουράγιο και ο Θεός βοηθός.
*Με σόκαρε πάρα πολύ η φάση της κρίσης. Το πώς αυτήν τη λαίλαπα που βιώσαμε ως λαός, δεν μπορέσαμε να τη διαχειριστούμε. Με σόκαρε το ότι όλοι βλέπαμε ότι υπάρχει ένα δικαιολογημένο κύμα οργής στον κόσμο και υπήρξαν άνθρωποι που είπαν, «ας καβαλήσουμε αυτό το κύμα και ας τα γαμήσουμε όλα», συνειδητά. Ή άλλοι που είπαν, «ας χωρίσουμε την Ελλάδα στα δύο». Τύπου εμφύλιος. Και αυτό βγήκε και στην Τέχνη. Όποιος καλλιτέχνης είχε μια πιο οικουμενική ματιά, ήταν για κάποια χρόνια στην Ελλάδα σχεδόν persona non grata.
*Ευτυχία είναι κάθε ωραία στιγμή που μπορείς να μοιράζεσαι, όχι μία επιλεγμένη στιγμή. Η ίδια η μέρα είναι η ευτυχία. Αν ξυπνάω το πρωί, είμαι υγιής και πίνω την πρώτη τζούρα καφέ, όντως αισθάνομαι ευτυχία.
*Η σχέση μου με τον χρόνο που κυλά είναι αμήχανη.
*Αν ξεκινούσα από την αρχή, θα τα έκανα όλα, μαζί με τα λάθη μου. «Είναι ωραία τα λάθη / γιατί μοιάζουν με εμάς». (στίχος του από το ομώνυμο τραγούδι, album Omnia, 2007)