Κατά την πρώτη της θητεία, η κυβέρνηση αντιμετώπισε με επιτυχία δυο μείζονες κρίσεις: Την πανδημία του κορωνοϊού και την εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού στον Εβρο.
Η επιτυχής αυτή διαχείριση έγειρε υπέρ της την πλάστιγγα στις κάλπες του περασμένου Ιουνίου σε τέτοιο βαθμό ώστε, μαζί με την επιθυμία του εκλογικού σώματος για πολιτική σταθερότητα και την αναγνώριση της οικονομικής προόδου, να της εξασφαλισθεί ένας εκλογικό θρίαμβο.
Σήμερα, η κυβέρνηση οδεύει προς τις εκλογές υπό το βάρος δυο μείζονων γεγονότων που σημάδεψαν ακριβώς την προηγούμενη θητεία της.
Το ένα είναι το δυστύχημα των Τεμπών για το οποίο, καλώς ή κακώς, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών θεωρεί πως σκιάζεται από απόπειρες συγκάλυψης.
Το δεύτερο είναι η παρακολούθηση από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ενός πολιτικού αρχηγού για τον οποίο το μεν Συμβούλιο της Επικρατείας, κρίνοντας αντισυνταγματικό νόμο της κυβέρνησης του 2021, αποφάνθηκε ότι κακώς δεν του επετράπη να ενημερωθεί, ο δε Πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι κακώς παρακολουθήθηκε.
Το εάν θα βγει ή όχι τραυματισμένη η κυβέρνηση στις κάλπες από τα δυο αυτά μείζονα γεγονότα θα φανεί το βράδυ της 9ης Ιουνίου. Το βέβαιο είναι ότι δεν πρέπει να τραυματίζεται, οποιαδήποτε ώρα και μέρα και του χρόνου, το κράτος δικαίου.
Το αίτημα για «άπλετο φως» τόσο στην υπόθεση των Τεμπών όσο και εκείνη των παρακολουθήσεων υπηρετεί ακριβώς αυτόν τον σκοπό.
Ακόμη και όταν δεν λειτουργούν σωστά οι κυβερνήσεις, η δημοκρατία, οι θεσμοί της και το σύστημα «ισορροπιών και ελέγχου» θα πρέπει να παραμένουν απολύτως λειτουργικά.