Για πρώτη νίκη του Κράτους Δικαίου έναντι του παρακράτους των υποκλοπών μίλησε ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ Νίκος Ανδρουλάκης, από το Ελληνικό Κοινοβούλιο πριν λίγο πριν το μεσημέρι της Παρασκευής και ενώ πληροφορήθηκε την σχετική απόφαση της ολομελείας του ΣτΕ.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η καθολική απαγόρευση ενημέρωσης των θιγομένων προσώπων από τις υποκλοπές συνιστά υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δίκαιου και παραβιάζει το Σύνταγμα.
Συγκεκριμένα ο κ. Ανδρουλάκης δήλωσε:
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Σήμερα είναι μια ιστορική μέρα για την Βουλή των Ελλήνων, όχι για τους λόγους που νομίζετε.
Σήμερα, μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποδεικνύεται ότι είναι μια μέρα συμβολική, μια μέρα που θα γραφτεί στην ιστορία της πατρίδας μας ως η μέρα της νίκης του κράτους δικαίου απέναντι στο παρακράτος των υποκλοπών της Νέας Δημοκρατίας. Του παρακράτους των υποκλοπών που οργάνωσε το Μέγαρο Μαξίμου. Του παρακράτους των υποκλοπών που κάνατε ό,τι μπορείτε -και συνεχίζετε- για να το συγκαλύψετε, γιατί έχετε βαρύτατες ποινικές ευθύνες.
Σήμερα το πρωί, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο, που ψήφισε η κυβέρνησή της Νέας Δημοκρατίας, για να καλύψει το παρακράτος των υποκλοπών. Τον νόμο του κ. Τσιάρα. Τον νόμο, που απαγόρευε την ενημέρωση των θυμάτων, όσων είχαν παρακολουθηθεί. Μάλιστα σύμφωνα με την απόφαση του ΣΤΕ η ΑΔΑΕ καλείται να με ενημερώσει άμεσα. Θεσμικά, νόμιμα, όπως έπρεπε από την αρχή. Γι’ αυτό ενημερώνω τον ελληνικό λαό ότι τη Δευτέρα το πρωί θα συναντήσω τον κ. Ράμμο στα γραφεία της ΑΔΑΕ για τις νόμιμες διαδικασίες ενημέρωσης, όπως λέει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Είναι, όμως, και μια μέρα γελοιοποίησης των συκοφαντών. Των συκοφαντών της Νέας Δημοκρατίας που μου έλεγαν για μήνες “γιατί δεν πας να ενημερωθείς στο αυτί από τον κ. Γεραπετρίτη; Γιατί κάτι φοβάσαι. Γιατί κάτι έχεις κάνει”. Αυτά λέγατε στα κανάλια, στα social media, θέλοντας να εμφανίσετε το θύμα ως θύτη, ότι κάτι κρύβω. Και σας απαντούσα ότι δεν πάω, γιατί είμαι δημοκράτης και σέβομαι τον νόμο.
Αλλά και μια απάντηση προς τους συκοφάντες του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα προς τον Πρόεδρό του, τον κ. Κασσελάκη, που είχε το θράσος να πει ότι δεν έκανα όσα θα έπρεπε νομικά και γι’αυτό είμαι “εκβιαζόμενος”.
Έκανα αυτά που έπρεπε να κάνω ως ένας πολίτης που σέβεται το κράτος δικαίου, την διάκριση των εξουσιών και δεν θέλει καμία ειδική μεταχείριση όπως έχουν μάθει οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της πατρίδας μας.
Έχω μια άλλη διαδρομή, όσο κι αν προσπαθείτε να τη σπιλώσετε, γιατί αυτό θέλατε να πετύχετε.
Οι συκοφαντίες της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ είχαν στόχο να πλήξουν την πολιτική μου διαδρομή και αξιοπρέπεια.
Σήμερα οι συκοφάντες γελοιοποιήθηκαν. Σήμερα είναι η πρώτη μεγάλη ήττα του παρακράτους των υποκλοπών και μια πρώτη μεγάλη νίκη του κράτους δικαίου.
Αποδεικνύεται με την απόφαση αυτή, που είναι και *ήττα προσωπική του Πρωθυπουργού, γιατί ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως να φτιαχτεί ένας αντισυνταγματικός νόμος που στόχο είχε να κρύψει και να συγκαλύψει τις πομπές του ίδιου και του κ. Δημητριάδη.
Σήμερα, λοιπόν, το κράτος δικαίου που υπονομεύσατε για να συγκαλύψετε τις ευθύνες σας, σάς απάντησε.
Σήμερα απεδείχθη περίτρανα ότι όποιος κινείται θεσμικά, δεν είναι ευάλωτος, αλλά είναι ισχυρός.
Όπως είπα πριν από μερικές ημέρες, χωρίς να ξέρω βέβαια τι θα συνέβαινε σήμερα το πρωί, αυτή την ιστορική μέρα: θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα με τις θεσμικές μας πρωτοβουλίες είτε αυτό αφορά τις υποκλοπές είτε τα email που παράνομα πήρατε στο κόμμα σας είτε τη μεγάλη τραγωδία των Τεμπών.
Γιατί ο λαός μας διψά για δικαιοσύνη, διαφάνεια και αξιοκρατία. Θέλει ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος. Θέλει ο κάθε πολίτης να είναι ισότιμος απέναντι στο νόμο και όχι κάποιοι να είναι πάντα στο απυρόβλητο.
Το σκεπτικό του ΣτΕ
Ειδικότερα, το ΣτΕ έκρινε: «Η ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, με το οποίο θεσπίσθηκε στην περίπτωση επιβολής του μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας η πλήρης απαγόρευση της δυνατότητας ενημέρωσης του θιγόμενου, μετά τη λήξη του μέτρου, ακόμη και όταν δεν υφίσταται διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφάλειας που οδήγησαν στην επιβολή του, αποτελεί υπέρμετρο περιορισμό του απαραβίαστου της επικοινωνίας, που δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της λειτουργίας του κράτους δικαίου, και, συνεπώς, αντίκειται στα άρθρα 19 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 παρ. 1 και 15 παρ. 1 της οδηγίας 2002/58, 7, 8 και 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 8 της ΕΣΔΑ και είναι ανίσχυρη.
Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη, κατά το μέρος που ερείδεται στην ανωτέρω ανίσχυρη διάταξη, είναι μη νόμιμη, και για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, η πράξη αυτή να ακυρωθεί εν μέρει και η υπόθεση να αναπεμφθεί στην Α.Δ.Α.Ε. για νέα, νόμιμη κρίση, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με την κριθείσα ως ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, διότι, όπως έγινε δεκτό, ο νεώτερος ν. 5002/2022 δεν είναι εφαρμοστέος σε εκκρεμή αιτήματα γνωστοποίησης στον θιγόμενο μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του ληφθέντος υπό προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς· τούτο δε διότι με τον νεώτερο αυτό νόμο εισήχθη ένα νέο νομοθετικό καθεστώς που καταλαμβάνει όλη τη διαδικασία επιβολής της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, από την υποβολή του σχετικού αιτήματος και την έγκριση του επίμαχου μέτρου έως την γνωστοποίηση της άρσης του.
Το καθεστώς αυτό αποτελεί ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή, οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του οποίου προσιδιάζουν στις αιτήσεις άρσης του απορρήτου που υποβάλλονται δυνάμει του διατάξεών του, προκειμένου να διεκπεραιωθούν κατά τις ειδικές ρυθμίσεις του και τις εγγυήσεις που το ίδιο θεσπίζει.
Τούτο επιρρωνύεται από την απουσία μεταβατικών διατάξεων, ισχύει δε κατά μείζονα λόγο προκειμένου για πολιτικά πρόσωπα, όπως ο αιτών, για τα οποία προβλέπεται ειδική δημόσια αρχή για την κίνηση της διαδικασίας υποβολής του αιτήματος άρσης του απορρήτου και ειδικό όργανο για την χορήγηση της πρώτης από τις δύο συνολικά απαιτούμενες άδειες έγκρισής του».