Για όποιον η έννοια του «λειτουργήματος» και του «λειτουργού» -είτε πρόκειται για δικαστή ή πολιτικό ή ιερέα ή δάσκαλο ή δημοσιογράφο- συνιστά ένα «αδύνατο επάγγελμα» (Φρόυντ), οι εξάρσεις των ημερών για τη σημασία του «λειτουργού» στις Δημοκρατίες μας, τον κάνουν να χαμογελά.

Μια δόση αυτογνωσίας κατά την άσκηση και του δικού του «λειτουργήματος» (ως δημοσιογράφου ή δασκάλου και πάντως όχι ως ιερέα ή πολιτικού), θα τον εξωθούσε για άλλη μια φορά, στην πολιτική θεωρία για τα παράδοξα της Δημοκρατίας ή στην Τέχνη.

Και ως προς τη θεωρία, θα επέμενε στο ότι η Δημοκρατία είναι ζήτημα ονοματοθεσίας επειδή συνδέει τη γλώσσα με τη γνώση των πραγμάτων ως έχουν (τον καπιταλισμό). Θα σημείωνε επίσης, ότι η Δημοκρατία ως αυτοδιαψευδόμενο ιδανικό αφού η συνθήκη δυνατότητάς της είναι συγχρόνως και συνθήκη αδυνατότητάς της, μπορεί να οδηγήσει τον, ούτως ειπείν, “λειτουργό” στην εκ των πραγμάτων αδυναμία να ασκήσει το υποτιθέμενο λειτούργημά του -παρέχοντάς του όμως την αυταπάτη ότι το ασκεί ή ένα άλλοθι για την υποκριτική του στάση (“κήνσορα” και θεράποντα” θα τον ονόμαζε ο Έκο).

Θα αναρωτιόταν τέλος, για το ποια είναι εκείνη η έννοια με την οποία αποδομείται το όνομα Δημοκρατία; Και πώς εξασφαλίζεται μέσω του ονόματος η διέλευση μεταξύ γλώσσας και κόσμου χωρίς να χρειάζεται να διέλθει υποχρεωτικά από την μικροπολιτική αλλά αντίθετα, να λειτουργεί εντός ενός συστήματος διαφορών (της γλώσσας) ώστε ο θεωρητικός λόγος περί Δημοκρατίας -φερειπείν το Συνταγματικό δίκαιο- να καθίσταται εφικτός;

Αυτό σημαίνει άλλωστε “όνομα-Δημοκρατία”, (όπως στον Γκοντάρ “Όνομα Κάρμεν”): ο δείκτης ότι κάτι που υπάρχει, δεν υπάρχει αλλού (π.χ. στη Δημοκρατία αλλά όχι στη νεοφιλελεύθερη Δημοκρατία του κατά τα άλλα δέσμιου του alter ego του, Κυριάκου Μητσοτάκη).

Και προφανώς δεν θα παραχωρούσε την προβληματική αυτή στην έννοια του «λειτουργήματος» διότι η Δημοκρατία εξ’ ορισμού δοκιμάζει μια “ριζική ακαθοριστία” (Κλωντ Λεφόρ).

Πρόκειται περισσότερο για μια στρατηγική, μια συνθήκη σκέψης και ακόμη περισσότερο μια δύναμη που δημιουργεί την ίδια της τη μορφή (τον κανόνα) de jure. Τώρα το πώς διαμορφώνει αυτό τον κανόνα είτε βάσει ενός προηγούμενου κανόνα τον οποίο αναδιαμορφώνει επινοώντας τον εκ νέου είτε θεμελιώνοντάς τον με ριζικό τρόπο (επανάσταση), αυτό είναι αντικείμενο ενός άλλου άρθρου “κυριότερου” από το παρόν.

Θα μπορούσε πράγματι να γραφτεί σε πείσμα των όσων γράφτηκαν την «διαβολοβδομάδα» της μονταζιέρας, εισάγοντας, όπως ο Ζολά στο
«Ανθρώπινο κτήνος», την φυσιοκρατία μάλλον, παρά τη » μεταφυσική» της πολιτικής. Φυσιοκρατία, δηλαδή εμφάνιση χαρακτήρων όπως ο άνθρωπος των προσποιημένων βίων ή των ενστίκτων ή των εμμονών. Έτσι κι αλλιώς η δημοσιογραφία από τον Μπαλζάκ έως τον Τράγκα υπήρξε ανάπτυξη μυθιστορήματος με δικά της λόγια, εξού και η αναγνωσιμότητά της στα κυριακάτικα – συν τα ένθετα «δώρα».

Τα πράγματα όμως είναι πιο απλά όσον αφορά την Τέχνη την οποία έχουμε για να σωθούμε από την αλήθεια. Προτιμώ όμως να δημοσιεύσω ένα απόσπασμα από το «ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ» του Χάινερ Μύλλερ (μτφρ. Γ. Φαρμακίδη). Τα συμπυκνώνει όλα:

«Η φθορά είναι προσχεδιασμένη Σαν νεκροταφείο
Χρησιμεύει το κονταίηνερ Μορφές που περισσεύουν
Γεννημένες μέσα απ’ το μπετόν Παρέλαση
Από Ζόμπι με ενδιάμεσες διαφημίσεις
Με στολές της χθεσινής πρωϊνής μόδας
Η νεολαία του σήμερα φαντάσματα
Των νεκρών του πολέμου που θα γίνει αύριο
Ο,ΤΙ ΑΠΟΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΤΟ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΟΙ ΒΟΜΒΕΣ
Στην μεγαλόπρεπη ένωση από ασπράδι αυγών και κουτιά αναψυκτικών
Με σκουπίδια τα παιδιά ζωγραφίζουν τοπία
Μιά γυναίκα είναι η γνώριμη ακτίνα ελπίδας
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΚΕΛΗ ΕΧΕΙ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΜΙΑ ΕΛΠΙΔΑ
Ή το γιουγκοσλαβικό όνειρο
Ανάμεσα σε σπασμένα αγάλματα ξεφεύγοντας
Από άγνωστη καταστροφή
Η μάνα με το καραβόσκοινο η γριά με τις πατερίτσες
Με σκουριασμένη πανοπλία τρέχει δίπλα ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
Ένα κοπάδι ηθοποιών παρελαύνει
ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΤΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ
ΕΙΝΑΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΟΔΙ ΚΑΡΕΚΛΑΣ ΖΕΙ ΕΝΑ ΣΚΥΛΙ

Λάσπη λέξεων από
Το εγκαταλειμμένο μου άδειο κορμί
Πώς να βρω διέξοδο απ’ την ζούγκλα
Των ονείρων μου που γύρω μου
Αθόρυβα αργά μεγαλώνει
Ένα κουρέλι από Σαίξπηρ
Στον παράδεισο των βακτηριδίων
Ο ουρανός είναι γάντι που κυνηγάει
Μασκαρεμένος με σύννεφα άγνωστης δομής
Ανάπαυση στο νεκρό δέντρο Οι νεκροθάφτισες
Τα δάχτυλά μου ψηλαφίζουν την θήκη του μαχαιριού
Νύχτες στο παράθυρο μεταξύ πόλης και εξοχής
Παρακολουθήσαμε τον αργό θάνατο των μυγών
Έτσι στέκονταν ο Νέρων πάνω από την Ρώμη ευτυχισμένος
Μέχρι που έφτασε η άμαξα Άμμος στα γρανάζια
Ένας λύκος στέκονταν στον δρόμο όταν κομματιάστηκε η Άμαξα
Διαδρομή με λεωφορείο ξημερώματα Δεξιά κι αριστερά
Οι νεκροθάφτισες βράζοντας κάτω από το ρούχο Το μεσημέρι
Λέρωσε η στάχτη τους το δέρμα μου
Στην διαδρομή ακούσαμε την οθόνη να σχίζεται
Κι είδαμε τις εικόνες να χάνονται η μία μέσα στην άλλη
Τα δάση καίγονταν με EASTMAN COLOR
Όμως το ταξίδι ήταν χωρίς άφιξη NO PARKING

Στην μοναδική διασταύρωση με το ένα του μάτι
Κανόνιζε την κυκλοφορία ο Πολύφημος
Λιμάνι μας ήταν ένας εγκαταλειμμένος κινηματογράφος
Στην οθόνη σάπιζαν αστέρες σε ανταγωνισμό
Στο ταμείο στραγγάλιζε ο Φριτς Λανγκ τον Μπόρις Καρλώφ
Ο νοτιάς έπαιζε με τις παλιές αφίσες
Ή Η ΑΤΥΧΗ ΑΠΟΒΑΣΗ Οι νεκροί νέγροι
Σαν πάσσαλοι μπηγμένοι στον βάλτο
Με τις στολές των εχθρών τους
DO YOU REMEMBER DO YOU NO I DON’T
Το ξεραμένο αίμα
Κάπνιζε στον ήλιο
Το θέατρο του θανάτου μου
Εγκαινιάστηκε καθώς στεκόμουνα ανάμεσα στα βουνά
Στον κύκλο των νεκρών συντρόφων πάνω στην πέτρα
Και πάνω μου φανερώθηκε το αεροπλάνο το αναμενόμενο
Χωρίς να σκεφτώ ήξερα
Πως αυτή η μηχανή ήταν
Ο,τι οι γιαγιάδες μου ονόμαζαν Θεό
Τα αέρια της έκρηξης σάρωσαν τα πτώματα από το υψίπεδο
Και πυροβολισμοί τάραξαν την αβέβαιη φυγή μου
Ένοιωσα το αίμα ΜΟΥ να βγαίνει από τις φλέβες ΜΟΥ
Και το σώμα ΜΟΥ να γίνεται το τοπίο
του θανάτου ΜΟΥ
ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΤΟ ΓΟΥΡΟΥΝΙ
Τα υπόλοιπα είναι λυρισμός Ποιος έχει καλύτερα δόντια
Το αίμα ή η πέτρα»*

* Η «Ρημαγμένη όχθη», το «Μήδειας υλικό» και το «Τοπίο με Αργοναύτες», ανεβαίνουν από την Άντζελα Μπρούσκου και την συγκλονιστική Παρθενόπη Μπουζούρη αυτές τις ενδιαφέρουσες πολιτικά ημέρες στο Bios.