Η εξαμηνιαία αλλαγή της ώρας, όπως καθιερώθηκε από τη δεκαετία του 1970 με την εαρινή μετάβαση στη λεγόμενη “ώρα εξοικονόμησης ημερησίου φωτός”, βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τον ενδογενή κορκαιδανό ρυθμό του εσωτερικού, βιολογικού, μας ρολογιού το οποίο ακολουθεί τη φωτοπερίοδο. Ως εκ τούτου έχει άμεσο αντίκτυπο σε ότι αφορά:
- στην ασφάλεια (σχετικά με τροχαία και εργατικά ατυχήματα, τα οποία καταγράφονται αυξημένα, τις πρώτες ημέρες μετά την εφαρμογή της “θερινής” ώρας
- στις καρδιαγγειακές παθήσεις στις οποίες -επίσης-παρατηρείται αύξηση κατά το πρώτο διάστημα μετά την τοποθέτηση των δεικτών των ρολογιών μας, κατά 1 ώρα μπροστά
- στα περιστατικά υπερδοσολογίας φαρμάκων / ναρκωτικών ουσιών
- στους καταγραφόμενους δείκτες αυτοκτονικότητας
- στην ανθρώπινη συμπεριφορά σε ότι έχει να κάνει με τις αθλητικές επιδόσεις και με την εκδήλωση γενναιοδωρίας και αναβλητικότητας
Για τους λόγους αυτούς πληθαίνουν οι φωνές που υποστηρίζουν την παύση της εφαρμογής του μέτρου της αλλαγής της ώρας. Οι κυβερνήσεις, όμως, χρειάζεται να είναι προσεκτικές, ως προς το ποια μόνιμη ώρα θα υιοθετήσεουν, γιατί αν διαλέξουν τη “λάθος ώρα” είναι πιθανό να οδηγηθούμε σε χρόνια κιρκαδιανή απο-ευθυγράμμιση.
Πολλές περιοχές του πλανήτη ακολουθούν τη “λάθος” ώρα, ακόμη και κατά την περίοδο εφαρμογής της “κανονικής” (μη θερινής) ώρας, οπότε η κιρκαδιανή απορρύθμιση μπορεί να ενταθεί κατά τη μόνιμη μετάβαση στην ώρα εξοικονόμησης ημερησίου φωτός, η οποία ξεκίνησε να εφαρμόζεται για τη βελτιστοποίηση της χρήσης του φυσικού φωτός κατά τις εργάσιμες ώρες και σε ότι αφορά τους όρους ενεργειακής εξοικονόμησης. Καθώς, όμως, δεν επετεύχθη, απόλυτα, το καθαρό οικονομικό όφελος, ξαναάνοιξε, τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση για τη “βέλτιστη λύση” στο ζήτημα της ώρας, από τη σκοπιά των κοινωνικών και των υγειονομικών συνεπειών της εξαμηνιαίας αλλαγής.
Επιστημονική μελέτη η οποία κάλυψε την περίοδο 1970-2018, σημειώνει αύξηση της τάξεως του 3% στους δείκτες της ημερήσιας θνησιμότητας που καταγράφηκαν στη Βιέννη, κατά την 1η εβδομάδα μετά την ετήσια μετάβαση στη “θερινή” ώρα, κυρίς σε ότι έχει να κάνει με καρδιαγγειακά εμφράγματα, χωρίς να παρατηρείται ανάλογη εικόνα την εβδομάδα μετά την αντίστοιχη φθινοπωρινή μετάβαση. Η μείωση στο ηλιακό φως κατά τις πρώτες πρωινές ώρες έχει δυσμενή επίδραση σε ότι αφορά στα τροχαία ατυχήματα ή ακόμη και στον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου.
Την ίδια στιγμή ακόμη και μία μικρή μείωση της ημερήσιας διάρκειας του ύπνου, όπως αυτή που προκαλείται από την αλλαγή στη ‘θερινή” ώρα, η οποία υπολογίζεται, περίπου, στα 19min, μπορεί να επιφέρει σοβαρές συνέπειες, συμπεριλαμβανωμένων:
της επιδείνωσης των δεικτών παχυσαρκίας της εμφάνισης σακζαρώδους διαβήτη της εκδήλωσης καρδιαγγειακών συμβαμάτων της αύξησης του κινδύνου για καρκίνο του μαστού με τα ανωτέρω να προκαλούν σημαντική αύξηση στα κόστη Υγείας.
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD, Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μιου Αθηνών, Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ, chliapis@yahoo.gr