Το απόγευμα της Τρίτης (26/03) κατατέθηκε η πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβέρνησης στην ολομέλεια της Βουλής. Υπενθυμίζεται, ότι η πρόταση αυτή, έρχεται μετά από τις αποκαλύψεις του Βήματος για παραποιημένα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, αμέσως μετά την τραγωδία των Τεμπών.
Την πρόταση κατέθεσε ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, Νίκος Ανδρουλάκης έπειτα από συνεννόηση με άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, ενώ το περιεχόμενό της είχε διαρρεύσει λίγο νωρίτερα. Πέρα από τους βουλευτές του ΠαΣοΚ την πρόταση συνυπέγραψαν και εκείνοι του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς και της Πλεύσης Ελευθερίας.
Μεταξύ άλλων από το βήμα της Βουλής ο κ. Ανδρουλάκης ανέφερε: «Αναλαμβάνω σήμερα μια κρίσιμη θεσμικά πρωτοβουλία γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ έχει κάνει συνήθεια της την συστηματική υπονόμευση του κράτους δικαίου. Σε μια σειρά από σκάνδαλα βιώνουμε το ίδιο μοτίβο. Διαφθορά, συγκάλυψη, ατιμωρησία. Σε κάθε σκάνδαλο, κυβερνητική αποτυχία η πολιτική σας επιλογή είναι να κρύβετε την αλήθεια αντί να επιλέγετε το δρόμο της αλήθειας
Πριν από λίγες ημέρες από αυτό το βήμα απέναντι στα άδεια κυβερνητικά έδρανα, στην άδεια καρέκλα πρωθυπουργού και Καραμανλή είχα επισημάνει ότι η τραγωδία των Τεμπών συμβολίζει την πολιτική σας αποτυχία.
Ζητήσαμε προανακριτική επιτροπή για την μη εκτέλεση της 717 και είπατε ‘όχι’. Η εξεταστική που συγκροτήσατε απέκλεισε κρίσιμους μάρτυρες με δική σας ευθύνη, ανέφερε, κατηγορώντας την κυβέρνηση για θράσος, επειδή απέκλεισε από τη λίστα μαρτύρων την πρώην επικεφαλής της αρχής διαφάνειας.
Καταθέσατε πόρισμα εκατοντάδων σελίδων για να αποδώσετε την ευθύνη στο ανθρώπινο λάθος. Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων που εσείς ορίσατε λέει ότι αν λειτουργούσε το σύστημα ασφάλειας δεν θα γινόταν το δυστύχημα. Προχθές ένα δημοσίευμα Κυριακάτικης εφημερίδας αναφέρει ότι την ώρα που όλη η Ελλάδα θρηνούσε η μόνη έγνοια της κυβέρνησης ήταν ο μικροπολιτικός χειρισμός να αποδοθεί όλη η ευθύνη στον σταθμάρχη που εσείς διορίσετε. Πριν οι συνομιλίες δοθούν στην δικαιοσύνη κάποιοι της είχαν στην κατοχή τους.
Αυτοί ήταν που οργάνωσαν υποκλοπές, πήραν στο κόμμα τους τα απόρρητα προσωπικά δεδομένα. Κοροϊδεύετε την κοινή γνώμη ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα. Οι πρακτικές της κυβέρνησης στο κράτος δικαίου προσβάλουν τη χώρα. Οφείλουμε να απαντήσουμε στην κοινωνία που ζητά δικαιοσύνη να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι της τραγωδίας. Ο καθένας να αναλάβει την ευθύνη των λόγων και των πράξεων του. Καταθέσουμε πρόταση δυσπιστίας υπογεγραμμένη από ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.
Αυτή τη φορά ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει άλλη επιλογή. Θα έρθει εδώ για να απολογηθεί για τα πειραγμένα της κυβέρνησης του. Για τα πειραγμένα των Τεμπών και κάθε άλλης υπόθεσης. Μαζί θα κληθούν να απαντήσουν και οι βουλευτές του: θα συνεχίσουν να επικροτούν; Πρέπει να μπει φραγμός στην αλαζονεία, την ασυδοσία σας. Να σταματήσουμε την θεσμική παρακμή την οποία συζητά όλη η Ευρώπη».
Αναλυτικά η πρόταση δυσπιστίας
«Στις 28 Φεβρουαρίου 2023 έλαβε χώρα η μεγαλύτερη σιδηροδρομική τραγωδία στην ιστορία της Χώρας μας, όταν το επιβατικό τρένο Intercity που εκτελούσε το δρομολόγιο Αθήνα-Θεσσαλονίκη συγκρούστηκε μετωπικά με εμπορική αμαξοστοιχία έξω από τον Σ.Σ. Ευαγγελισμού Τεμπών λόγω της ταυτόχρονης κίνησης και των δύο στην γραμμή καθόδου, με αποτέλεσμα να
χάσουν άδικα τη ζωή τους 57 συμπολίτες μας.
Το έγκλημα των Τεμπών ανέδειξε ανεπίτρεπτα κενά στην ασφάλεια των ελληνικών σιδηροδρόμων, καθώς και ελλείψεις σε βασικά συστήματα ασφαλείας, τα οποία είτε βρίσκονταν εκτός λειτουργίας είτε δεν είχαν καν τοποθετηθεί τη στιγμή της πολύνεκρης τραγωδίας, όπως επανειλημμένως και με ρητό τρόπο είχαν προειδοποιήσει οι διοικήσεις, κεντρικά στελέχη και οι
εκπρόσωποι των εργαζομένων των εμπλεκόμενων φορέων. Παρά ταύτα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο αρμόδιος υπουργός κ. Καραμανλής όχι μόνο δεν προέβησαν στις απαιτούμενες σχετικές ενέργειες, αλλά είχαν το θράσος να διαβεβαιώνουν ενώπιον της Βουλής των Ελλήνων ότι δεν υφίσταται θέμα ασφάλειας στη λειτουργία των σιδηροδρόμων.
Στην εγκληματική ολιγωρία και αδιαφορία της κυβέρνησης προστέθηκε και η ομοίως εγκληματική και μεθοδευμένη προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης και της δημιουργίας ενός πέπλου προστασίας συγκεκριμένων προσώπων.
Αρχικά, με διαταγή που δόθηκε στις 4 Μαρτίου 2023, μόλις μερικές μέρες μετά την τραγική σύγκρουση, επήλθε παράνομη αλλοίωση του τόπου της τραγωδίας, με τη μεταφορά των βαγονιών των δύο συρμών, το «μπάζωμα» και την εκχέρσωση της περιοχής, με αποτέλεσμα την καταστροφή πολύτιμων για τις έρευνες αποδεικτικών στοιχείων, όπως πιστοποιούν και ειδικοί εμπειρογνώμονες
που διερευνούν τα αίτια της πρωτοφανούς τραγωδίας.
Τα συγκεκριμένα ερωτήματα και ζητήματα ουδέποτε ερευνήθηκαν από την εξεταστική επιτροπή, που εργαλειοποιήθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία για να υπηρετήσει το σχέδιο συγκάλυψης. Κυβερνητική πλειοψηφία που αρνήθηκε την πρόταση για σύσταση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης του άρθρου 86 παρ.3 του Συντάγματος, προκειμένου να διερευνηθούν-μετά από το πόρισμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας- τυχόν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων που εμπλέκονταν με την μη ορθή και έγκαιρη υλοποίηση της σύμβασης 717/2014.
Η συντεταγμένη προσπάθεια συγκάλυψης της υπόθεσης εκ μέρους της κυβερνητικής πλειοψηφίας συνεχίστηκε ακόμα και κατά τη διάρκεια των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής «για τη διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών και όλων των πτυχών που σχετίζονται με αυτό» ερευνώντας τις συνθήκες λειτουργίας του ελληνικού σιδηροδρόμου από το 1997, είκοσι έξι δηλαδή χρόνια
πριν το έγκλημα των Τεμπών. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τον μεθοδευμένο αποκλεισμό από τους βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας μαρτύρων κομβικής σημασίας για τη διαλεύκανση της υπόθεσης καθώς επρόκειτο για πρόσωπα που είχαν άμεση γνώση για τη σημερινή κατάσταση του δικτύου, τη διαχείριση της σύμβασης 717/2014 και τις πολιτικές αποφάσεις που αφορούν στη
θητεία του κ. Κ. Καραμανλή στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών. Τα μέλη της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην εξεταστική επιτροπή αγνόησαν τα επανειλημμένα αιτήματά των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ενώ προχώρησαν στην παρελκυστική κλήτευση μαρτύρων που δεν είχαν καμία γνώση της τρέχουσας κατάστασης του σιδηροδρομικού δικτύου, καθώς και στην
καθυστερημένη κλήτευση κρίσιμων μαρτύρων αφότου αυτοί είχαν περιέλθει σε θέση κατηγορουμένου με αποτέλεσμα να προφασισθούν το δικαίωμα στη σιωπή. Ακόμα, η κυβερνητική πλειοψηφία προχώρησε στην αυθαίρετη απόφαση για την πρόωρη ολοκλήρωση των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής.
Η τελευταία πράξη αυτής της -μόνο κατ’ όνομα- Εξεταστικής Επιτροπής γράφτηκε κατά την τελική συζήτηση των πορισμάτων της Επιτροπής στην Ολομέλεια της Βουλής, με το πόρισμα 723 σελίδων που κατέθεσε η κυβερνητική πλειοψηφία να προβαίνει σε μια εξόφθαλμη και άγαρμπη προσπάθεια να αποδώσει την πλήρη ευθύνη για την τραγωδία σε ανθρώπινο λάθος, αγνοώντας πλήρως το πόρισμα της τριμελούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων που η ίδια η Κυβέρνηση συνέστησε και από το οποίο προέκυπτε η απουσία τοπικού συστήματος τηλεδιοίκησης στη Λάρισα, η μη λειτουργία του κεντρικού δευτεροβάθμιου συστήματος ελέγχου στην Καρόλου, η μη ενεργοποίηση συστήματος GSM-R και η ελλιπής και ανεπαρκής εκπαίδευση του σταθμάρχη που παράνομα είχε μεταταχθεί. Όπως επίσης και στη μη ολοκλήρωση της επίδικης σύμβασης 717/2014 που συνδέεται με το σύστημα σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης και το σύστημα αυτόματης πέδησης (ETCS) που αν λειτουργούσαν στις 28/2/2023, η τραγωδία μετά βεβαιότητας θα είχε αποφευχθεί καθώς οι αμαξοστοιχίες θα ακινητοποιούνταν αυτόματα. Στην αιτιώδη σχέση μεταξύ της μη ολοκλήρωσης της σύμβασης 717/2014 και της τραγωδίας στα Τέμπη, που διερευνά και η αρμόδια ανακριτική αρχή, αναφέρθηκε και η Ευρωπαία Εισαγγελέας.
Σημειώνουμε δε ότι στη συζήτηση επί των πορισμάτων της Εξεταστικής Επιτροπής στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός επέλεξε να μην παραστεί, περιφρονώντας τον ρόλο και την ίδια τη λειτουργία της Βουλής.
Στη μεθοδευμένη προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας για την τραγωδία των Τεμπών έρχονται τώρα να προστεθούν νέα δεδομένα που αποδεικνύουν αλλοίωση των συνομιλιών του μοιραίου σταθμάρχη με μηχανοδηγούς στη Λάρισα το βράδυ της τραγωδίας, ώστε να μεγεθυνθεί το, κατά το αφήγημα της Κυβέρνησης, ανθρώπινο λάθος ως αποκλειστικό αίτιο της σύγκρουσης και να υποβαθμιστούν, έτσι, οι υφιστάμενες κυβερνητικές ευθύνες αναφορικά με την κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου. Σύμφωνα με έγγραφα των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. προκύπτει ότι, μόλις μερικές ώρες μετά τη σύγκρουση, κάποιοι αφαίρεσαν παράνομα τις συνομιλίες του σταθμάρχη από τον ΟΣΕ και, κατόπιν «κοπτοραπτικής», τις έδωσαν αλλοιωμένες στη δημοσιότητα την 1η Μαρτίου 2023 ώστε να φαίνεται πως ο σταθμάρχης είχε υποδείξει λανθασμένη πορεία στο μοιραίο τρένο για να ενισχυθεί το – προαποφασισμένο και ήδη διατυπωμένο το πρωί της ίδιας ημέρας από τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη – επίσημο κυβερνητικό αφήγημα που ήθελε την τραγωδία να οφείλεται αποκλειστικά σε ανθρώπινο λάθος, με προφανή σκοπό την
παραπληροφόρηση και χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Σημειώνεται ότι όπως επιβεβαίωσε η ΕΛ.ΑΣ. το καταγεγραμμένο ηχητικό υλικό παραδόθηκε στην έδρα της Αστυνομίας από υπάλληλο του ΟΣΕ στις 3 Μαρτίου 2023.
Οι νέες αυτές συγκλονιστικές αποκαλύψεις έρχονται να προστεθούν στο τρίπτυχο «συγκάλυψη-διαφθορά-ατιμωρησία», στο οποίο διακρίνεται σταθερά η Κυβέρνηση «αρίστων» της Νέας Δημοκρατίας και το οποίο έχει προκαλέσει κύμα δικαιολογημένης οργής στην κοινωνία.
Στις επικρίσεις μάλιστα και της Ευρωπαίας Εισαγγελέως για την κάλυψη που παρέχει η Κυβέρνηση στον πρώην Υπουργό κ. Κ. Καραμανλή, μέλος της Κυβέρνησης δεν δίστασε να στρέψει τα πυρά του και κατά της εμπλοκής των ευρωπαϊκών οργάνων και, συγκεκριμένα, της Ευρωπαίας Εισαγγελέως στην υπόθεση, λέγοντας ότι «δεν δεχόμαστε κομισάριους ή δερβέναγες που θα έρθουν να μας πουν τι θα κάνουμε ή δεν θα κάνουμε στη Χώρα μας».
Η συγκάλυψη που επιχειρεί η κυβερνητική πλειοψηφία για την τραγωδία των Τεμπών είναι ένα ακόμα σημάδι της διαρκούς υποβάθμισης του κράτους δικαίου στη Χώρα μας από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως επισημαίνεται και στο πρόσφατο Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Ψήφισμα αυτό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ανέδειξε ακόμα τις ευθύνες της
Κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού για το σκάνδαλο των υποκλοπών, της παράνομης χρήσης και εξαγωγής τεχνολογίας παρακολούθησης, και καταδίκασε τις προσπάθειες συγκάλυψης και τις επιθέσεις από Υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας προς τις Ανεξάρτητες Αρχές που επιτελούν το ελεγκτικό τους έργο με την κυβέρνηση να αγωνιά για τις αποφάσεις και να σπεύδει να αλλάξει τη σύνθεσή τους, όπως έγινε με την ΑΔΑΕ.
Τελευταίο παράδειγμα απαξίωσης και σοβαρής παρακμής του κράτους δικαίου και των θεσμών στην Χώρα μας, για την οποία ευθύνεται αποκλειστικά η κυβερνητική πλειοψηφία, αποτελεί η μετατροπή του Υπουργείου Εσωτερικών σε εκλογικό κέντρο της Νέας Δημοκρατίας όπως φάνηκε από την παράνομη διαρροή και χρήση προσωπικών δεδομένων χιλιάδων Ελλήνων ψηφοφόρων του εξωτερικού προς το κυβερνών κόμμα και σε υποψηφίους του.
Η πρωτοφανής αυτή απαξίωση του κράτους δικαίου και των θεσμών από την Κυβέρνηση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η διακυβέρνηση της Χώρας δεν μπορεί να αφεθεί άλλο στα χέρια μιας Κυβέρνησης, η οποία συστηματικά υπονομεύει τη δημοκρατία και τους θεσμούς της και που, στον βωμό της διατήρησης της εξουσίας και της προστασίας στελεχών της, δεν διστάζει να
υπονομεύσει οποιαδήποτε προσπάθεια διαλεύκανσης μιας πολύνεκρης τραγωδίας, αποπροσανατολίζοντας την κοινή γνώμη και φθάνοντας μέχρι το σημείο της παραποίησης αποδεικτικών στοιχείων για να διασφαλίσει την πολιτική της επιβίωση.
Με τις πρακτικές υπονόμευσης της ίδιας της δημοκρατίας αλλά και της απαξίωσης των θεσμών που μετέρχεται η Κυβέρνηση, κλονίζεται η εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στην πολιτική, στους θεσμούς και τη δικαιοσύνη. Αυτή η θεσμική και πολιτική παθογένεια έρχεται να προστεθεί στην εδώ και καιρό διαρκή υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, με το εντεινόμενο κύμα της ακρίβειας, την ανοχή στην αισχροκέρδεια και στην εγκατάλειψη των πυλώνων του κοινωνικού κράτους -δημόσια εκπαίδευση και δημόσιο σύστημα υγείας. Η Ελλάδα μοιάζει όλο και λιγότερο με μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, καθώς η Κυβέρνηση αδυνατεί να διασφαλίσει στους πολίτες αξιοπρεπές εισόδημα, τη στοιχειώδη ασφάλεια και τα διαχρονικά κεκτημένα του κοινωνικού κράτους.
Για τους λόγους αυτούς, υποβάλλουμε πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 2 του Συντάγματος και το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής».