Σαν «κεραυνός εν αιθρία» έσκασε η είδηση για το κλείσιμο του εργοστασίου της «Γιούλα» στο Αιγάλεω. Η ανακοίνωση της ΓΣΕΕ, που εξέφραζε την αγωνία των εργαζομένων της τελευταίας εν λειτουργία υαλουργίας στην Ελλάδα για το εργασιακό τους μέλλον, έκανε γρήγορα τον γύρο του διαδικτύου, εκπλήσσοντας δυσάρεστα πολλούς στην αγορά.
Κυρίως γιατί ήρθε εντελώς αναπάντεχα, αφού τίποτα δεν προμήνυε πως οι ιδιοκτήτες της, o πορτογαλικός κολοσσός της BA θα λάβει μια τόσο δραστική απόφαση, τόσο ξαφνικά. Είχαν άλλωστε αποκτήσει τη συγκεκριμένη μονάδα πριν από μόλις επτά χρόνια, πληρώνοντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό στους προηγούμενες ιδιοκτήτες, την οικογένεια Βουλγαράκη (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία ανήλθε σε περίπου 30 εκατ. ευρώ).
Μάλιστα, στα χρόνια που ακολούθησαν υιοθέτησαν ένα εκτεταμένο πρόγραμμα εξυγίανσης, μειώνοντας -όπως υποστηρίζουν πηγές των εργαζομένων- κατά περίπου 60 άτομα το προσωπικό. Και όλα αυτά τη στιγμή που η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά ανόδου και το ΑΕΠ αυξάνεται με ρυθμούς αρκετά υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αναφέρει το ρεπορτάζ του ot.gr.
Το καμπανάκι του ορκωτού
Η βιομηχανία ωστόσο φαίνεται πως αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα εδώ και λίγα χρόνια. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από τις λογιστικές καταστάσεις που είναι αναρτημένες στο ΓΕΜΗ για την οικονομική χρήση του 2022 και οι οποίες δημοσιευθήκαν στις 25 Ιουλίου 2023.
Για δυο χρόνια (2021 και 2022) και παρά την αύξηση του κύκλου εργασιών στα 60,7 εκατ. ευρώ από 41,76 εκατ. ευρώ, η ΒΑ Υαλουργία Ελλάδας (θυγατρική του ομίλου BA Glass BV) παρουσίαζε ζημιές (2,16 εκατ. ευρώ και 239 χιλ. ευρώ αντίστοιχα) ενώ εμφάνιζε αρνητικά ίδια κεφάλαια 562 χιλ. ευρώ. Κάτι που επισημαίνει και ο ορκωτός ελεγκτής (ΕΥ).
Τότε μάλιστα, σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρονται στις οικονομικές καταστάσεις, η διοίκηση της ΒΑ Υαλουργία Ελλάδα διαβεβαίωνε ότι είχε λάβει δέσμευση από την μητρική για οικονομική ενίσχυση μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
… η κεφαλαιακή ενίσχυση που δεν ήρθε (;)
Δήλωνε ωστόσο συγκρατημένα αισιόδοξη για το 2023, τονίζοντας πως η ζήτηση γυαλιού θα συνεχίσει να περιορίζεται από την επίδραση των μέτρων κατά του Covid-19 και θα χρειάζονταν χρόνος για να ανακτήσει τη δυναμική των προηγούμενων χρόνων.
Υπογράμμιζε πως οι τιμές της αγοράς βρίσκονται υπό ισχυρή πίεση με αρνητικές συνέπειες στα αποτελέσματα της βιομηχανίας. Ειδική μνεία έκανε και στους κίνδυνος από τις τιμές των πρώτων υλών και της ενέργειας.
Συγκεκριμένα, στο κομμάτι που αφορούσε στους κινδύνους ανέφερε πως έχει συγκριτικά πιο αυξημένο κόστος παραγωγής από άλλες χώρες καθώς αναγκάζεται να εισάγει τις βασικές πρώτες ύλες από άλλες χώρες (αφού δεν υπάρχει παραγωγή στην Ελλάδα). Αντίστοιχα υψηλό, ανέφερε ήταν και το κόστος ενέργειας, επιβαρύνοντας περαιτέρω το συνολικό κόστος. Υπολογίζεται ότι το κόστος ενέργειας αντιπροσωπεύει συνήθως το 30% με 40% του συνολικού κόστους κατασκευής.
… και η κομβική επένδυση στον κλίβανο
Καταλυτικό ρόλο σύμφωνα με τους εργαζομένους φαίνεται πως έπαιξε και η επένδυση που ήταν προγραμματισμένη στον κεντρικό κλίβανο του εργοστασίου, η οποία απαιτεί κεφάλαια ύψους περίπου 25 εκατ. με 30 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για επένδυση που πραγματοποιείται μια φορά κάθε 12 χρόνια, και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να λειτουργήσει η μονάδα.
Ο πρόεδρος του σωματείου των εργαζομένων της ΒΑ Υαλουργία Ελλάδας, Φώτης Κουράκος μιλώντας στον «ΟΤ» υποστηρίζει πως η εταιρεία στην Ελλάδα είναι κερδοφόρα και πως η εμφάνιση ζημιών είναι πλασματική.
Επισημαίνει πως οι εργαζόμενοι πέτυχαν τους στόχους που έθετε η διοίκηση κάθε φορά, τονίζοντας μάλιστα πως ουδέποτε προχώρησαν σε απεργία στο διάστημα που η ιδιοκτησία ανήκει στους πορτογάλους.
Χαρακτηρίζει άδικη την απόφαση των Πορτογάλων να βάλουν «λουκέτο» στη μονάδα μετά από 75 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας, και μάλιστα χωρίς προηγούμενως να υπάρξει κάποια διαβούλευση.
Θεωρεί «ασπιρίνη» το γεγονός πως προσφέρονται διπλάσιες αποζημιώσεις στους εργαζομένους που θα μείνουν στο δρόμο, παρότι ο πορτογαλικός όμιλος είναι ένας πραγματικός κολοσσός στον παγκόσμιο κλάδο της υαλουργίας.
Αναφέρει ακόμη πως όπως όλα δείχνουν, οι πορτογάλοι απ’ όταν εξαγόρασαν την Γιούλα το 2017 είχαν στο πίσω μέρος του μυαλού τους να τερματίσουν την παραγωγική δραστηριότητα στην Ελλάδα, διατηρώντας μόνο ένα κέντρο διανομής, αφού διαθέτουν πολύ πιο ανταγωνιστικά από πλευράς κόστους εργοστάσια σε Βουλγαρία και Ρουμανία.
Λέει μάλιστα πως ενδεικτικό της αδιαφορίας τους ήταν το γεγονός πως δεν φρόντισαν να προχωρήσουν σε επενδύσεις, παρότι έλαβαν κανονικά ότι προβλέπονταν από την Πολιτεία για τις επιδοτήσεις στις βιομηχανίες στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης.
Η κραυγή αγωνίας των εργαζομένων
Ο κ. Κουράκος απευθύνει μέσα από τον «ΟΤ» έκκληση στην κυβέρνηση να βοήθησε ώστε να μην κλείσει το τελευταίο εργοστάσιο υαλουργίας στην χώρα και να μην χαθούν περίπου 300 θέσεις εργασίας, μέσα απο την εξεύρεση επενδυτή που θα διαδεχθεί τους σημερινούς. Κάτι βέβαια που όπως παραδέχεται και ο ίδιος είναι πολύ δύσκολο από τη στιγμή που σταμάτησε η λειτουργία του κλίβανου και ουσιαστικά αχρηστεύτηκε.
Η μονάδα, όπως λέει, είναι υπό προϋποθέσεις σε θέση να παράγει διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και ταυτόχρονα να είναι κερδοφόρα.
Ο «ΟΤ» επικοινώνησε με την εταιρεία προκειμένου να καταγράψει τη θέση της για όλα τα παραπάνω, ωστόσο η νομική εκπρόσωπός της μας παρέπεμψε στην επίσημη ανακοίνωση που θα εξέδιδε η εταιρεία (η οποία μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχε ακόμη εκδοθεί).
Σβήνει το φουγάρο μετά από 75 χρόνια ιστορίας
Η ιστορία της Γιούλα αρχίζει το έτος 1947, όταν ο Κυριάκος Βουλγαράκης, και ο αδελφός του Ιωάννης αποφάσισαν να ιδρύσουν την εταιρεία, έχοντας ως κύρια δραστηριότητά τους την παραγωγή γυάλινων χειροποίητων επιτραπέζιων ειδών.
Κυρίαρχα συστατικά της δομής της Γιούλα ήταν η παραδοσιακή «μαστοριά» (εφόσον ο Κυριάκος Βουλγαράκης ήταν τεχνίτης υαλουργός) κι ένας μικρός φούρνος. Το 1947 η εταιρεία αποτελούσε μία από τις 50 συνολικά επιχειρήσεις που ασχολούνταν με την παραγωγή χειροποίητου φυσητού γυαλιού στην Ελλάδα.
Μέχρι το 1985, η Γιούλα έφτασε να κατέχει ηγετική θέση στην ελληνική αγορά, με τζίρο που ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνο των ανταγωνιστών της ενώ, ως το 2005, η εταιρεία είχε επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε Ρουμανία, Βουλγαρία αλλά και Ουκρανία μέσω των θυγατρικών της εταιρειών στις χώρες αυτές.
Την 27η Ιανουαρίου 2017, η δραστηριότητα που αφορούσε στη παραγωγή μπουκαλιών στην Ελλάδα πέρασε στην πορτογαλική BA Glass, έναντι 29,9 εκατ. ευρώ και εξοφλήθηκε τις μετρητοίς. Σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό η εταιρεία απασχολούσε 147 εργαζόμενους στις 31 Δεκεμβρίου του 2022.