«Σκληρό να το ακούς, αλλά είναι αλήθεια». Ένα από τα δεκάδες σχόλια που εκφράστηκαν μετά τις δηλώσεις της Λίλι Άλεν για τα παιδιά και την καριέρα της, για την καριέρα και τα παιδιά της (ορίζεις τη σειρά προτίμησης).
Η τραγουδίστρια, Λίλι Άλεν, μίλησε στο ‘’Radio Times Podcast’’ και δήλωσε θυμωμένη με όσους υποστηρίζουν ότι «μπορείς να τα έχεις όλα». «Με εκνευρίζει πραγματικά όταν οι άνθρωποι λένε ότι μπορείς να τα έχεις όλα γιατί, ειλικρινά, δεν μπορείς», ανέφερε. Η Λίλι Άλεν είναι μητέρα της 12χρονης Έθελ και της 11χρονης Μάρνι, παιδιών που απέκτησε με τον πρώην σύζυγό της, Σαμ Κούπερ.
Χρειάστηκε να επιλέξει. Πού θα δοθεί προτεραιότητα; Στις κόρες ή στην καριέρα της; Θα ήταν τουλάχιστον υποκριτικό να ισχυριστεί κάποιος ότι οι γυναίκες σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής τους (και ίσως για ένα συγκεκριμένο διάστημα) δεν καλούνται να κάνουν μια επιλογή και να αφιερωθούν κάπου. Όποιο κι αν είναι αυτό το «κάποιο», εκείνες οφείλουν να ορίσουν τις προτεραιότητές τους.
View this post on Instagram
Λίλι Άλεν: «Τα παιδιά μου κατέστρεψαν την καριέρα μου»
Η Λίλι Άλεν εξομολογήθηκε: «τα παιδιά μου κατέστρεψαν την καριέρα μου. Τα αγαπάω και με ολοκληρώνουν, αλλά όταν μιλάμε για φήμη, την κατέστρεψαν. Κάποιοι επιλέγουν την καριέρα τους αντί για τα παιδιά τους και είναι δικαίωμά τους, αλλά οι δικοί μου γονείς ήταν απόντες όταν ήμουν παιδί. Νιώθω ότι μου άφησαν κάποιες άσχημες ουλές και δεν ήμουν διατεθειμένη να επαναλάβω (σσ την ίδια συμπεριφορά) και στα δικά μου παιδιά. Έτσι, επέλεξα να κάνω πίσω και να επικεντρωθώ σε αυτά. Είμαι χαρούμενη που το έκανα».
Πολλοί όσοι ενοχλήθηκαν ή δυσανασχέτησαν με την επιλογή του ρήματος «καταστρέφω». Θα ήταν προτιμότερο το «θυσιάζω»; Το παιχνίδι με τις κατάλληλες λέξεις μπορεί να διαρκέσει ώρες, ωστόσο το νόημα πίσω από αυτές είναι σαφές.
Ζούμε σε μια κοινωνία που μας λέει ότι μπορούμε να είμαστε τα πάντα και ότι μπορούμε να συνδυάσουμε οικογένεια και καριέρα χωρίς να χρειάζεται να εγκαταλείψουμε τίποτα, χωρίς να χρειαστεί η παραμικρή θυσία. Το παραπάνω αφήγημα αφήνει στην άκρη τις ουσιαστικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν πάρα πολύ γονείς στην προσπάθειά τους να επιτύχουν μια πολυπόθητη ισορροπία. Και είναι οι μητέρες, τις περισσότερες φορές, που έρχονται αντιμέτωπες με την ανάγκη καθοριστικών επιλογών.
«Αυτό το επίπεδο ειλικρίνειας γύρω από τη γονεϊκότητα είναι αναζωογονητικό. Μακάρι περισσότεροι άνθρωποι να εκφράζουν τη λύπη τους, τις ανησυχίες τους, τις σκέψεις τους. Να εκφράζονται για όλα εκείνα τα πράγματα για τα οποία δεν μιλάμε εξαιτίας αυτής της υπερ-ρομαντικής έννοιας της γονεϊκότητας», γράφει ένα ακόμα σχόλιο.
Ενώ ένα άλλο αναφέρει: «Μόνο αυτή ξέρει τι πέρασε. Μερικές φορές είναι αποκαρδιωτικό να χάνεις μια καριέρα για την οποία δούλεψες τόσο σκληρά. Το αίσθημα της λύπης δεν σε κάνει κακή μητέρα».
Οι δικές της πληγές
Η Λίλι Άλεν μεγάλωσε σε μια προς εκείνη «αδιάφορη» οικογένεια. Οι γονείς της χώρισαν λίγο πριν κλείσει τα τέσσερα χρόνια της, με τον πατέρα της να απομακρύνεται τελείως από τη ζωή της. Ενδεικτικό της σχέσης τους: «έχω περάσει περισσότερο χρόνο στη ζωή μου βγάζοντας βόλτα τους σκύλους μου, παρά με τον πατέρα μου».
Η Λίλι έμεινε με τη μητέρα της, χωρίς αυτή σχέση να έχεις τις «προδιαγραφές αγάπης και αφοσιώσης» λόγω του εθισμού της σε ναρκωτικές ουσίες που τελικά οδήγησε στην εισαγωγή της σε κλινικές απεξάρτησης. Η Λίλι μεγάλωνε μόνη της. Πώς θα μπορούσε να επαναλάβει το μοτίβο στα παιδιά της;
Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφέρεται στις επιλογές της. Η περιγραφή όσων συνέβησαν κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας της ενώ είχε ήδη αποκτήσει τις κόρες της, εξηγεί το πίσω βήμα στην καριέρα. «Ντρεπόμουν για ό,τι συνέβαινε και, στη διαδρομή, άρχισα να πίνω περισσότερο. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ήμουν μακριά από τη Μάρνι και την Έθελ για πολύ καιρό με έκανε να νιώθω ακόμα χειρότερα.
Ανησυχούσα ότι το τουρ μου παρατεινόταν τόσο πολύ, που η σχέση μου με τις κόρες μου θα καταστρεφόταν. Στο τέλος της περιοδείας, επινοούσα δικαιολογίες για να μην γυρίσω σπίτι γιατί δεν μπορούσα να διαχειριστώ το γεγονός ότι θα προτιμούσαν να είναι με τον πατέρα τους παρά με εμένα. Ήταν το αποκορύφωμα της ντροπής που συσσώρευα μέσα μου. Όταν τελικά γύρισα σπίτι, ο γάμος μου τελείωσε και έπιασα πάτο».