Χάρτινη, υφασμάτινη ή ζυμωτή η κυρά Σαρακοστή, μια γυναικεία φιγούρα με όλα τα χαρακτηριστικά της νηστείας έφτασε σήμερα, όπως κάθε Καθαρά Δευτέρα, πρώτη ημέρα της Σαρακοστής και θα μείνει μαζί μας μέχρι το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ και την Ανάσταση του Χριστού.
Η κατασκευή της κυρά Σαρακοστής είναι ένα έθιμο πολλών χρόνων το οποίο πλέον έχει ατονήσει κατά πολύ και δε συναντάται εύκολα, σε όποια από τις μορφές του. Κάποτε, κατείχε εξέχουσα θέση στα νοικοκυριά, αποτελούσε μία από τις λαϊκές τελετουργίες των ημερών της περιόδου μεταξύ των Αποκριών και του Πάσχα. Σήμερα πια δεν αποτελεί μέρος της τελετουργίας ούτε καν για αυτά τα νοικοκυριά που ακολουθούν την νηστεία των πενήντα ημερών. Και αυτό συμβαίνει γιατί πρόκειται για ένα έθιμο που συνδέεται περισσότερο με τη λαϊκή παράδοση και λιγότερο με τη θρησκευτική.
«Έφθασε η Σαρακοστή με τις επτά βδομάδες, Κάθε βδομάδα και γιορτή, κάθε γιορτή και προσευχή».
Στο χτες και στο σήμερα
Παρά την αποδυνάμωση του εθίμου στο πέρασμα των χρόνων, η γυναικεία αυτή φιγούρα εμπνέει και στις μέρες μας. Σήμερα, συναντάμε την κυρά Σαρακοστή σε μορφή κούκλας για το στολισμό των ημερών αυτών αλλά και ως πρωταγωνίστρια σε παραστάσεις κουκλοθέατρου, όπως επίσης σε πολλούς τίτλους παιδικών βιβλίων και παραμυθιών.
Τα χαρακτηριστικά που την κάνουν μοναδική
Το έθιμο της κυράς Σαρακοστής είναι συνυφασμένο με την περίοδο της νηστείας της μεγάλης Σαρακοστής του Πάσχα, αρχής γενομένης από σήμερα. Η μορφή της γυναικείας αυτής φιγούρας είναι μοναδική και περίεργη καθώς τα χαρακτηριστικά της δεν είναι τα συνήθη, είναι ιδαίτερα. Συγκεκριμένα έχει λεπτό σώμα, επτά πόδια, δεν έχει στόμα, κρατά τα χέρια της πάντα σταυρωμένα και στο κεφάλι της φορά έναν σταυρό. Κανείς επίσης δε διακρίνει τα αυτιά της και πιθανότατα όχι γιατί τα καλύπτει ο κότσος των μαλλιών της ή το κεφαλομάντηλό της, αλλά γιατί απλά δεν έχει .
Ο συμβολισμός
Τα επτά πόδια της συμβολίζουν τις επτά εβδομάδες της νηστείας μέχρι το Πάσχα. Το ανύπαρκτο στόμα της συμβολίζει τη νηστεία την οποία τηρεί με βάση την εκκλησιαστική παράδοση και επιταγή, εξ αυτού και το λεπτό σώμα. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα γιατί προσεύχεται. Στο κεφάλι της έχει ένα σταυρό γιατί είναι γυναίκα της εκκλησίας και της προσευχής. Τα αυτιά της δεν υπάρχουν καθώς μένει μακριά από όσα λέγονται και ακούγονται και τα οποία πιθανά θα μπορούσαν να την αποσπάσουν από την περίοδο της νηστείας και της προσευχής, απαραίτητες για την κάθαρση της ψυχής, ενόψει της έλευσης των ημερών του Πάσχα.
«Την Κυρά Σαρακοστή, που είναι έθιμο παλιό,
οι γιαγιάδες μας την ‘φτιάχναν με αλεύρι και νερό…»
Με αλεύρι και νερό
Η πιο συνηθισμένη μορφή στην οποία συναντούσε κανείς την κυρά Σαρακοστή στο παρελθόν ήταν υπό τη μορφή ζυμαριού, κατασκευασμένη από αλεύρι και νερό. Την ζύμωναν, την έπλαθαν με τα χαρακτηριστικά γυναίκας και στο κάτω μέρος του σώματός της, κάτω από το μακρύ της φόρεμα, τοποθετούσαν επτά πόδια, όσες και οι εβδομάδες της νηστείας της μεγάλης Σαρακοστής. Κάθε Σάββατο και μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο της έκοβαν ένα από τα πόδια της. Κατά συνέπεια το έθιμο είχε και την χρήση του ημερολογίου για το διάστημα των επτά εβδομάδων της νηστείας.
Η χάρτινη εκδοχή
Την ίδια ακριβώς χρήση είχε και στη χάρτινη μορφή της. Η κατασκευή της γινόταν από ένα σκληρό χαρτί ή χαρτόνι, κομμένο και ζωγραφισμένο έτσι ώστε να την απεικονίζει. Και αυτό, όπως και το ζυμαρένιο, στο κάτω μέρος του έφερε επτά ποδαράκια, κάθε ένα από τα οποίο αφαιρούνταν στο τέλος κάθε μίας από τις επτά εβδομάδες των νηστειών.
Τόσο στη χάρτινη όσο και στην εκδοχή του εθίμου από ζυμάρι, το τελευταίο από τα ποδαράκια της Κυράς Σαρακοστής, κοβόταν το Μεγάλο Σάββατο. Σύμφωνα με το έθιμο το κομματάκι αυτό της τελευταίας εβδομάδας των νηστειών το έβαζαν μέσα σε ένα καρύδι ή μέσα σε ένα σύκο από αυτά που στη συνέχεια θα μοιράζονταν τα μέλη της οικογένειας. Όποιος έβρισκε στο σύκο του ή το καρύδι του το τελευταίο ποδαράκι της Σαρακοστής θα είχε την ευλογία.
Ο «Κουκουράς» των Ποντίων
Το έθιμο της κυρά Σαρακοστής έχει τις ρίζες του στην νεότερη ελληνική παράδοση καθώς με μια άλλη μορφή αλλά τον ίδιο συμβολισμό συναντάται και στον πολιτισμό των Ελλήνων του Πόντου με την ονομασία «Κουκουράς».
«Ρίζα μ’, ωρία παίρετεν τυρίν για βούτερον και τρώτεν, αμάν θα χολιάσκεται και θα σείεται ο κουκαράς!».
Στην περίπτωση του ποντιακού ελληνισμού το έθιμο δεν αφορά μια γυναικεία φιγούρα αλλά μία πατάτα ή ένα κρεμμύδι το οποίο κρεμούσαν από το ταβάνι του σπιτιού τα ξημερώματα Καθαράς Δευτέρας. Νωρίτερα του είχαν καρφώσει σε ημικύκλιο 7 φτερά από κότα ή κόκκορα. Ακόμα σχημάτιζαν μάτια και στόμα ώστε να μοιάζει τρομακτικό και να φοβερίζουν τα μικρά παιδιά ώστε να μην παρεκκλίνουν και να μείνουν πιστά στις διατροφικές επιταγές σε όλη τη διάρκειας της περιόδου της νηστείας. Για την ενίσχυση της απειλής συχνά οι μεγαλύτεροι κουνούσαν τον κουκουρά ώστε να δείχνει περισσότερο απειλητικός.
Κάθε εβδομάδα νηστείας που περνούσε, αφαιρούσαν από ένα φτερό. Το τελευταίο το Μεγάλο Σάββατο. Για το έθιμο υπήρχε το εξής δίστιχο στην ποντιακή: «Ρίζα μ’, ωρία παίρετεν τυρίν για βούτερον και τρώτεν, αμάν θα χολιάσκεται και θα σείεται ο κουκαράς!».
Το ποιηματάκι της Κυρά Σαρακοστής
«Την Κυρά Σαρακοστή, που είναι έθιμο παλιό,
οι γιαγιάδες μας την ‘φτιάχναν με αλεύρι και νερό.
Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι της σταυρό,
μα το στόμα της ξεχνούσαν, γιατί νήστευε καιρό.
Και τις μέρες τις μετρούσαν με τα πόδια της τα επτά
‘κόβαν ένα τη βδομάδα, μέχρι να ‘ρθει η Πασχαλιά».