Πρόσωπα ή πολιτική; Μείζον ερώτημα. Εν αντιθέσει με ό,τι ισχύει πια στην πλειονότητα των (δυτικών) χωρών της ΕΕ, όπου οι επιλογές των ψηφοφόρων πηγάζουν ως επί το πλείστον από τις θέσεις και τις στρατηγικές, τα κόμματα της ελληνικής σκηνής διατηρούν -με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- έναν ισχυρό αρχηγικό χαρακτήρα.
Ενδεχομένως όχι στον βαθμό του παρελθόντος, αλλά σε κάθε περίπτωση το πρόσωπο εξακολουθεί να επιδρά καταλυτικά στο αποτέλεσμα της κάλπης, ορίζοντας παραδοσιακά κυβερνήσεις και μεγάλες εκλογικές νίκες. Άρα η δημοσκοπική ερώτηση της καταλληλότητας για την πρωθυπουργία της χώρας δεν είναι παρωχημένη ή άστοχη. Συγκεντρώνει αξία, προσφέρει συμπεράσματα και αποτυπώνει σε αριθμούς την κατ’ αντιστοιχία απήχηση στο σώμα των ψηφοφόρων.
Καταλληλότερος με μεγάλη διαφορά ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Το «man to man» των πολιτικών αρχηγών αναδεικνύει επί χρόνια αδιαμφισβήτητο νικητή τον Κυριάκο Μητσοτάκη κι ας είναι περισσότερες οι αρνητικές γνώμες που συγκεντρώνει ατομικά στις κατά καιρούς μετρήσεις.
Μ’ ένα ποσοστό καταλληλότητας που κυμαίνεται στο υψηλό όριο του 40% στους μήνες μετά την ανανέωση της θητείας του στο Μέγαρο Μαξίμου, ο Έλληνας πρωθυπουργός κινείται μονίμως πάνω από τα δημοσκοπικά ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας και, όπως φαίνεται, στη δική του δημοφιλία εντός του εκλογικού σώματος οφείλεται η συγκράτηση της κυβερνητικής φθοράς συνδυαστικά με τη σταθερά μεγάλη απόσταση από τον ανταγωνισμό.
Ο «Κανένας» και οι μονοψήφιοι αντίπαλοι
Ως μοναδική και επίμονη απειλή τούτη την περίοδο, την οποίο και λογαριάζουν αναγκαστικά σε Μαξίμου και Πειραιώς, είναι ο -ανέκαθεν πολυθρύλητος- «Κανένας». Στο πρόσωπο του, άλλωστε, αποτυπώνεται εν παραλλήλω η αποστροφή στο διαμορφωθέν σκηνικό, η απογοήτευση για τα πρόσωπα και η αδιαφορία για την επιβεβαίωση ή την ανατροπή του status quo. Ο κόσμος παίρνει αποστάσεις απ’ όλους τους πολιτικούς κι εκφράζει τη διαμαρτυρία του με άρνηση (που οδηγεί και στην αποχή).
Αντιθέτως τόσο ο Στέφανος Κασσελάκης όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης παραμένουν μόνο υποψήφιοι ανταγωνιστές του, όχι κάτι περισσότερο, δεδομένου πως τα δικά τους ποσοστά καταλληλότητας για την ηγεσία του τόπου εμφανίζονται, σε μια μόνιμη βάση, στο φράγμα του 10% – πότε λίγο πάνω και πότε κάτω από αυτό. Πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο δίχως τάσεις αναστροφής. Η συνθήκη μοιάζει παγιωμένη και αναλλοίωτη, σχεδόν «στοιχειωμένη» για αμφότερους.
Πού κερδίζουν και πού χάνουν οι πολιτικοί αρχηγοί
Εύλογο είναι τα κομματικά στελέχη να μελετούν και ν’ αναλύουν τους αριθμούς πίσω από τους αριθμούς. Tα ποιοτικά στοιχεία δηλαδή που προκύπτουν κάθε φορά. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τις συσπειρώσεις των παρατάξεων, έχει νόημα και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα επιτελικά γραφεία η τοποθέτηση κάθε αρχηγού στον πολιτικό χάρτη, σύμφωνα και με τα ευρήματα της πιο πρόσφατης από τις μηνιαίες δημοσκοπήσεις από τη Metron Analysis για το Mega.
Θετικό το κέντρο για Ανδρουλάκη
Για τη Χαριλάου Τρικούπη φερ’ ειπείν είναι ομολογουμένως ενθαρρυντικό το γεγονός πως ο Νίκος Ανδρουλάκης φαίνεται πως υπερτερεί στις θετικές γνώμες όσων δηλώνουν «κεντρώοι ψηφοφόροι» έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη, του Στέφανου Κασσελάκη και του Δημήτρη Κουτσούμπα. Το «συν» που συγκεντρώνει ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ σ’ έναν ρευστό χώρο που μετακινείται και επηρεάζει ανέκαθεν την έκβαση εκλογών ξεπερνά, έστω κι ελάχιστα, το 50% (51%), ενόσω καθένας εκ των υπολοίπων τεσσάρων τοποθετείται χαμηλότερα.
Η ψήφος στον Μητσοτάκη
Η δημοτικότητα του πρωθυπουργού στο 49% εξηγείται λογικά από τη στιγμή που όχι μόνο έχει στοχεύσει, αλλά μοιάζει να έχει κατακτήσει κιόλας αυτό το κοινό. «Είναι σαφής πλέον η κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη σε αυτόν τον χώρο. Είναι κάτι που έχει φανεί τόσο στο αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών με πρωτιές κεντρογενών υποψηφίων σε μεγάλες περιφέρειες όπως η Αττική όσο κι απ’ όλες τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις για τις Ευρωεκλογές», επισημαίνει ο Γιώργος Τράπαλης αναλυτής δεδομένων από την Good Affairs.
Προϊόντος του χρόνου ο Κυρ. Μητσοτάκης «χτίζει» ένα ακόμη πιο σύγχρονο προφίλ πολιτικού, χωρίς η απόπειρά του αυτή να του αφαιρεί από τις «θετικές απόψεις» που εξακολουθεί να συγκεντρώνει στον κεντροδεξιό χώρο. Είναι ο χώρος στον οποίο ο αρχηγός της ΝΔ σαρώνει, αγγίζοντας το 80%.
Ένα ποσοστό πολύ υψηλότερο κι απ’ αυτό της ακραιφνούς δεξιάς δεξαμενής, στην οποία πέφτει στο 63%. Είναι αναπόφευκτη η μικρή αυτή πτώση ως αντανάκλαση της δυσαρέσκειας που εκφράζει ένα κομμάτι της λαϊκής δεξιάς συνιστώσας στους κύκλους της ΝΔ για πρωτοβουλίες που, γι’ αυτούς τους ψηφοφόρους, δεν συνάδουν με το παρελθόν της. Αυτές τις απώλειες ο πρωθυπουργός επιχειρεί να τις ισορροπήσει με ανάλογη ατζέντα στα εθνικά θέματα, στο μεταναστευτικό κλπ έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες που δεδομένα θα έχει στις Ευρωεκλογές.
Πάντως «μια απώλεια 7-9 μονάδων για τη ΝΔ είναι εξηγήσιμη μιας και σε κάθε εκλογική διαδικασία κατά το παρελθόν, το κυβερνών κόμμα ή το κόμμα που ερχόταν στην κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ 2014, ΝΔ 2019 η ακόμη και το ΠΑΣΟΚ του 1981) έλαβαν στην κάλπη των ευρωεκλογών περίπου 20-25% μικρότερο ποσοστό από το αντίστοιχο των εθνικών εκλογών», μάς εξηγεί ο συνεργάτης του Βήματος και των Νέων.
Το υψηλό ποσοστό του Κουτσούμπα
Παραδόξως πώς ο Δημήτρης Κουτσούμπας είναι δεύτερος με 48% θετικών γνωμών μεταξύ των κεντροδεξιών ψηφοφόρων και με διψήφιες διαφορές μάλιστα από τους Ανδρουλάκη (35%) – Κασσελάκη (18%). Αναγνωρίζεται και του πιστώνεται, προφανέστατα, η πάγια στάση του άνευ παλινωδιών, ότι έχει μια θέση και την υπερασπίζεται. Τέτοια δημοτικότητα ο γεν. γραμματέας του ΚΚΕ δεν την έχει καν σε κεντρώους ψηφοφόρους, παρόλο που κρατά ένα αξιοσημείωτο μέγεθος (43%), παρόλο που δεν το καρπώνεται τη στιγμή της κρίσης.
Κατά τον κ. Τράπαλη, «δεν είναι ψέμα ότι ο κ. Κουτσούμπας συγκεντρώνει πάντα θετικές απόψεις, καθώς έχει δείξει ότι μπορεί να είναι πιο προοδευτικός ως επικεφαλής με όπλο τη ρητορεία και την επικοινωνιακή πολιτική του». «Απλώς», όπως υπογραμμίζει, «μετά τις Περιφερειακές Εκλογές η αρχική δυναμική του φαίνεται ν’ ανακόπτεται γιατί υπάρχουν πολλά κόμματα στα αριστερά και η οπισθοχώρησή του αυτή τού στερεί το δικαίωμα να φτάσει ψηλότερα. Σίγουρα πάντως το ποσοστό των θετικών γνωμών για τον κ. Κουτσούμπα αντανακλά και την άνοδο του ΚΚΕ».
Ο Κασσελάκης ποντάρει στη συσπείρωση
Τα ευρήματα στα αριστερά του κέντρου είναι αναπόφευκτο να βρίσκουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην τελευταία θέση των δύο πηγών ψηφοφόρων (κεντροαριστεροί, αριστεροί). Αποτελεί «persona non grata» ο πρωθυπουργός για την πλειονότητα του χώρου, με αποτέλεσμα η διείσδυσή του με θετικό αντίκτυπο να είναι αντιστρόφως ανάλογη των άλλων.
Χαμένος παρόλα αυτά εμφανίζεται πως είναι κατά κύριο λόγο ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος δεν κερδίζει κάποια από τα «bras de fer» με τους υπόλοιπους. Ιδίως στον κεντροαριστερό χώρο, το ποσοστό δημοτικότητας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να είναι αρκετά χαμηλό και να υπολείπεται πολύ τόσο του Ν. Ανδρουλάκη όσο και του Δ. Κουτσούμπα.
Ο αρχηγός του ΠαΣοΚ επικρατεί σε άλλη μια προσωπική μονομαχία, καθώς η δημοφιλία του εκτοξεύεται στο 56% μεταξύ των κεντροαριστερών ψηφοφόρων. Το γιατί όμως ο Κρητικός πολιτικός δεν είναι σε θέση να κεφαλαιοποιήσει όλη αυτή τη δυναμική που απεικονίζεται σε κέντρο – κεντροαριστερά είναι ένα θεμελιώδες ερώτημα.
Η καλή άποψη δεν συνεπάγεται ψήφο
Ο Γιώργος Τράπαλης αποσαφηνίζει σε αυτό το σκέλος ότι «το ερώτημα δεν είναι ποτέ συγκριτικό. Κάθε συμμετέχων στην εκάστοτε έρευνα έχει άποψη για κάθε αρχηγό ξεχωριστά. Το ίδιο άτομο μπορεί να έχει καλή άποψη για όλους. Το γεγονός όμως πως έχει καλή άποψη για τον όποιον πρόεδρο δεν σημαίνει ότι τον ψηφίζει κιόλας Μόνο έναν εκ των πολιτικών θα επιλέξει στο τέλος της ημέρας. Φερ’ ειπείν οι κεντρώοι μπορεί να μοιράζουν τις θετικές γνώμες τους μεταξύ Ανδρουλάκη – Μητσοτάκη, αλλά όταν τελικά πάνε στην κάλπη φαίνεται πως προτιμούν ως επί το πλείστον τον κ. Μητσοτάκη. Ή αν φεύγουν από τη Νέα Δημοκρατία δεν εμφανίζεται να κατευθύνονται στο ΠαΣοΚ που δεν έρχεται πλέον ν’ απαντήσει ως κόμμα κέντρου».
Είναι ενδεικτικό κατά τον έμπειρο αναλυτή δεδομένων πως «οι μετακινήσεις των κεντρώων ψηφοφόρων της ΝΔ φαίνεται να μην πηγαίνουν σε ΣΥΡΙΖΑ Ή ΠαΣοΚ, αλλά προς το κόμμα του κ. Λοβερδου – μια ψήφος που δεν προκαλεί άμεση ζημιά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αντιθέτως μεγαλύτερες εκροές βρίσκουμε στα δεξιότερα της ΝΔ όπου ένα σημαντικό κομμάτι κατευθύνεται στον Κυριάκο Βελόπουλο».
Ο κ. Ανδρουλάκης αφήνει τον Στ. Κασσελάκη στο -18% (56% έναντι 38%) υπερτερώντας φαινομενικά και του επικοινωνιακού γ.γ του ΚΚΕ στις θετικές απόψεις με δύο ποσοστιαίες μονάδες (54%). Κι αν ο Δ. Κουτσούμπας ανακτά το έδαφος στο αμιγώς αριστερό ακροατήριο του εκλογικού σώματος, αγγίζοντας με 67% τα «μητσοτακικά» ποσοστά στο απέναντι άκρο, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ καλύπτει μικρότερη από τη μισή απόσταση που τον χωρίζει από τον ομόλογό του στο ΠαΣοΚ και δεν την εξισορροπεί προς όφελος του.
Το (όχι ικανοποιητικό) 38% στον κεντοαριστερό χώρο είναι το ταβάνι του Στέφανου Κασσελάκη σε αυτή τη μέτρηση, ελάχιστα πάνω ακόμη και από τον Κυρ. Μητσοτάκη (+11%), με ασφυχτικότερο κι εξόχως ανησυχητικό από ‘κει και πέρα το μόλις 25% στους ψηφοφόρους του κέντρου τους οποίους θα ήθελε πολύ να προσεγγίσει και να τους πείσει να τον ακολουθήσουν. Εκεί υστερεί με «νταμπλ σκορ» τόσο του Νίκου Ανδρουλάκη όσο και του νυν πρωθυπουργού, ενόσω και ο Δημήτρης Κουτσούμπας τον αφήνει πολύ πίσω.
Πάντως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται, συνήθως, λίγο ψηλότερα κι από τους δύο στην καταλληλότητα της πρωθυπουργίας. Αυτό που μοιάζει να τον κρατά στην επιφάνεια είναι το γεγονός πως όσοι εκφράζονται θετικά για το πρόσωπό του σκοπεύουν να τον ψηφίσουν όπως και να ‘χει – δεν αμφιταλαντεύονται. Η συσπείρωση δηλαδή αυτών γύρω από το πρόσωπό του είναι μεγάλη, συνθήκη που στην τελική έκβαση είναι πιθανό να αποφέρει περισσότερα κέρδη.
Άλλωστε «οι αρνητικές απόψεις για κόμματα που είναι κεντρώα είναι μεν σημαντικές, αλλά για τα κόμματα που κινούνται αριστερότερα ή δεξιότερα του κέντρου έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία ο θετικός δείκτης των αρχηγών τους», όπως καταλήγει συμπερασματικά ο αναλυτής δεδομένων από την Good Affairs.