Με ιδιαίτερη ικανοποίηση μπήκα στο σύμπαν της υπόθεσης Νίκου Πλουμπίδη, προσώπου που απασχόλησε τον έμπειρο ντοκιμαντερίστα Στέλιο Χαραλαμπόπουλο («Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη») στην τελευταία ταινία του, «Ο κόκκινος δάσκαλος» που προβλήθηκε στο Πανόραμα του 26ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Ο σκηνοθέτης συνέθεσε ένα πλούσιο σε πληροφορίες πορτρέτο του αγωνιστή της αριστεράς που προτίμησε να ακολουθήσει τον δρόμο της ιδεολογίας του ακόμα και όταν προδομένος από τους «συντρόφους» του, βρέθηκε μπροστά στο χείλος του γκρεμού.
Στον οποίο γκρεμό αποφάσισε ο ίδιος να πέσει, ακριβώς για να μην προδώσει την ιδεολογία του.
Γιατί άλλος δρόμος δεν υπήρχε.
Ο Χαραλαμπόπουλος χρησιμοποίησε ως «οδηγό» του τον γιο του Πλουμπίδη, ψυχίατρο Δημήτρη Πλουμπίδη για να συνθέσει το προφίλ ενός ανθρώπου του οποίου το χάρισμα ήταν η επικοινωνία με τον κόσμο.
Εξάλλου, ο γεννημένος στις 31 Δεκεμβρίου 1902 στα Λαγκάδια Αρκαδίας Πλουμπίδης (γόνος πάμφτωχης οικογένειας), αποφοίτησε ως δάσκαλος τον Ιούλιο του 1924 και δεν σταμάτησε ποτέ να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα: να μεταφέρει με απλό τρόπο, στον απλό λαό την ιδεολογία του που ήταν πάντοτε βασισμένη στην αλληλεγγύη και την συνεργασία ανεξαρτήτως κυβερνήσεων.
Αυτό τουλάχιστον κατάλαβα εγώ από την ταινία.
Αφήνω κατά μέρος την μαρτυρία του Δημήτρη Πλουμπίδη ότι δεν γνώρισε τον πατέρα του παρά μόνο για «τριάμισι λεπτά» κατά την διάρκεια των ημερών της… δίκης του πρώτου, που κατέληξε σε καταδίκη του και εν συνεχεία στην εκτέλεσή του τον Αύγουστο του 1954.
Τα «τριάμισι λεπτά» με έκαναν και βούρκωσα όπως πιστεύω θα βούρκωναν όλοι.
Ακόμα και οι φασίστες.
Που βρίσκεται όμως μια άλλη τραγωδία;
Ο Πλουμπίδης θεωρήθηκε κατάσκοπος και προδότης της πατρίδας του οπότε συνελήφθη από την κυβέρνηση Παπάγου το 1952 αλλά ταυτόχρονα έπεσε θύμα προδοσίας του ιδίου του κόμματος που τόσο πιστά υπηρετούσε, του Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο τον άφησε μόνο μέσα στο στόμα του λύκου και τον χαρακτήρισε προδότη.
Ακόμα και όταν αποχαιρέτισε τους συντρόφους του στη φυλακή την ημέρα της εκτέλεσής του, απάντηση δεν πήρε από κανέναν.
Η ταινία αναρωτιέται – και σωστά – κατά πόσο το «λάθος» που χρόνια αργότερα το ΚΚΕ θα παραδεχόταν με τις συνοπτικές διαδικασίες των δημοσιευμάτων της μιας αράδας (τα οποία φυσικά στην εποχή τους πέρασαν απαρατήρητα), ήταν σκόπιμο και αν με τον χαρακτηρισμό «προδότης του κόμματος», ο Πλουμπίδης ουσιαστικά εξυπηρετούσε συμφέροντα άλλων εκπροσώπων του ΚΚΕ. Αλλων «συντρόφων» του.
Όμως η ταινία δεν θέλει να κάνει πολιτικό (πόσο μάλλον κομματικό) κήρυγμα και αυτό ανήκει στα υπέρ της. Μέσω του Πλουμπίδη, που με τα χρόνια δικαιώθηκε και σήμερα η μνήμη του έχει πλήρως αποκατασταθεί, ο Χαραλαμπόπουλος ενδιαφέρεται κυρίως να δείξει τι σημαίνει μένω πιστός στις αξίες μου, στην ιδεολογία μου, στα πιστεύω μου. Τι σημαίνει δεν ενδίδω.
Αυτά υπερασπίστηκε ο Νίκος Πλουμπίδης και έχω την εντύπωση ότι τα υπερασπιζόταν ανεξαρτήτως κόμματος.
Και αυτά τον σκότωσαν.
Αυτά που σήμερα είναι τόσο δύσκολο να βρεθούν.
Όχι αδύνατον αλλά πάρα πολύ δύσκολο.