Γυναίκες για τις γυναίκες. Γυναίκες που κρατούν η μία το χέρι της άλλης και με ένα απαλό ακούμπισμα στον ώμο τις οδηγούν να κάνουν ένα βήμα μπροστά κι όταν εκείνες νιώσουν ασφαλείς να διηγηθούν την ιστορία τους.
Γυναίκες μεταξύ τους άγνωστες. Γυναίκες από κάθε μεριά του κόσμου. Με ιστορίες τόσο διαφορετικές που όμως οι επιμέρους ψηφίδες τους κάπως μοιάζουν τελικά μεταξύ τους και φτιάχνουν ιστορίες γυναικείας δύναμης που αποκαθιστούν με τον καιρό κάτι που έχει διαρραγεί. Ό,τι κι αν είναι αυτό το κάτι.
Εδώ το ζητούμενο είναι το μοίρασμα. Ένα μοίρασμα όμως με όρους προσωπικούς, χωρίς βιασύνες, χωρίς κανόνες και πρέπει. Μέσα από τα δικά τους μάτια ξαναβλέπουμε τον κόσμο, έναν κόσμο που συχνά αγνοείται. Κι έτσι όλες συνδεόμαστε.
Από ιστορία σε ιστορία. Από ζωή σε ζωή. Κι ας μην μιλάμε την ίδια γλώσσα. Κι ας μην μεγαλώσαμε στην ίδια γειτονιά. Κι ας μην κάναμε τα ίδια όνειρα. Φτάνει που η μία άκουσε την άλλη.
Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας είναι (ακόμα) μια ευκαιρία να ακούσουμε τέτοιες ιστορίες και να γνωρίσουμε γυναίκες που ξέρουν τον τρόπο να δίνουν χώρο, χρόνο, συναίσθημα κι ένα χέρι βοήθειας σε όσες το χρειάζονται.
Συνομιλήσαμε με τη Δανάη Δραγωνέα και τη Δάφνη Ανέστη, συνιδρύτριες του «Κάθε μια ιστορία», την Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία που είναι αφιερωμένη στο γυναικείο storytelling, την ενίσχυση της ορατότητας και της ενδυνάμωσης των γυναικών. Επισκεφθήκαμε και τη «Μέλισσα», το δίκτυο στήριξης και ενδυνάμωσης γυναικών και εφήβων προσφύγων και μεταναστριών. Να στηριχθούν οι γυναίκες και να δυναμώσουν οι φωνές τους, αυτός είναι ο στόχος που ενώνει σπουδαίες προσπάθειες όπως αυτές.
Μέλισσα, μια κυψέλη για όλες τις γυναίκες
«Η Μέλισσα ιδρύθηκε στο τέλος του 2014 με σκοπό να φέρει σε επαφή και επικοινωνία γυναικείες, μεταναστευτικές και προσφυγικές πρωτοβουλίες και δράσεις. Μέχρι τότε υπήρχαν στην Ελλάδα περίπου 24 οργανώσεις με γυναίκες επικεφαλής και σχεδόν αμιγώς γυναικείες, οι οποίες έκαναν εξαιρετικό έργο μέσα στις κοινότητές τους, αλλά δεν είχαν ιδιαίτερη επαφή μεταξύ τους. Η Μέλισσα ξεκίνησε σαν μια γέφυρα επικοινωνίας και ανταλλαγής μεταξύ τους», αναφέρει στο ΒΗΜΑ η ανθρωπολόγος Ναντίνα Χριστοπούλου, Διευθύντρια και Συνιδρύτρια του Δικτύου.
Καθημερινά πάνω από 100 γυναίκες και παιδιά, που προέρχονται από περίπου 50 διαφορετικές χώρες, περνούν το κατώφλι της Μέλισσας για να συμμετέχουν στις δράσεις της. Μόλις η πόρτα της Μέλισσας ανοίξει αντικρίζεις ένα ζεστό σπιτικό με ψηλοτάβανα δωμάτια, ξύλινα παρκέ, χρώματα και φως.
Το άλλοτε μαιευτήριο στον αριθμό 18 της οδού Φερών στη Βικτώρια μοσχοβολάει φαγητό που σιγομαγειρεύεται στην κουζίνα. Γυναίκες κινούνται στον χώρο. Με ευγένεια και χαμόγελο δημιουργούν μια αίσθηση θαλπωρής κι ένα νοιάξιμο αληθινό.
Έτσι ακριβώς όπως ένιωσε η Οξάνα που είχα μπροστά μου. Ήρθε ολομόναχη στην Ελλάδα από την Ουκρανία στις 22 Αυγούστου του 2022 για να γλιτώσει από τον πόλεμο. Δεν πέρασε ούτε μήνας και στις 5 Σεπτέμβρη επισκεπτόταν τη Μέλισσα «για να βρει ένα νέο σπίτι αφού από το δικό της αναγκάστηκε να φύγει», όπως η ίδια η Οξάνα λέει στο ΒΗΜΑ.
«Η λέξη γυναίκα μάς ενώνει όλες»
Εκείνη την ημέρα από μια απροσεξία κάηκε στο χέρι. «Γίνονται μαγικά πράγματα στη Μέλισσα, να το ξέρετε. Εδώ οι άνθρωποι μας προσέχουν πολύ. Δείτε τι έχει συμβεί. Είχα αυτό το ατύχημα. Ήμουν μόνη μου; Όχι, όλες έτρεξαν δίπλα μου και όλες με βοήθησαν. Όταν κάηκα σκέφτηκα ότι αν είχα λίγη αλοιφή με πανθενόλη θα ήταν πολύ ωραία, δεν πέρασε ένα λεπτό και μου έφεραν κρέμα με πανθενόλη. Μαγικά πράγματα», συμπλήρωσε η Οξάνα.
«Άκουσα από μια γνωστη μου ότι υπάρχει η Μέλισσα η οποία έχει φτιαχτεί για γυναίκες που έχουν έρθει από άλλες χώρες και μπορούν να μάθουν τη γλώσσα, να δεχθούν ψυχολογική υποστήριξη, να πάρουν μέρος σε διάφορες δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα γιόγκα και βελονισμός και να ενταχθούν στην κοινότητα.
Έτσι και ήρθα. Βρήκα στήριξη και βοήθεια και σε πιο πρακτικά κομμάτια, όπως για τα χαρτιά μου που δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Στη Μέλισσα μπορείς να ηρεμήσεις, να χαλαρώσεις, να ξεχάσεις τα προβλήματά σου, να μάθεις αλλά και να φας κάτι νόστιμο (αυτό δεν είναι απλό, είναι πολύ βασικό κομμάτι)», αναφέρει η Οξάνα και βάζει λίγη ακόμα κρέμα στο χέρι της.
Ένα δεύτερο σπίτι, μια ισχυρή κοινότητα γυναικών
«Η Μέλισσα είναι μια μεγάλη οικογένεια και οι γυναίκες που έρχονται μας λένε ότι νιώθουν σαν είναι στο δεύτερο σπίτι τους. Ένα σπίτι μακριά από το σπίτι τους. Ένας χώρος στον οποίο νιώθουν ασφάλεια και μπορούν να ανοιχτούν χωρίς να ανησυχούν ή να φοβούνται ότι κάποια θα τις κρίνει ή θα τις αποθαρρύνει. Έχουμε χτίσει μια ισχυρή κοινότητα γυναικών στην οποία υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη», λέει στο ΒΗΜΑ η Deborah Valencia, μέλος της φιλιππινέζικης κοινότητας και συνιδρύτρια της Μέλισσας.
«Εμείς αντιλαμβανόμαστε τη δουλειά μας σαν μια πρώτη γέφυρα όπου οι γυναίκες βρίσκουν χώρο να ξαποστάσουν μέσα σε ένα μεγάλο και δύσκολο ταξίδι, να πάρουν μια ανάσα, να σκεφτούν το πού βρίσκονται, το προς τα πού πηγαίνουν και ίσως και να ονειρευτούν, να φανταστούν το μέλλον τους, να αρχίσουν να σχεδιάζουν με έναν τρόπο τη διαδρομή τους, την πορεία τους.
Μέσα από τη συνύπαρξη και το μοίρασμα με άλλες γυναίκες από κάθε άκρη της γης, πολύ γρήγορα γίνεται κατανοητό ότι παρά τις πολιτισμικές μας διαφορές, κάποια ζητήματα παραμένουν κοινά». Όταν ξεκίνησαν οι μεγάλες προσφυγικές ροές του 2015-16, η Μέλισσα δημιούργησε ένα ολιστικό πρόγραμμα στήριξης και ένταξης για τις νεοεισερχόμενες, βασισμένο στον συνδυασμό της επιστημονικής έρευνας με την εμπειρία των μεταναστριών που ήδη ζούσαν εδώ.
Δύο φράσεις που κρατώ από τις γυναίκες που συναντήσαμε εκείνη την πρώτη ημέρα είναι οι εξής: “Τελικά εμείς που είμαστε Σύριες κι εμείς που είμαστε Αφγανές και μένουμε σε διαφορετικά σημεία στον Ελαιώνα -και θεωρούσαμε ότι δεν είχαμε τίποτα κοινό (πέρα από τη θρησκεία)- διαπιστώσαμε ότι αντιμετωπίζουμε ακριβώς τα ίδια προβλήματα, ακριβώς τα ίδια ζητήματα”.
Και η δεύτερη ήταν ‘’μας αρέσει πάρα πολύ που όταν ερχόμαστε το πρωί βρίσκουμε και καφέ και τσάι και μπορούμε να διαλέξουμε τι από τα δύο προτιμάμε’’», αναφέρει η Ναντίνα Χριστοπούλου.
Η κάθε γυναίκα γίνεται συντελεστής αλλαγής
Ένα μεγάλο κομμάτι των δράσεων της Μέλισσας εστιάζει στις επιθυμίες των γυναικών, άλλωστε το ολιστικό πρόγραμμά της έχει δομηθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στις εξατομικευμένες ανάγκες τους.
«Η ανθρωπιστική παρέμβαση συνήθως σχεδιάζεται με σκοπό την αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης, εστιάζοντας αποκλειστικά στις ανάγκες, αλλά αφήνοντας απ’έξω καμιά φορά το δικαίωμα της επιλογής και την επιθυμία, γιατί η αλήθεια είναι πως συχνά δεν υπάρχει το περιθώριο.
«Μέσα από την κοινή γυναικεία φύση και από τη συνύπαρξη προκύπτει μια αλληλοενίσχυση της αμοιβαιότητας και της ανθεκτικότητας που συναντάμε κάθε μέρα».
Ορισμένες φορές όμως αυτό αποβαίνει προβληματικό, καταλήγοντας σε μια ρητορική θυματοποίησης του πρόσφυγα, του μετανάστη, καθώς παράλληλα τροφοδοτεί και μια γενικότερη αντίληψη – στην παγίδα της οποίας φαίνεται πως πέφτουμε αν αναλογιστεί κανείς τη ραγδαία άνοδο της ακροδεξιάς ρητορικής στην Ευρώπη – ότι αυτοί όλοι έρχονται εδώ με άπειρα προβλήματα και εκμεταλλεύονται τους υπάρχοντες πόρους.
Όταν όμως η προσέγγιση έχει θετικό πρόσημο, δηλαδή στο ότι αυτοί οι άνθρωποι, αυτές οι γυναίκες, έρχονται από ανάγκη αλλά παράλληλα έχουν όλες αυτές τις δυνατότητες, όλη αυτή την ενέργεια, την επιθυμία, τις φιλοδοξίες, τις δυνατότητες, τις δεξιότητες να συνεισφέρουν στην κοινωνία στην οποία έρχονται, τότε η αντίληψη αλλάζει.
Ένα μεγάλο κομμάτι των δράσεών μας εστιάζει στις επιθυμίες τους: όχι μόνο ποια είμαι, αλλά και πού επιθυμώ να πάω, τι επιθυμώ να καταφέρω στη ζωή μου. Και αυτό ανοίγει ένα τεράστιο πεδίο του πώς μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον ρόλο του μέσα σε μια κοινωνία.
Η ‘μέλισσα’ είναι μια μεταφορά για τις γυναίκες που έρχονται από διαφορετικές χώρες του κόσμου, φέρνοντας μαζί τους ιστορίες που έχουν μεγάλο πόνο, αλλά ταυτόχρονα μεγάλη δύναμη, τεράστια ανθεκτικότητα και πάρα πολλά όνειρα, ελπίδες, φιλοδοξίες, ταλέντα, δεξιότητες.
Κι έρχονται και τα ακουμπούν όλα στο τραπέζι αυτής της κοινωνίας και παράγουν το μέλι τους, το κοινό μας μέλι, συνεισφέροντας στην κοινωνική συνοχή. Η κάθε γυναίκα γίνεται συντελεστής αλλαγής», συμπληρώνει η Ναντίνα Χριστοπούλου.
Οι γυναίκες στη Μέλισσα μοιράζονται τις ιστορίες τους και είμαστε εδώ για να ενισχύσουμε τις φωνές τους
«Ενωθήκαμε και είπαμε ότι θα πορευτούμε όλες μαζί γιατί κατανοήσαμε ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη να είναι οι κοινότητές μας συνδεδεμένες ώστε να ανταλλάζουμε απόψεις, γνώσεις και καλές πρακτικές.
Η κάθε κοινότητα ήταν επικεντρωμένη στον εαυτό της κι έτσι με τη Μέλισσα δημιουργήσαμε μια γέφυρα που συνέδεσε όλες τις κοινότητες. Αντιμετωπίζουμε τα ίδια θέματα, τις ίδιες ανησυχίες, τα ίδια προβλήματα κι έτσι το να είμαστε όλες μαζί και να μοιραζόμαστε τις εμπειρίες μας μόνο σε καλό θα μπορούσε να οδηγήσει. Μαθαίνουμε η μία από από την άλλη.
Οι γυναίκες στη Μέλισσα μοιράζονται τις ιστορίες τους κι εμείς είμαστε εδώ για να τις ακούσουμε, να τις βοηθήσουμε και να ενισχύσουμε τις φωνές τους ώστε να ακουστούν δυνατά. Μέσα από τις κοινές δραστηριότητες μαθαίνουμε, ενδυναμωνόμαστε, ανακαλύπτουμε τις ικανότητες και τις δεξιότητές μας και τις εξελίσσουμε», προσθέτει η Deborah Valencia.
Δίπλα μου κάθεται η Γαλήνη Κότσουρ από την ουκρανική κοινότητα και δύο θέσεις παραδίπλα τρία κορίτσια της Β’ Γυμνασίου διαβάζουν λογοτεχνία και λύνουν ασκήσεις για την επόμενη ημέρα στο σχολείο.
Η Γαλήνη ήρθε το 2001 με τον άντρα της από την Ουκρανία. Για έναν χρόνο, έλεγαν, και μετά θα επέστρεφαν στην πατρίδα. Ο ένας χρόνος έγινε μια γεμάτη εικοσαετία και τώρα πια η Γαλήνη περπατά στους δρόμους της Αθήνας και νιώθει όπως ένιωθε όταν περπατούσε τους δρόμους που μεγάλωσε. Νιώθει σαν να είναι σπίτι της, ακριβώς όπως νιώθει κι όταν μπαίνει στη Μέλισσα.
«Όταν πια ξέσπασε ο πόλεμος, την άνοιξη του 2022, η Μέλισσα υποδέχθηκε Ουκρανές που ταξίδεψαν στην Ελλάδα και μου ζήτησαν να έρθω ως μεταφράστρια. Έτσι κι έγινε και από τότε συνεχίζω να είμαι εδώ.
Ήμουν ενθουσιασμένη που μπορούσα να βοηθήσω τις συμπατριώτισσές μου κι όχι μόνο. Είμαι χαρούμενη που είμαι κομμάτι της Μέλισσας και μπορώ να προσφέρω αλλά και να δείξω την κουλτούρα της χώρας μου. Οι Ουκρανές στη Μέλισσα είχαμε στόχο να δείξουμε ποιες είμαστε και είμαστε ευγνώμονες που είμαστε ευπρόσδεκτες και μπορέσαμε να το κάνουμε.
Ξέρετε πόσο σημαντικό είναι να σου δείχνουν το ενδιαφέρον τους; Πόσο σημαντικό να σε νοιάζονται και να σε φροντίζουν; Αυτό είναι η Μέλισσα, μια ανοιχτή αγκαλιά για όλες που μας περιβάλλει με σεβασμό και νοιάξιμο», εξομολογείται η Γαλήνη Κότσουρ στο ΒΗΜΑ.
Όταν κάποια μιλάει για το συναίσθημά της, για την ιστορία της, οι διαφορές πλέον είναι τόσο ισχνές
Η Μέλισσα λειτουργεί ως μια ανοιχτή κυψέλη επικοινωνίας, δημιουργικότητας, ανταλλαγής και συνύπαρξης. Ένας ασφαλής χώρος που ευνοεί το μοίρασμα της ευαλωτότητας και της αδυναμίας.
«Η λέξη γυναίκα μάς ενώνει όλες» είναι η τελευταία φράση της Γαλήνης πριν με αποχαιρετήσει. Και έχει δίκιο. Όσες κι αν είναι οι διαφορές, πάντα θα υπάρχει το μικρό ή το μεγαλύτερο που θα μας ενώνει. Όσες χρειάστηκαν βοήθεια, θέλουν και απλόχερα να την προσφέρουν.
«Μέσα από τη συνύπαρξη και το μοίρασμα με άλλες γυναίκες από κάθε άκρη της γης, πολύ γρήγορα γίνεται κατανοητό ότι παρά τις πολιτισμικές μας διαφορές, κάποια ζητήματα παραμένουν κοινά».
«Συναντιούνται όλες αυτές οι διαφορετικές διάσπαρτες κλωστές και κάπου συνδέονται, σε ένα σημείο που είναι πολύ βαθύ και εσωτερικό. Τα κοινά υπερέχουν των διαφορών πάντα. Και αυτό είναι πάντα εντυπωσιακό, ειδικά όταν δουλεύεις με μια ομάδα γυναικών που προέρχονται από τόσες διαφορετικές χώρες από όλες τις άκρες του κόσμου.
Βλέπεις πως όταν κάποια μιλάει για το συναίσθημά της, για την ιστορία της, για τη μαμά, για τον μπαμπά, για τον πόνο, για την επιθυμία, οι διαφορές πλέον είναι τόσο ισχνές», αναφέρει στο ΒΗΜΑ η Θάλεια Πορτοκάλογλου, ψυχοθεραπεύτρια και υπεύθυνη του ψυχοθεραπευτικού προγράμματος στη Μέλισσα.
Και συμπληρώνει: «Είμαι εδώ από το 2016, από την αρχή. Ξεκινήσαμε με τη σκέψη να υποδεχτούμε αυτές τις γυναίκες κυρίως μέσα από την ομαδική ψυχοθεραπεία, σκεπτόμενες ότι ίσως η μέθοδος αυτή να είναι πιο οικεία σε εκείνες και λιγότερο τρομακτική σε σχέση με το να βρεθούν μόνες σε ένα γραφείο γραφείο ψυχολόγου με έναν άγνωστο άνθρωπο και σε μια συνθήκη που τους είναι αρκετά ξένη. Και βέβαια να πούμε ότι αν για εκείνες η ψυχοθεραπεία δεν ήταν απλά άγνωστη, ήταν ταμπού.
Οπότε η πρώτη σκέψη ήταν η έννοια της ομάδας που συγκλίνει βέβαια με την έννοια της κοινότητας και που χωράει και την έννοια της κοινότητας. Και λειτούργησε. Είδαμε ότι η ομάδα βοηθάει στη διάνοιξη αυτού του πεδίου επικοινωνίας γιατί αμέσως μόλις ξεκινούσαν οι ομάδες, οι γυναίκες έμπαιναν σε όλο το πλαίσιο με διαφορετικό τρόπο και με μεγαλύτερη δέσμευση.
Κύριο μέλημά μας ότι θέλαμε να τις υποδεχτούμε με έναν τρόπο που να είναι τόσο κλειστός ώστε να είναι ασφαλείς και τόσο ανοιχτός ώστε να περιέχει τον απόλυτο σεβασμό μας. Από εκείνες περιμένουμε να μάθουμε και να ακούσουμε τι είναι αυτό που έχουν ανάγκη. Μέσα από την κοινή γυναικεία φύση και από τη συνύπαρξη προκύπτει μια αλληλοενίσχυση της αμοιβαιότητας και της ανθεκτικότητας που συναντάμε κάθε μέρα.
Γιατί στη Μέλισσα δουλεύουμε με πάρα πολύ βαθιά τραύματα και ταυτόχρονα με τη συνειδητοποίηση της τεράστιας δύναμης που φέρουν οι γυναίκες και που τροφοδοτεί τις σκέψεις τους και τα σχέδιά τους. Κι αυτό εμάς μας ανακουφίζει γιατί βλέπουμε ότι βρίσκουν τον δρόμο τους και χαράσσουν μόνες τους τη δική τους διαδρομή».
«Κάθε Μία Ιστορία»: Ο κόσμος μέσα από τα μάτια των γυναικών
Οι αόρατες ιστορίες να γίνουν ορατές και να δοθεί ορατότητα σε όλο το φάσμα της γυναικείας εμπειρίας. Να καλλιεργηθεί μια κουλτούρα ενεργητικής ακρόασης που προωθεί την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη. Nα δημιουργήσουμε τον χώρο ώστε η κάθε μία με τα δικά της λόγια να συνθέτει τη δική της ιστορία. Αυτό είναι το όραμα της Δανάης Δραγωνέα και της Δάφνης Ανέστη για το «Κάθε Μία Ιστορία».
«Στο “Κάθε Μία Ιστορία” μας οδήγησαν κυρίως οι ιστορίες άλλων γυναικών. Προσωπικά το να ακούω ιστορίες άλλων, μου έχει δώσει πολλές φορές εργαλεία για να τα βγάλω πέρα με τη δική μου ζωή. Νομίζω πως είναι πολύ σημαντικό να έχουμε πρόσβαση σε διαφορετικά αφηγήματα.
Μέσα από τις ιστορίες των αφηγητριών του Κάθε Μία Ιστορία έχω αισθανθεί πράγματα και έχω ταξιδέψει σε κόσμους που διαφορετικά δεν θα γνώριζα ποτέ. Ιστορίες καθημερινές και ταυτόχρονα τόσο μοναδικές όσο και οι ζωές μας.
Απλές ιστορίες που κι αυτές έχουν αξία να ακουστούν, ιστορίες που μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο στον οποίο ζούμε, τους άλλους και τελικά τον ίδιο μας τον εαυτό», αναφέρει στο ΒΗΜΑ η Δανάη Δραγωνέα.
Το τίμημα της ελευθερίας
Απλές ιστορίες ανεκτίμητης αξίας, όπως αυτή της Μάρας η οποία στα 45 της αποφάσισε να πάρει διαζύγιο και να κάνει μια νέα αρχή, αυτοδύναμη και μόνη. «Σημείο χαρακτηριστικό της πρώτης βραδιάς που έμεινα μόνη μου ήταν ότι δύο φίλες μου, πολύ αγαπητές, μου είπαν: “Ό,τι ώρα θέλεις τη νύχτα θα χτυπήσεις το κουδούνι” κι έμεναν και κοντά μου.
Πραγματικά, γύρω στις δύο με τρεις τη νύχτα δεν άντεχα και πλησιάζω την εξώπορτα να ξεκλειδώσω και να πάω στη μία εκ των δύο. Όταν άκουσα όμως το “κλικ” που κάνει να ξεκλειδώσει η κλειδαριά, συνειδητοποίησα ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό, γιατί το τίμημα της ελευθερίας μου είναι το να μένω μόνη μου.
Ξανακλείδωσα και πήγα για να… μην κοιμηθώ, αλλά τελικά κοιμήθηκα και πέρασα αυτή τη δυσκολία η οποία ήταν ανυπέρβλητη, αλλά πέρασε», εξομολογείται η Μάρα για το «τίμημα της ελευθερίας της».
Ζητώ από τη Δανάη να πάει πίσω. Πίσω σε εκείνη την πρώτη ιστορία, στην πρώτη αφηγήτρια που διηγήθηκε την ιστορία της. «Είχα μόλις γεννήσει, ήμουν εντελώς απροετοίμαστη και δεν μπορούσα να βρω μία ιστορία που να εμπεριέχει ταυτόχρονα τη χαρά μου, την αγωνία μου, το άγχος μην με προσπεράσουν τα πράγματα, την ευγνωμοσύνη μου, την απόγνωση μου. Και τις τύψεις ότι τα κάνω όλα λάθος.
«Διαπιστώσαμε εξαρχής είναι ότι η πρώτη σκέψη ανθρώπων που θέλουν να μας συστήσουν μια πιθανή αφηγήτρια είναι πάντα μια γυναίκα εξαιρετικά πονεμένη ή φοβερά επιτυχημένη».
Ούτε μία ιστορία στα social media, στα περιοδικά που είχα γύρω μου, στα βιβλία στα ράφια της βιβλιοθήκης, ούτε μία ιστορία που να με αφορά. Και ενώ ήμουν μέσα σε αυτό, σε μια καθημερινή ιστορία μητρότητας δηλαδή, συμπεριφερόμουν σαν να μην συμβαίνει τίποτα γιατί η ιστορία μου, η ζωή μου στ’ αλήθεια, δεν μου φαινόταν αρκετά σημαντική ακριβώς επειδή έμοιαζε τόσο κοινή.
«Τα θέλω και αυτά και όλα. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;»
Και μια μέρα συνάντησα τυχαία τη Δήμητρα, μια γνωστή μου την οποία είχα να δω 10 χρόνια. Η Δήμητρα, κάποια στιγμή μετά τα 40, ένιωσε ότι είχε βαλτώσει στην καθημερινότητα της. Ενώ δούλευε ήδη 15 χρόνια σε καφέ και σε μπαρ, με την προτροπή ενός θαμώνα, αποφάσισε να ξεκινήσει μαθήματα ισπανικών.
Άρχισε λοιπόν να μου περιγράφει πώς ένα ταξίδι που ξεκίνησε από ένα μπαρ στα Εξάρχεια, κατέληξε στην Σεβίλλη και τελικά στην απόφαση της να δώσει Πανελλήνιες. Για πρώτη φορά. Οι δικοί της θεώρησαν ότι πρόκειται για ακόμα μία από τις “παλαβομάρες της”, ενώ καθηγητής του λυκείου την πρώτη μέρα των εξετάσεων της είπε ότι θα έπρεπε να “κοιτάξει τα χρόνια της”, να παντρευτεί και να κάνει παιδιά.
Κι εκείνη αντί να “κοιτάξει τα χρόνια της”, τον κοίταξε στα μάτια και του είπε ότι έχει το δικαίωμα να τα θέλει όλα. Κάπως έτσι, αποφασίσαμε να ηχογραφήσουμε και να μοιραστούμε την ιστορία της. Η Δήμητρα ήταν, δηλαδή, η πρώτη αφηγήτρια του Κάθε Μία ιστορία.
Κι εγώ που δεν μοιάζω με τη Δήμητρα, σχεδόν σε τίποτα, κουβαλώ την ιστορία της μαζί μου. Και κάθε φορά που κάποιος μου λέει τι πρέπει να επιλέξω, αν κάνω ή δεν κάνω για κάτι, από μέσα μου, απαντάω με τα δικά της λόγια: “Τα θέλω και αυτά και όλα. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;”».
«Ευχαρίστως να μιλήσω αλλά τι να πω; Δεν έχω κάνει κάτι»
Πόσο εύκολο είναι να μιλήσουν οι γυναίκες; Ποιο είναι το πιο συχνό «κράτημα» που έχουν; Η Δάφνη Ανέστη μιλώντας στο ΒΗΜΑ, αναφέρει: «“Δεν έχω τίποτα να πω”. Αυτή είναι η φράση που έχουμε ακούσει αρχικά σχεδόν από κάθε αφηγήτρια.
Στην αρχική μας συνάντηση, σχεδόν κάθε αφηγήτρια μοιραζόταν το εξής παράδοξο: ‘’Ευχαρίστως να μιλήσω αλλά τι να πω; Δεν έχω κάνει κάτι’’. Και κάθε μία αναλάμβανε στη ζωή της πολλαπλούς ρόλους, ήταν φίλη ή μητέρα ή επαγγελματίας, φοιτήτρια, κόρη, σύντροφος και ούτω καθεξής, ωστόσο δεν θεωρούσε η ίδια ότι είχε κάτι αξιόλογο να μοιραστεί.
Αυτό από μόνο του λέει πολλά για το τι θεωρεί η κοινωνία μας δεδομένο και τι σημαντικό. Είναι άξια λόγου μια γυναίκα που φροντίζει τον ηλικιωμένο, ασθενή πατέρα της στο σπίτι ενώ εργάζεται ταυτόχρονα, ή μια γυναίκα που αποφασίζει να σπουδάσει στα 40, μια κοπέλα που απολαμβάνει την αυτονομία που της δίνουν τα ταξίδια με το ποδήλατό της, μια γυναίκα που τραγουδά ερασιτεχνικά ή μια που χώρισε από τον σύζυγό της γιατί απλώς δεν ήταν ευτυχισμένη;
«Ιστορίες καθημερινές και ταυτόχρονα τόσο μοναδικές όσο και οι ζωές μας».
Τέτοιες είναι οι ιστορίες που συνθέτουν την καθημερινότητα γύρω μας, τόσο μοναδικές όσο και κοινές. Ιστορίες που αφορούν και άλλα άτομα εκτός από τις γυναίκες που τις αφηγούνται».
Άγνωστες μεταξύ τους γυναίκες κι όμως ακούγοντας τις ιστορίες τους ένιωσα λες και η μία συνδεόταν με την άλλη κατά έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Μια αδιόρατη σύνδεση που επιτρέπει να ακουμπήσεις στην καθεμία ξεχωριστά και να αναζητήσεις τα δικά σου βιώματα μέσα στα δικά της.
Να γεμίσουμε την πόλη με τις ιστορίες που λείπουν
«Σε αυτό που κάνουμε έχουμε δει, ότι όσο διαφορετικές και να είναι οι αφηγήτριες, η μια ιστορία συνδέεται με την άλλη. Σε όλες υπάρχει κάτι κοινό: η αίσθηση ότι για μπορέσεις να υπάρξεις όπως επιθυμείς, πρέπει εσύ να δημιουργήσεις τον χώρο που σου αναλογεί.
Αυτό το νιώσαμε ακόμα περισσότερο στη διάρκεια της έκθεσης “Πόλη Γυναικών” που πραγματοποιήσαμε για να γιορτάσουμε τις πρώτες 18 ιστορίες μας. Οι επισκέπτες της έκθεσης, ακούγοντας τις ιστορίες, ο ένας δίπλα στον άλλο, καθένας ιδιωτικά αλλά και όλοι μαζί, δημιούργησαν μια αυθόρμητη δράση.
Έναν κύκλο μοιράσματος που προέκυψε με αφορμή 18 ακουστικά, κάθε ένα από τα οποία έγραφε πάνω του το όνομα μιας γυναίκας. Της Αναστασίας που “έσκασε με μια βαλίτσα στην Αθήνα” και τελικά την έκανε σπίτι της, της Μάρας που κατόρθωσε να βρει την ελευθερία της, της Λήδας που αποκάλυψε στους γονείς της ότι της αρέσουν τα κορίτσια, της Χριστίνας που η τέχνη της, το κοπανέλι, της έδωσε άξια.
Όλες αυτές οι γυναίκες μας βοήθησαν να πραγματοποιήσουμε μια επιθυμία που ήταν και ανάγκη: να γεμίσουμε την πόλη με τις ιστορίες που λείπουν. Κάπως έτσι προχωράμε. Όλες μαζί. Έχοντας η μια την άλλη και τις ιστορίες που λέμε μεταξύ μας, σχολιάζει η Δανάη Δραγωνέα.
Το «Κάθε Μία Ιστορία» είναι η χαρτογράφηση του κόσμου μας κι ένας ασφαλής χώρος για όλες. «Για εμάς το κομμάτι της αμοιβαίας εμπιστοσύνης είναι ίσως το πιο βασικό. Για να υπάρχει ειλικρινές μοίρασμα, οφείλει να υπάρχει ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Υποστηρίζουμε διαδικασίες “από κάτω προς τα πάνω”: κάθε αφηγήτρια, με τα δικά της λόγια, μοιράζεται τη δική της ιστορία.
Είναι η δική της φωνή, το δικό της βίωμα και η δική της αποτίμηση. Ως συλλέκτριες ιστοριών δεν μας ενδιαφέρει να εκμαιεύσουμε κάτι, ούτε να ενδυναμώσουμε κάποια από τις δικές μας πεποιθήσεις. Είμαστε παρούσες με μόνο σκοπό να ακούμε κάθε ιστορία, χωρίς να κρίνουμε» προσθέτει η Δανάη με τη Δάφνη να συμπληρώνει:
«Λατρεύουμε τις ιστορίες. Μας συναρπάζουν οι ιστορίες που διαβάζουμε, που ακούμε, που βλέπουμε, ιστορίες των φίλων μας, του περίγυρού μας, μυθοπλασίας και μη. Μέσα από τις ιστορίες οι άνθρωποι χαρτογραφούν τον κόσμο τους. Οι ιστορίες είναι οι “φάροι” που τους βοηθούν να μην πέσουν πάνω στα βράχια.
Από αυτή την αγάπη και την πίστη στη δύναμή των ιστοριών ξεκινήσαμε να φανταζόμαστε τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαμε να συμβάλλουμε στην έμφυλη ισότητα. Οι γυναίκες υποεκροσωπούνται στη δημόσια σφαίρα και αυτό το ανατρέπουμε στην πράξη.
Φέρνοντας ιστορίες που λείπουν στο φως προτάσσουμε εναλλακτικά αφηγήματα, δημιουργούμε “χώρους” ταύτισης και αντιταύτισης, “κανονικοποιούμε” τις ζωές των γυναικών σε όλο το φάσμα τους και εμπλουτίζουμε τα ισχύοντα γυναικεία πρότυπα».
Οι ιστορίες ως συνδετικοί κρίκοι για τη δημιουργία συμβολικών κοινοτήτων
Ρωτάω για τη μέθοδο του storytelling και τους λόγους που τελικά την επέλεξαν. «Ως εργαλείο η αφήγηση αυθεντικών ιστοριών έχει πολλαπλά πλεονεκτήματα. Αρχικά αποτελεί η ίδια η διαδικασία μέσο ενδυνάμωσης του ωφελούμενου πληθυσμού μας, των γυναικών που αφηγούνται.
Αναστοχάζονται την πορεία τους, παίρνουν το λόγο και διηγούνται με τα δικά τους λόγια την ιστορία που διάλεξαν. Αυτή την εμπειρία θα την έχουν μαζί τους για πάντα. Ταυτόχρονα, το παραγόμενο υλικό που διαχέεται ελεύθερα γίνεται και το ίδιο μέσο ενδυνάμωσης για τους ανθρώπους που είναι οι αποδέκτες του.
«Συνειδητοποίησα ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό, γιατί το τίμημα της ελευθερίας μου είναι το να μένω μόνη μου».
Οι ιστορίες γίνονται συνδετικοί κρίκοι για τη δημιουργία συμβολικών κοινοτήτων, κοινός τόπος μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων και γίνονται φορείς της αλλαγής που θέλουμε να δούμε λειτουργώντας πολλαπλασιαστικά. Για σημαντικά κοινωνικά ζητήματα η δύναμη μιας αυθεντικής ιστορίας είναι ανυπέρβλητη.
Θα μπορούσα να σας αναφέρω τους δείκτες μέτρησης της ισότητας των φύλων για τη χώρα μας, τις ανισότητες στα πεδία της εργασίας, πρόσβασης στην εξουσία και παιδεία, κατανομή του ελεύθερου χρόνου, φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων κλπ κλπ. Όλα αυτά τα θίγουν οι αφηγήτριες μας μέσα από τις ιστορίες τους χωρίς να μιλούν καν για αυτά, με τρόπο που θα έχει πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο στις στάσεις και τις αντιλήψεις του ακροατηρίου τους», εξηγεί η Δάφνη.
Με μια βαλίτσα στο χέρι
Μία ακόμα ιστορία. Από την Αναστασία η οποία «με μια βαλίτσα στο χέρι» διηγείται τις πολλαπλές μετακινήσεις της ανά την Ελλάδα και μοιράζεται την εσωτερική διαδικασία μέχρι να μετακομίσει στην Αθήνα και να την κάνει σπίτι της.
«Τα παιδικά μου χρόνια ταυτίζονται με όλες αυτές τις πολλαπλές μετακινήσεις, με τους φίλους που χρειάστηκε να χάσω και να αφήσω πίσω και με μια διαρκή συμβουλή της οικογένειας ότι: “Mην φοβάσαι να αφήσεις πράγματα πίσω, γιατί αν δένεσαι πάρα πολύ θα πληγωθείς και σίγουρα εκεί που θα πάμε κάτι καινούργιο θα βρεις.” Πάντα με πείραζε αυτή η συμβουλή. Παρ’ όλα αυτά έκλεινα το στόμα μου και έκανα ακριβώς αυτό που έπρεπε να κάνω εκείνη τη στιγμή».
Γυναίκες που μπορεί μέχρι τώρα να ήταν αφανείς. Γυναίκες με ιστορίες ζωής και καθημερινότητας που συχνά θεωρούνται ασήμαντες, δεδομένες. Ιστορίες που «χάνονται», ιστορίες που προσπερνώνται από ένα «απαίδευτο» ακροατήριο.
«Οι γυναίκες καλούμαστε συνήθως να μιλήσουμε δημόσια για την εμπειρία ζωής μας μόνο εάν έχουμε κάποιο πρόβλημα ή έχουμε επιτύχει κάποια πρωτιά. Πολύ σημαντικές και αυτές οι πτυχές. Ωστόσο “χάνονται” στο δημόσιο λόγο οι ιστορίες από την πολύπλευρη γυναικεία ζωή, οι υπόλοιπες “καθημερινές” ιστορίες.
Έτσι, δεν έχουμε εκπαιδευτεί να ακούμε ούτε έχουμε ιδιαίτερα »εκτεθεί» σε τέτοιες ιστορίες στη δημόσια σφαίρα. Επιπλέον, οι προσδοκίες μας, ως ακροατήριο, διαμορφώνονται σε αυτό το δίπολο τραύμα-θαύμα. Αυτό που διαπιστώσαμε εξαρχής είναι ότι η πρώτη σκέψη ανθρώπων που θέλουν να μας συστήσουν μια πιθανή αφηγήτρια είναι πάντα μια γυναίκα εξαιρετικά πονεμένη ή φοβερά επιτυχημένη.
«Μέσα από τις ιστορίες οι άνθρωποι χαρτογραφούν τον κόσμο τους. Οι ιστορίες είναι οι “φάροι” που τους βοηθούν να μην πέσουν πάνω στα βράχια».
Αλλά κάθε μία, κάθε γυναίκα έχει ιστορίες που αξίζει να μοιραστεί εάν το επιθυμεί. Βασικός στόχος μας είναι να αναδείξουμε όσο περισσότερες γυναικείες ιστορίες μπορούμε διατηρώντας ένα ανοιχτό, συμπεριληπτικό πλαίσιο και να διασφαλίσουμε ότι αυτές οι ιστορίες θα συναντήσουν το ακροατήριό τους, θα αφήσουν ένα αποτύπωμά όσο γίνεται ανεξίτηλο σε αυτό το διαρκώς ρευστό τοπίο των media.
Παράλληλα, η ύπαρξή μας σε ένα πεδίο τόσον αξιόλογων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών μας εμπνέει να συνεχίσουμε να επιδιώκουμε συνεργασίες και συμπράξεις για έργα με μεγιστοποιημένο αντίκτυπο», αναφέρει η Δάφνη Ανέστη.