Η 48μελής Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, υπό την πρόεδρό της Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα και με τη συμμετοχή της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη, απέλυσε οριστικά, με ομόφωνη απόφαση, γυναίκα πρωτοδίκη εξαιτίας μεγάλων καθυστερήσεων στην έκδοση αποφάσεων επί σειρά ετών.
Ειδικότερα, την Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου την απασχόλησε το ερώτημα της οριστικής παύσης πρωτοδίκου για ανεπάρκεια άσκησης του δικαστικού λειτουργήματος, λόγω των πολλών καθυστερήσεων στην έκδοση αποφάσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η αρεοπαγίτης εισηγήτρια Γεωργία Κατσίμαγκλη ανέφερε ότι εξαιτίας των καθυστερήσεων στις πόλεις όπου υπηρετούσε η πρωτοδίκης υπήρχαν έγγραφες και τηλεφωνικές διαμαρτυρίες δικηγόρων και πολιτών για τις μεγάλες εκκρεμότητες που είχε.
Ακόμη, η κυρία Κατσίμαγκλη προσέθεσε ότι όταν η εν λόγω πρωτοδίκης υπηρετούσε στον Πειραιά, της αφαιρέθηκαν 59 δικογραφίες που καθυστερούσε υπερβολικά, προκειμένου να χρεωθούν σε άλλους συναδέλφους της, καθώς υπήρχε κίνδυνος παραγραφής αδικημάτων, και της ζητήθηκε να επιστρέψει τις δικογραφίες. Παρ’ όλα αυτά, οι δικογραφίες δεν παραδόθηκαν και υπεβλήθη μηνυτήρια αναφορά εις βάρος της για υπεξαίρεση εγγράφων.
Τελικά, οι δικογραφίες αυτές παραδόθηκαν από την πρώην πρωτοδίκη στον προϊστάμενό της, ωστόσο μία δικογραφία δεν επιστράφηκε ποτέ, αλλά και η ίδια δεν απάντησε εάν την έχει χάσει ή όχι, με αποτέλεσμα να γίνει αυτεπάγγελτη ανασύσταση της χαμένης δικογραφίας.
Παρόμοιο περιστατικό σημειώθηκε στο Ηράκλειο όπου υπηρετούσε, καθώς της αφαιρέθηκαν 44 υποθέσεις και της ζητήθηκε και πάλι να επιστρέψει 25 που είχε στα χέρια, αλλά δεν τις επέστρεψε μέχρι την ημέρα συνεδρίασης της Πειθαρχικής Ολομέλειας.
Μετά το τέλος τής συνεδρίασης της Ολομέλειας, η κυρία Κλάπα από έδρας ζήτησε από τον δικηγόρο της πρώην πρωτοδίκου να την πείσει να επιστρέψει τις 25 δικογραφίες που της είχαν αφαιρεθεί και δεν έχει παραδώσει.
Σύμφωνα με την εισηγήτρια αρεοπαγίτη που πρότεινε την οριστική παύση της, η πρωτοδίκης αρνήθηκε να συμμορφωθεί στις υποδείξεις των επιθεωρητών (7 φορές επιθεωρήθηκε) και τους αγνόησε ως προς τις μεγάλες καθυστερήσεις που είχε. Μάλιστα, η κυρία Κατσίμαγκλη είπε ότι ακόμα και σήμερα 25 δικογραφίες, με δικάσιμο το 2022, δεν τις έχει επιστρέψει.
Η πρωτοδίκης ισχυρίστηκε ότι είχε χρεωθεί μεγάλο όγκο υποθέσεων, γεγονός που, σε συνδυασμό με την απειρία της και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε, ήταν κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση έκδοσης αποφάσεων, ενώ στη συνέχεια της ακροαματικής διαδικασίας επικαλέστηκε και ψυχολογικά προβλήματα.
Ο διάλογος της προέδρου του Αρείου Πάγου και της πρωτοδίκου
Μεταξύ της προέδρου του Αρείου Πάγου και της πρωτοδίκου υπήρξε ο εξής διάλογος:
– Κλάπα: Όλοι όταν μπήκαμε στο δικαστικό σώμα είχαμε απειρία, όλοι αντιμετωπίσαμε δυσκολίες στα πρώτα χρόνια, αλλά ρωτούσαμε και προχωρούσαμε και ο όγκος των υποθέσεων που χρεωνόμαστε ήταν μεγαλύτερος απ’ ό,τι σήμερα. Μας χρέωναν 300 υποθέσεις και παράδοση σε έναν μήνα και ανά 40 ημέρες ήμασταν υπόλογοι στους προϊσταμένους μας για την πορεία των υποθέσεων και τον αριθμό που παραδίδαμε. Όμως, εσείς αποφάσεις δεν βγάζατε. Οι πολίτες περίμεναν χρόνια για να δουν τις δημοσιεύσεις σας.
– Πρωτοδίκης: Σεβόμουν τους πολίτες, γι’ αυτό δεν ελάμβανα αναρρωτικές άδειες, λόγω της ψυχικής μου κατάστασης. Τελικά, πήγα σε ψυχολόγο και έχω ξεπεράσει το πρόβλημά μου. Βρίσκομαι υπόλογη στην ελληνική κοινωνία, αλλά ας έχω μια τελευταία ευκαιρία (σ.σ.: Να μην απολυθεί).
– Κλάπα: Δεν καταλάβατε πόσα προβλήματα δημιουργήσατε. Έγιναν πολλές προσπάθειες από τα πειθαρχικά όργανα για εσάς, δεν συνήλθατε όμως ποτέ. Απόλυτη αδιαφορία και ανικανότητα. Δεν ακούγατε τους προϊσταμένους σας που σας παρακαλούσαν να επιτρέψετε τις δικογραφίες και ταλαιπωρούσατε τους πολίτες. Δεν είχατε συναίσθηση της ευθύνης εδώ και 11 χρόνια. Δεν βλέπω να έχετε ξυπνήσει από τον λήθαργο, ενώ πληρωνόσαστε κανονικά, όπως όλοι μας, βλάπτοντας το κοινωνικό σύνολο.
Η κυρία Αδειλίνη συντάχθηκε με την εισηγήτρια αρεοπαγίτη για την οριστική απόλυση της πρωτοδίκου, η οποία, τελικά, ομόφωνα τέθηκε εκτός δικαστικού σώματος, διατηρώντας όμως το δικαίωμα να απασχοληθεί στο Δημόσιο ως υπάλληλος.