Η Παγκόσμια ημέρα της Γυναίκας αποτελεί μία ημέρα μνήμης του κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών, των αγώνων και των διεκδικήσεών τους. Σε αρκετές χώρες πέρα από γιορτή, η ημέρα αυτή αποτελεί και επίσημη αργία του κράτους. Στόχος αυτής της ημέρας δεν είναι άλλος από το να προωθεί την ισότητα και συμπερίληψη, στο πλαίσιο του ότι άνδρες και γυναίκες θα πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα. Εύλογα γεννιέται λοιπόν το ερώτημα, σχετικά με την υφιστάμενη κατάσταση στην ισότητα των δικαιωμάτων των δύο φύλων.
Σύμφωνα με έρευνα της equileap το 2020 στην Ελλάδα οι γυναίκες λάμβαναν 12.8% χαμηλότερες αποδοχές ανά ώρα εργασίας από τους άνδρες συναδέλφους τους. Σημαντική φαίνεται να είναι επίσης και η διαφορά στα ποσοστά απασχόλησης ανδρών και γυναικών, αφού η χώρα μας σύμφωνα με τη Eurostat εμφανίζει τη μεγαλύτερη διαφορά στην απασχόληση ανδρών και γυναικών στην Ευρώπη, με το 75% σχεδόν του ανδρικού πληθυσμού μεταξύ 20-64 ετών να αποτελούν ενεργό εργατικό δυναμικό, όταν το αντίστοιχο ποσοστό των γυναικών είναι μικρότερο από 50%.
Επιπρόσθετα αρκετοί είναι οι επαγγελματικοί κλάδοι όπου παρατηρείται μεγάλη υποεκπροσώπηση των γυναικών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το μητρώο επιχειρήσεων της ICAP,7 μόνο το 25,1% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διοικείται κατά πλειοψηφία από γυναίκες. Επομένως, σε σύνολο 37.750 επιχειρήσεων, μόνο οι 9.468 διοικούνται από γυναίκες. Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν και όλα τα εμπόδια που θα αντιμετωπίσει μία γυναίκα λόγω του σεξισμού. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Sexism Project, ενώ κάθε άνθρωπος μπορεί να βιώσει τον σεξισμό, οι γυναίκες υφίστανται περισσότερες σεξιστικές διακρίσεις απο τους άντρες σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Σύμφωνα με έρευνα της Actionaid το 2020, το 85% των γυναικών έχουν δεχτεί σε εργασιακό χώρο σεξουαλική παρενόχληση. Επιπλέον εκτιμάται ότι το 2018, το ένα τρίτο των εργαζόμενων γυναικών στην ΕΕ διέκοψαν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία για λόγους παιδικής µέριµνας, σε σύγκριση με το μόλις 1,3% των ανδρών.
Τέλος, οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες από τους άνδρες σε δύο ακόμα φαινόμενα που αποτελούν υποκατηγορίες του “Ageism”: το “Oldism” και το “Youngism”. Το πρώτο φαινόμενο αφορά στον ηλικιακό ρατσισμό απέναντι στους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ το δεύτερο στον ηλικιακό ρατσισμό απέναντι στους νέους ανθρώπους.
Μάλιστα το Gender Ageism, δηλαδή ο ηλικιακός ρατσισμός με βάση το φύλο μελετάται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Πρόσφατη μελέτη του Harvard Business School αναφέρει πως οι γυναίκες σε θέσεις ευθύνης αντιμετωπίζονται με ηλικιακό ρατσισμό ανεξαρτήτως ηλικίας, καθώς θεωρούνται πάντοτε όχι αρκετά έτοιμες για τη συγκεκριμένη θέση. Στην ίδια μελέτη μάλιστα οι νέες γυναίκες (κάτω των 40) αναφέρουν πως συχνά αντιμετωπίζονται σαν υποστηρικτικό προσωπικό, γραμματείς, ή εργαζόμενες σε junior θέσεις, ανεξαρτήτως της πραγματικής τους επαγγελματικής ιδιότητας, ενώ έχουν αντιμετωπίσει δυσπιστία ως προς την εμπειρία και τις ικανότητές τους.
Στο ελληνικό κοινοβούλιο αλλά και στην αυτοδιοίκηση, οι γυναίκες επίσης υποεκπροσωπούνται. Παραθέτοντας για παράδειγμα κάποια στοιχεία που εξήχθησαν από τις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές, τα νούμερα το επιβεβαιώνουν. Συγκεκριμένα, στο σύνολο των 332 δήμων της χώρας, εξελέγησαν μόνο 22 γυναίκες δήμαρχοι, ποσοστό που δεν ξεπερνά το 7%. Όσον αφορά, μάλιστα, τις περιφέρειες, καμία γυναίκα δεν εξελέγη περιφερειάρχης. Παράλληλα, η χώρα μας συνεχίζει την αρνητική καταγραφή και στο Ευρωκοινοβούλιο, όπου βρίσκεται στη τρίτη θέση από το τέλος στην εκπροσώπηση των γυναικών με ποσοστό συμμετοχής μόλις 23,8% το 2023, σε αντίθεση πχ με τη Φιλανδία, όπου το ποσοστό των γυναικών πολιτικών αγγίζει το 57,1%.
Ωστόσο, είναι θετικό πως τα τελευταία χρόνια τα έμφυλα στερεότυπα και ο σεξισμός βρίσκονται όλο και περισσότερο στη δημόσια συζήτηση, καθώς για να διορθώσουμε ένα πρόβλημα, το πρώτο βήμα είναι να παραδεχτούμε ότι υπάρχει.
Πώς όμως βιώσαμε εμείς στην Ελληνική κοινωνία του 2024, να είσαι γυναίκα κάτω των 30 και να προσπαθείς να πετύχεις σε έναν ανδροκρατούμενο κλάδο, όπως αποδεδειγμένα είναι αυτός της πολιτικής; Το να είσαι νέα γυναίκα και να ασχολείσαι με την πολιτική σημαίνει ότι την ίδια απόσταση με έναν άντρα, εσύ πρέπει να τη διανύσεις δύο και πέντε και δέκα φορές, για να αποδείξεις ότι αξίζεις.
Μυρτώ: Καλώς ή κακώς σε αυτή τη χώρα, αν δεν έχουν ασπρίσει τα μαλλιά σου, αλλά κυρίως, αν δεν είσαι άντρας, δεν μπορείς να έχεις άποψη για «σοβαρά» ζητήματα και σίγουρα, δεν μπορείς να είσαι μέλος του Κοινοβουλίου. Ειδικά όταν είσαι γυναίκα και δη νέα, τα πράγματα είναι δύσκολα. Αν φοράς ένα πιο κοντό φόρεμα είσαι ασόβαρη, αν ντύνεσαι πιο αυστηρά είσαι ψωνισμένη, και σε κάθε περίπτωση, θα είναι πολλές οι φορές που θα σε κρίνoυν για αυτά που φοράς και και όχι για αυτά που λες. Όταν είσαι γυναίκα, όσα περισσότερα καταφέρνεις, τόσο πιο έντονα ετεροπροσδιορίζεσαι. Τι εννοώ; Φυσικά, η κάθε επιτυχία σου δεν(!) σου ανήκει. Θα πρέπει πίσω από εσένα να βρίσκεται ένας άντρας, ένας σύντροφος, ένας συγγενής, ένας πατέρας, ή τέλος πάντων, οποιοσδήποτε άλλος εκτός από εσένα, ο οποίος θα ευθύνεται για τη δική σου επιτυχία. Προσωπικά, τι κι αν έτρεχα προεκλογικά μέρα – νύχτα σε 13 δήμους, τι κι αν έλιωνα αυτοκίνητα και παπούτσια, πηγαίνοντας άυπνη σε πρωινές εκπομπές γιατί όλο το προηγούμενο βράδυ διάβαζα και έγραφα, τι κι αν αυτό ήταν το καθημερινό μου πρόγραμμα για 6 μήνες, έβλεπα ότι για πολλούς αυτή δεν ήταν μία ικανοποιητική εξήγηση για κάθε μου επιτυχία. Γιατί, ήμουν νέα και γυναίκα. Και για ορισμένους, αυτά είναι χαρακτηριστικά που απευθείας σε κάνουν μη – ικανή. Γιατί για να το δικαιολογήσουν κάποιοι στα κεφάλια τους, η επιτυχία μου έπρεπε να ανήκει σε άντρα.
Διάνα: Μέχρι να γνωρίσω το χώρο της πολιτικής, πίστευα ότι η τεχνολογία (ο εργασιακός μου δηλαδή τομέας) είναι ο πραγματικά ανδροκρατούμενος. Αλλά και στην πολιτική αντιλαμβάνεσαι νωρίς ότι οι γυναίκες είμαστε μειονότητα. Συνηθίζεις στα τηλεοπτικά πάνελ να είσαι η μόνη γυναίκα, όπου και θα σε διακόπτουν συχνά ή θα μιλάνε πιο δυνατά από εσένα οι υπόλοιποι συμμετέχοντες. Παράλληλα, αν είσαι νέα και γυναίκα, θα σου πούνε πως δεν έχεις αρκετή πείρα ή θα σε προτρέψουν να περιμένεις λίγα χρόνια ακόμα, καθώς δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να ασχοληθείς με την πολιτική. Ίσως τέτοιες αντιλήψεις να εξηγούν κάπως και γιατί στη Βουλή δεν υπάρχει κανένας/καμία βουλευτής κάτω των 30 ετών. Ταυτόχρονα -σε αντίθεση με έναν άντρα στην πολιτική- θα κριθείς για τον τρόπο που ντύνεσαι ή που χτενίζεσαι, σα να σημαίνει αυτό κάτι για την αξία σου ή τις ικανότητές σου, ενώ θα υπαινιχθεί πολλάκις ότι δεν βρέθηκες στο χώρο αυτό με την αξία σου, αλλά κάποιος (φυσικά γένους αρσενικού) σε προωθεί.
Γιατί, λοιπόν, επιμένουμε στη συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική;
Η απάντηση είναι απλή. Η επιμονή μας δεν έχει να κάνει με μία διαμαρτυρία δικαιωματικού χαρακτήρα. Αντιθέτως, θεωρούμε ότι η ισότιμη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στην πολιτική ζωή της χώρας, αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη προϋπόθεση για μία ουσιαστική δημοκρατία και τη χρηστή διακυβέρνηση του τόπου. Μέσω της πολιτικής λαμβάνονται αποφάσεις για κάθε τομέα της καθημερινότητας μας, και δεν μπορεί να αποκλείουμε το μισό πληθυσμό της χώρας από το να συμμετέχει στις αποφάσεις αυτές. Η υπό εκπροσώπηση των γυναικών, αφήνει μία εξαιρετικά μεγάλη μερίδα του πληθυσμού αν όχι απροστάτευτη, σίγουρα χωρίς τη δυνατότητα να εκφράσει ζητήματα που την απασχολούν (για παράδειγμα το δικαιώμα στην άμβλωση ή το υψηλό κόστος προϊόντων και ειδών πρώτης ανάγκης στη χώρα μας).
Η επίλυση/βελτίωση του φαινομένου είναι διμερής. Αφενός, οφείλουμε να εξετάσουμε τον τρόπο που θα παρακινήσουμε και στη συνέχεια να υποστηρίξουμε κι άλλες γυναίκες να συμμετάσχουν ενεργά στην πολιτική ζωή του τόπου και αφετέρου, οφείλουμε να πείσουμε την ελληνική κοινωνία να συνειδητοποιήσει τη σπουδαιότητα της συμβολής τους και να τις εμπιστευτεί.
Η διαρκής εισαγωγή θεμάτων στο δημόσιο διάλογο που αφορούν τις γυναίκες, όπως πχ η θεσμοθέτηση εργασιακής άδειας τις ημέρες της εμμήνου ρύσεως, χωρίς ταμπού και επιφυλάξεις, η ευαισθητοποίηση για την ανάγκη ενεργούς εμπλοκής των γυναικών στην πολιτική, οι ισότιμες ευκαιρίες εκπροσώπησής τους στα κοινωνικά μέσα, σε τηλεοπτικά πανελς, στο ραδιόφωνο, είναι κάποιοι από τους τρόπους που μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο στην μαζικότερη παρουσία των γυναικών στην πολιτική.
Φυσικά ο δρόμος για την ουσιαστική ισότητα των δύο φύλων ξεκινάει από την παιδεία μας -αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη- και η πολιτεία οφείλει να θεσπίσει τα απαραίτητα μαθήματα εκπαιδεύσης φύλου σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Διότι μέσω κατάλληλης εκπαίδευσης και φυσικά διαρκούς υποστήριξης ένα παιδί θα μάθει πως το φύλο του δεν αποτελεί κριτήριο για το τι μπορεί ή τι δε μπορεί να κάνει, ενώ ταυτόχρονα θα εξοικειωθεί με τρόπους αντιμετώπισης των έμφυλων στερεοτύπων και των προκαταλήψεων.
Σε εποχές δύσκολες, σε εποχές που γυναίκες δολοφονούνται απλά επειδή είναι γυναίκες, σε εποχές που οι έμφυλες ανισότητες καλά κρατούν και η κοινωνία συνεχίζει το μοτίβο της «ανδροκρατορίας», εμείς, δύο νέες γυναίκες νέο-εισερχόμενες στον χώρο της πολιτικής, γράφουμε με την ελπίδα του χρόνου τέτοια μέρα να είμαστε περισσότερες. Όσες περισσότερες γίνεται. Γιατί ο δρόμος για την ουσιαστική ισότητα δε θα χτιστεί μόνος του, θα πρέπει να τον χτίσουμε όλες και όλοι μαζί.