Του Kobe Bryant η ζωή σαν ήθελε να του τα παρέχει όλα γρήγορα κι απλόχερα. Να τον «χορτάσει» προτού του τα πάρει όλα πίσω ο θάνατος. Μια για πάντα.
Η ενηλικίωση τον βρήκε να είναι ήδη επαγγελματίας παίκτης των LA Lakers, στα 22 του είχε αναδειχθεί πρωταθλητής του NBA, πριν από τα 32 είχε συλλογή πέντε δαχτυλιδιών, ενώ στα 34 του φορούσε κιόλας στο στήθος δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια ως ηγετικό μέλος της Redeem Team των ΗΠΑ. Έγινε επίσης πατέρας τεσσάρων κοριτσιών, οι σκληροί τραυματισμοί τού επέτρεψαν να μάθει πολύ καλύτερα τον εαυτό του.
Μέχρι και βραβείο Όσκαρ έμελλε να κρατήσει στα χέρια του ως εμπνευστής και δημιουργός για την καλύτερη μικρού μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων (Best Animated Short Film) του 2017.
Kobe Bryant wins an Oscar for “Dear Basketball” 6 years ago today.
A must watch with all due respect pic.twitter.com/E1rnCCtM2p
— Mark Jackson’s Burner (@casualtakeking) March 5, 2024
Κάτι ανώτερο από δαχτυλίδι πρωταθλητή
Το «Dear Basketball» ήταν η αυτοβιογραφική ανακεφαλαίωση της πορείας του Bryant. Aπό το Μιλάνο, που πρωτόπαιξε μπάσκετ, και τη Ρέτζιο Εμίλια έως τη Φιλαντέλφια, που επέστρεψε για το κολέγιο, και το Λος Άντζελες που γιγάντωσε τον μύθο του.
Τη βραδιά της 4ης Μαρτίου του 2018, στην 90η τελετή της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ο παλαίμαχος σούπερ σταρ των παρκέ κέρδιζε άλλη μία, την πιο φρέσκια, αναγνώριση της συνεισφοράς του στο μπάσκετ. Το πρίσμα εντελώς διαφορετικό, μα την ίδια ώρα πολύ οικείο. Ήταν μια διαδικασία που μεγέθυνε το είδωλό του, θα τού χάριζε μια αλλιώτικη και ασυνήθιστη υπόσταση, άνευ όμως παραμόρφωσης της αυθεντικής περσόνας του.
Ο Bryant δεν θα ήταν παράξενο να λογίζεται ως ο οικοδεσπότης του Dolby Theater. Αντιθέτως φορώντας το μαύρο καλοραμμένο toxedo του, το κολλαριστό λευκό πουκάμισό του, το επίσημο παπιγιόν και το πιο λαμπερό χαμόγελό του, ανήκε στη λίστα των υψηλών προσκεκλημένων. Και των υποψηφίων. Εν τέλει και των νικητών της ετήσιας γιορτής των σινεφίλ.
Ο πρώτος και μοναδικός αθλητής που προσέθετε στη συλλογή του το περίφημο χρυσό αγαλματίδιο. Κι εξ αυτών, των μετρημένων, που είχαν την τύχη να κρατήσουν ανά χείρας, να γνωριστούν και να φιλήσουν με τον θείο Όσκαρ. «Το συναίσθημα είναι καλύτερο από την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος», θα ομολογούσε με περίσσια ειλικρίνεια στην ομιλία που ακολούθησε της βράβευσής του.
Άλλωστε ο Kobe Bryant είχε ξεχωρίσει για την αλήθεια που πήγαζε από τα εσώψυχά του. Ήταν η ανάγκη του και ήθελε να τη μοιραστεί. Πιθανόν η τελική επιλογή όσων ψήφισαν να είχε συναισθηματικό υπόβαθρο, να ήταν παντελώς υποκειμενική. Δεν αποκλείεται να διαδραμάτισε ρόλο η ταυτότητα του δημιουργού, η φήμη και η πορεία που κουβαλούσε, το background. Ίσως έπρεπε να γίνει έτσι.
Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα ήταν αυτό κι αμφισβητήθηκε ελάχιστα από λίγους. Ο ανταγωνισμός (Garden Party, Lou, Negative Space, Revolting Rhymes) αναγκάστηκε να υποκλιθεί στο μεγαλείο του ανθρώπου, δυο χρόνια προτού το νήμα της ζωής του κοπεί τόσο απότομα και αναπάντεχα κατά τη σύγκρουση του ιδιόκτητου ελικοπτέρου σε καλιφορνέζικο λόφο.
Ένα ποίημα που έγινε φιλμ
Το «Dear Basketball» ήταν για τον Bryant μια προσωπική κατάθεση ψυχής, η οποία είχε λάβει πλήρη μορφή και συμπαγή υπόσταση. Ήταν η σύλληψη μιας ιδέας που περιεργαζόταν από την ημέρα που σταμάτησε το μπάσκετ, μια έμπνευση που δεν εγκατέλειψε ποτέ συνεχίζοντας να το πιστεύει.
Ήταν ένα πρότζεκτ που έφερε την υπογραφή του σε κάθε στάδιό του, ο παλμός της καρδιάς του χτυπούσε σε κάθε ένα από τα σκιτσαρισμένα πλάνα επί της οθόνης.
Το μικρού μήκους φιλμ είχε ως πυρήνα εκείνο το αποχαιρετιστήριο γράμμα του Kobe στο Player’s Tribune που είχε δημοσιευτεί στις 29 Νοεμβρίου του 2015. Προτού ακολουθήσει η αποθέωση σε κάθε γήπεδο που επισκεπτόταν ως αντίπαλος.
Ήταν μια ελεγεία 300 λέξεων για το παιδικό σκίρτημα που ο Bryant αισθάνθηκε για το μπάσκετ και το οποίο μετεξελίχθηκε σε μια απόλυτη σχέση ζωής. Ήταν η ερωτική εξομολόγηση ενός πιτσιρικά που όσο μεγάλωνε τόσο ωρίμαζε και νομοτελειακά έφτανε στην κορύφωση. Με κινητήριο δύναμη την πορτοκαλί μπάλα ο μικρός πρίγκιπας του παραμυθιού δεν είχε ανάγκη από έναν φλεγόμενο κομήτη για να κατακτήσει τον κόσμο. Το ‘χε καταφέρει.
Ο Glen Keane είχε αναλάβει την «εικονοποίηση» των λέξεων του Bryant και μέσα από την έμπειρη σκηνοθετική ματιά του παρέδωσε στο κοινό ένα αποτέλεσμα που γέννησε μια κληρονομιά. Ο Bryant είχε γίνει ένας υπερήρωας του σινεμά. Δεν κρυβόταν πίσω από μια διπλή ταυτότητα, ούτε φορούσε στολή και έσωζε τον κόσμο. Ήταν ένας θνητός που άγγιζε το ανέφικτο, που ζούσε το όνειρό του χάρη στην αδιάκοπη προσπάθεια αυτοβελτίωσης και μετέτρεψε την ανθρώπινη φύση του σε μια θεία υπόσταση.
Ήταν ένα παράδειγμα. Ήταν το παράδειγμα. Γιατί ο Kobe μιλούσε στο μπάσκετ σαν «ένα 6χρονο παιδί βαθιά ερωτευμένο μαζί σου». Ένα παιδί που «δεν είδα ποτέ το τέλος του τούνελ, αλλά έβλεπα μονάχα τον εαυτό μου να βγαίνει από ένα». Ένα παιδί που «σου έδωσα την καρδιά μου». Ένα παιδί που «έπαιξα με ιδρώτα και με πόνο, όχι μόνο επειδή η πρόκληση με καλούσε, αλλά επειδή εσύ με προσκάλεσες». Ένα παιδί που «έκανα τα πάντα για εσένα» διότι έτσι πρέπει να κάνεις όταν κάτι σε κάνει να αισθάνεσαι ζωντανός.