Δεν ήταν πολύ καιρό πριν που ο Πολ Τζιαμάτι θεωρείτο το μεγάλο φαβορί στην κατηγορία του Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου λόγω της ερμηνείας του στα «Παιδιά του χειμώνα» του Αλεξάντερ Πέιν όπου υποδύεται έναν ιδιότροπο και αφόρητο για τους σπουδαστές του, καθηγητή, στη Μασαχουσέτη του 1970. Τα προγνωστικά που τον ήθελαν να προηγείται έχουν πια υποχωρήσει, συνυπολογίζοντας στην εξίσωση της κατηγορίας για τις σοκαρικές υποψηφιότητες Α΄ Ανδρικού Ρόλου τη σαρωτική ορμή του «Οπενχάιμερ», που διεκδικεί 13 υποψηφιότητες και οδεύει προς μία σαφέστατα καλή συγκομιδή Όσκαρ, η οποία κάθε άλλο παρά αφήνει εκτός τον πρωταγωνιστή Κίλιαν Μέρφι. Εξ ου και η νίκες του Μέρφι στις Χρυσές Σφαίρες και στα βραβεία SAG του Σωματείου Αμερικανών Ηθοποιών, δεν αποτελούν καθόλου έκπληξη.
Πολ Τζιαμάτι
Αν σταθούμε στην «περίπτωση Τζιαμάτι», καταγράφουμε ότι 20 χρόνια μετά την εκτόξευσή του στη σφαίρα της αναγνωρισιμότητας με την ανεξάρτητη ταινία δρόμου «Πλαγίως» του Πέιν, ο αγαπητός δευτεραγωνιστής έχει περάσει με άνεση στην αντίπερα όχθη των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων που αναλαμβάνει, χάρη και στην επί χρόνια στιβαρή του παρουσία στον πρώτο ρόλο της σειράς «Billions» (2016-2023).
Οικείος όσο ο «άνθρωπος της διπλανής πόρτας», καθόλου όμορφος αλλά με ταμπεραμέντο που ξεπερνάει την απουσία λάμψης πάνω του, ο Τζιαμάτι, 56 χρονών σήμερα, συνηθίζει να περιβάλλει με ζεστασιά και ερμηνευτική συγκρότηση τους χαρακτήρες που υποδύεται. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και στην ταινία του Ελληνοαμερικανού Πέιν που του χάρισε τη δεύτερη του υποψηφιότητα για Όσκαρ, μετά από εκείνη για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για το Cinderella Man (2005). Θα έμοιαζε ταιριαστό, λοιπόν, φέτος η Ακαδημία Κινηματογράφου να του αναγνωρίσει μια σειρά ιδιοσυγκρασιακών χαρακτήρων στην οθόνη που τον καθορίζουν ως ηθοποιό.
Κίλιαν Μέρφι
Όμως στον αντίποδα, ο γαλανομάτης Ιρλανδός Κίλιαν Μέρφι με το χαμαιλεοντικό, ψυχρό και υφέρπων killer instinct που τον διακρίνει (εξ ου και οι ρόλοι ‘’κακών’’ που έχει με επιτυχία υποδυθεί σε μπλοκμπάστερ, όπως το Batman Begins), είναι ένας πολύ δυνατός αντίπαλος. Σχεδόν μια δεκαετία νεότερος από τον Τζιαμάτι, ο Μέρφι (μην ξεχνάμε την ευχέρειά του να ελίσσεται ανάμεσα σε εσχατολογικά θρίλερ, όπως το 28 Μέρες Μετά, φορτισμένα πολιτικά ιρλανδικά δράματα σαν το Ο άνεμος Χορεύει το Κριθάρι του Κεν Λόουτς και τηλεοπτικά σουξέ, όπως η γκανγκστερική σειρά «Peaky Blinders»), διεκδικεί φέτος την πρώτη του οσκαρική υποψηφιότητα υποδυόμενος με παροιμιώδη διττότητα μια αμφιλεγόμενη ιστορικά προσωπικότητα, τον Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, ο οποίος εφυήρε την ατομική βόμβα.
Υποχρεωτικά πολύ αδυνατισμένος για να μοιάζει με τον αληθινό Οπενχάιμερ, με φορτισμένο βλέμμα που ενέχει τη συνείδηση της ευθύνης, της ηθικής και της ενοχής, ο Μέρφι φέρνει εις πέρας τον ερμηνευτικό αυτό άθλο, μπαίνοντας στο σώμα ενός πραγματικού προσώπου που επηρέασε τη ροή της ανθρώπινης ιστορίας.
Καθόλου παράξενο να του αναγνωρίσουν τα μέλη της Ακαδημίας Κινηματογράφου το κινηματογραφικό του θάρρος, τώρα που και οι Αμερικανοί ηθοποιοί του έδειξαν την προτίμησή τους στα ‘’δικά τους’’ SAG, προσπερνώντας τον ‘’δικό τους’’ Πολ Τζιαμάτι. Ο Τζιαμάτι έχει συγκεντρώσει μέχρι σήμερα 3 περίοπτα βραβεία από το Σωματείο των Ηθοποιών, ωστόσο φέτος το Σωματείο υπέδειξε ως νικητή των Όσκαρ τον Κίλιαν Μέρφι.
Κι αν τα 160.000 μέλη που ψηφίζουν για τα βραβεία SAG θεωρητικά ωχριούν μπροστά στα 9.500 μέλη της Ακαδημίας Κινηματογράφου, τα οποία στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν είναι ηθοποιοί, η φετινή επιλογή των SAG που ανέδειξε τον Μέρφι, υποδεικνύει πολλά χρήσιμα συμπεράσματα σε σχέση με την καθολική αποδοχή του βιογραφικού-ιστορικού δράματος «Οπενχάιμερ» στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, όπως αυτή, επίσης, αποκρυσταλλώνεται στις 13 του οσκαρικές υποψηφιότητες και στην ασταμάτητη συγκομιδή βραβείων παραμονές της 96ης απονομής των Όσκαρ.