«Ο βίαιος επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανία επανέφερε τον πόλεμο υψηλής έντασης στην Ευρώπη. Έπειτα από δεκαετίες υποχρησιμοποίησης, πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο στην άμυνα, αλλά πρέπει να το κάνουμε καλύτερα και από κοινού», δήλωσε ο Ζοζέπ Μπορέλ (Josep Borrell), ο κορυφαίος διπλωμάτης της ΕΕ, κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αναμόρφωση της αμυντικής βιομηχανίας
Σε μια παρουσίαση που σύμφωνα με το politico «έσπασε τα ταμπού», κορυφαίοι αξιωματούχοι της ΕΕ παρουσίασαν το σχέδιό τους για μια εκ βάθρων αναμόρφωση της αμυντικής βιομηχανίας της Ευρώπης και έθεσαν πέντε σημεία – στόχους για τη νέα στρατηγική τους:
α)Οι ευρωπαϊκές χώρες μέλη να αγοράζουν περισσότερα όπλα από κοινού και λιγότερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες
β)να συμπεριλάβουν πλήρως την Ουκρανία στους κόλπους της ΕΕ,
γ)να επιδιώξουν και να επιτεύξουν με ασφάλεια τον αμυντικό τους εφοδιασμό,
δ)να χρηματοδοτήσουν και να συνεχίσουν να παράγουν τα όπλα της ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης της ζήτησης
ε) να μειώσουν τη γραφειοκρατία για τα ευρωπαϊκά αμυντικά έργα κοινού ενδιαφέροντος.
Πολλές ιδέες – λίγα χρήματα
Μέχρι στιγμής, ωστόσο, αυτές οι καλές προθέσεις συνοδεύονται από πολύ λίγα μετρητά – μόνο 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Επενδύσεων στην Άμυνα (EDIP). Αυτό είναι «όχι πολλά χρήματα», εκτίμησε η εκτελεστική αντιπρόεδρος της Επιτροπής Μαργκρέτε Βεστάγκερ (Margrethe Vestager).
Ενώ η Επιτροπή μπορεί να έχει πολλές και καλές ιδέες, η υλοποίησή τους πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και τα κράτη – μέλη, τα οποία, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το politico, ιστορικά προστατεύουν την εθνική τους κυριαρχία όταν πρόκειται για στρατιωτικές και οπλικές δαπάνες.
Προς αύξηση του ευρωπαϊκού αμυντικού υλικού έναντι του αμερικανικού
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προτρέπει τα κράτη – μέλη της ΕΕ να προμηθεύονται τουλάχιστον 40% του αμυντικού εξοπλισμού με συλλογικό τρόπο έως το 2030, να διασφαλίσουν ότι οι αγορές αμυντικού υλικού εντός της ΕΕ θα αντιπροσωπεύει το 35% της αξίας της αμυντικής αγοράς της ΕΕ, ενώ ζητεί από τους «27» να σημειώσουν πρόοδο ώστε το 50% του αμυντικού προϋπολογισμού τους να αφορά ευρωπαϊκό αμυντικό υλικό, μέχρι το 2030 και 60% μέχρι το 2035.
Δεν έλειψαν οι επικρίσεις
Ωστόσο δεν έλλειψαν οι επικρίσεις από ανώτερους διπλωμάτες της ΕΕ. Οι παρεμβάσεις τους είχαν ως αποτελέσμα διευκρινίσεις από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία διεκυρίνισε ότι το σχέδιο της δε συνιστά ούτε αρπαγή εξουσίας ούτε προσπάθεια αλλαγής των συνθηκών: «Τα θέματα αυτά είναι στα χέρια των κρατών μελών και όχι της Επιτροπής. Εμείς απλώς παρέχουμε τα εργαλεία», δήλωσε ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν.
Η Μαργκρέτε Βεστάγκερ στην ίδια κατεύθυνση δήλωσε πως οι ιδέες κυοφορούνται εδώ και μήνες και θα περάσουν χρόνια μέχρι να τεθούν πλήρως σε ισχύ – αλλά σηματοδοτούν ένα «ορόσημο» για την αμυντική πολιτική της Ευρώπης. Ακολουθούν πέντε συμπεράσματα από τις προτάσεις:
Τα Πέντε συμπεράσματα από τη νέα ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική
1. Δεν είναι καλά νέα για την αμερικανική βιομηχανία όπλων
Ένας από τους ευρωπαϊκούς στόχους της νέα αμυντικής στρατηγικής είναι να διασφαλιστεί ότι οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα αγοράζουν λιγότερα όπλα από τους Αμερικανούς.
Τον Σεπτέμβριο, δήλωσαν αρκετοί αξιωματούχοι, οι Γάλλοι και οι γραφειοκράτες της ΕΕ τρομοκρατήθηκαν από μια μελέτη που διεξήγαγε η γαλλική δεξαμενή σκέψης IRIS, η οποία έδειχνε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών πήγαινε σε εργολάβους εκτός του ευρωπαϊκού μπλοκ.
Οι Βρυξέλλες επιθυμούν τώρα το ήμισυ των εθνικών προϋπολογισμών για αμυντικές προμήθειες να πηγαίνει σε τοπικές εταιρείες έως το 2030, με αύξηση στο 60% έως το 2035. Επί του παρόντος, σχεδόν το 80 τοις εκατό των όπλων αγοράζεται από ξένες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένου άνω του 60 τοις εκατό από τις ΗΠΑ, δήλωσε η Επιτροπή.
Ερωτηθείς από το POLITICO αν η στρατηγική της ΕΕ είναι κακή είδηση για την αμερικανική αμυντική βιομηχανία, η Vestager δήλωσε ότι θα υπάρχουν αρκετές συμφωνίες όπλων για όλους: «Η Ευρώπη θα είναι πιο αυτάρκης, αλλά προφανώς όχι πλήρως αυτάρκης».
Ωστόσο, ο Μπρετόν, πολύ πιο επικριτικός απέναντι στην εξάρτηση από την Ουάσινγκτον, απάντησε ότι η αμερικανική αμυντική βιομηχανία δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες της Ευρώπης, ιδίως όσον αφορά τα πυρομαχικά. «Σε πολλά τμήματα πρέπει να κάνουμε τη δουλειά μόνοι μας. Αυτό είναι που ονομάζεται αμυντική ετοιμότητα και στρατηγική αυτονομία. Αλλά φυσικά το κάνουμε αυτό και με τους συμμάχους μας», δήλωσε.
Η Επιτροπή θέλει επίσης να διευκολύνει τις ευρωπαϊκές εταιρείες όπλων να πραγματοποιούν πωλήσεις, αντιγράφοντας το αμερικανικό σύστημα, όπου τα αποθέματα όπλων είναι διαθέσιμα για ταχύτερες παραδόσεις στους πελάτες. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγαλύτερο ανταγωνισμό για τις αμερικανικές εταιρείες.
2. Απαιτείται γενναία χρηματοδότηση
Η Επιτροπή έχει διαθέσει 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ για το EDIP μέχρι το 2027, αλλά οι αξιωματούχοι της ΕΕ παραδέχονται ότι αυτό δεν είναι αρκετό για τα προβλεπόμενα. Ο Μπρετόν επιθυμεί ένα αμυντικό ταμείο ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ωστόσο, η Κομισιόν προωθεί κάποια σχέδια για την εξασφάλιση χρηματοδότησης, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων «να αλλάξει την πολιτική δανεισμού της», ώστε να επιτρέψει επενδύσεις στην άμυνα (κάτι που δεν επιτρέπεται σήμερα).
Μια άλλη επιλογή είναι οι χώρες να δανείζονται ό,τι χρειάζονται για να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους βιομηχανίες, αλλά αυτό διχάζει την ΕΕ. Η Γαλλία, μαζί με την Πολωνία και την Εσθονία, υποστηρίζουν την ιδέα, ενώ η Γερμανία και άλλες χώρες είναι επιφυλακτικές.
Υπάρχει μια «πιθανή περίπτωση τέσσερα ή πέντε κράτη μέλη να ενωθούν … μαζί για ένα πρόγραμμα συνεργασίας στους τομείς των εξοπλισμών» δήλωσε αξιωματούχος της ΕΕ.
Αλλά το να πείσουμε χώρες με διαφορετική πιστοληπτική ικανότητα να εκδώσουν κοινό χρέος δεν θα είναι εύκολο, σημείωσαν δύο διπλωμάτες.
Μια άλλη οδός για επιπλέον μετρητά θα μπορούσε να είναι τα έκτακτα κέρδη από τα δισεκατομμύρια των κατασχεμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, ο Borrell έσπευσε να σβήσει αυτή την επιλογή, λέγοντας στους δημοσιογράφους την Τρίτη ότι οι εθνικές κυβερνήσεις δεν έχουν καταλήξει σε καμία συμφωνία σε αυτό το σημείο.
3. Ανάγκη επικάλυψης της καταναλωτικής παραγωγής από την στρατιωτική
Είχαμε το ASAP για τις επιδοτήσεις πυρομαχικών και το EDIRPA για την ενίσχυση των κοινών προμηθειών- τώρα η Επιτροπή θέλει να βάλει σε τροχιά και το FAST – το Ταμείο για την επιτάχυνση του μετασχηματισμού των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα της άμυνας.
Η δεξαμενή μετρητών απευθύνεται σε μικρότερες και μεσαίας κεφαλαιοποίησης επιχειρήσεις οι οποίες, όπως ελπίζεται, θα χρησιμοποιήσουν το βάρος του μπλοκ για να επεκτείνουν τις γραμμές εφοδιασμού τους για την παραγωγή οπλισμού, αλλά δεν είναι σαφές πώς αυτό θα συμβεί στην πράξη.
Υπάρχει, ωστόσο, δέσμευση να βρεθεί τρόπος να βοηθηθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πριν από τη στερέωση του επόμενου προϋπολογισμού της ΕΕ μέσω ενός προγράμματος αμυντικής καινοτομίας (EUDIS), το οποίο θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις να βρουν επενδύσεις και πελάτες για έργα που διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατόν να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες.
Υπάρχει επίσης ένα σχέδιο για την εξεύρεση τρόπων με τους οποίους οι πολιτικές γραμμές παραγωγής θα μπορούσαν να μετατραπούν γρήγορα σε γραμμές παραγωγής στρατιωτικών προϊόντων. Τέτοιου είδους πρωτοβουλίες θα είναι αμφιλεγόμενες στις εθνικές πρωτεύουσες που είναι επιφυλακτικές για την απώλεια του ελέγχου βασικών βιομηχανιών.
Παρ’ όλα αυτά, θα είναι απαραίτητο να βρεθούν επικαλύψεις μεταξύ της καταναλωτικής και της στρατιωτικής παραγωγής, προκειμένου να δημιουργηθούν τα εργοστάσια που απαιτούνται για να διατηρηθεί η στρατιωτική παραγωγή σε ετοιμότητα ακόμη και αν η ζήτηση υποχωρήσει – γνωστή ως «αειθαλής» παραγωγή.
4. Μαζί με το ΝΑΤΟ και όχι σε αντιπαράθεση
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν είναι το μόνο υπερεθνικό όργανο που έχει εκπονήσει ένα σχέδιο για την αμυντική βιομηχανία. Κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής της συμμαχίας στο Βίλνιους το περασμένο καλοκαίρι, οι ηγέτες συμφώνησαν σε ένα σχέδιο δράσης για την αμυντική παραγωγή με στόχο την ενίσχυση των κοινών προμηθειών και της παραγωγικής ικανότητας.
«Αν αυτή η νέα αποκαλυπτική στρατηγική θεωρηθεί συμπληρωματική, είναι ένα πράγμα, αλλά αν θεωρηθεί αντιφατική [με τη στρατηγική του ΝΑΤΟ], αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μικρό πολιτικό πρόβλημα», δήλωσε ο Robert Pszczel, πρώην αξιωματούχος του ΝΑΤΟ και ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο Ανατολικών Μελετών της Πολωνίας.
Ανώτερος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ δήλωσε ότι τα σχέδια της ΕΕ για περισσότερη χρηματοδότηση είναι ευπρόσδεκτα – αλλά ο οργανισμός παρακολουθεί στενά για να δει αν η ΕΕ θα προωθήσει θέματα όπως τα δικά της πρότυπα για τα όπλα, επισημαίνοντας την αναφορά του εγγράφου της ΕΕ για την ανάγκη να «προωθηθεί η χρήση συμφωνημένων πολιτικών ή αμυντικών προτύπων, όπως αυτών του ΝΑΤΟ».
Πρόσθεσε ότι η ΕΕ θα πρέπει να επικεντρωθεί μόνο στα πρότυπα του ΝΑΤΟ, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα των χωρών της ΕΕ ανήκει στη συμμαχία. «Η διάδοση διαφορετικών προτύπων θα δημιουργήσει κινδύνους – και κινδύνους για τους στρατιώτες», δήλωσε ο αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι αυτό θα πρέπει να παραμείνει «βασική αρμοδιότητα του ΝΑΤΟ».
Ο Μπρετόν παραμέρισε τις ανησυχίες ότι η στρατηγική θα μπορούσε να συγκρουστεί με το ΝΑΤΟ. «Όλα αυτά γίνονται σε στενή συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Τα πρότυπα που αναπτύσσουμε στην Ευρώπη είναι πρότυπα του ΝΑΤΟ», δήλωσε.
5. Η Ουκρανία αντιμετωπίζεται ως οιονεί μέλος της ΕΕ
Ένα από τα βασικά σημεία της Επιτροπής είναι ότι η Ουκρανία θα αντιμετωπιστεί σχεδόν σαν μέλος της ΕΕ και θα μπορεί να συμμετέχει στις κοινές προμήθειες της ΕΕ.
«Η Ουκρανία θα είναι σε θέση να επωφεληθεί από την υποστήριξη αυτής της στρατηγικής για την αμυντική της βιομηχανία και να αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα όπως κάθε ευρωπαϊκή εταιρεία», δήλωσε ο Breton, προσθέτοντας ότι «ο στόχος είναι να προετοιμαστεί η ενσωμάτωση του αμυντικού παραγωγικού μηχανισμού της Ουκρανίας με αυτόν της Ευρώπης».
Η Μαργκρέτε Βεστάγκερ πρόσθεσε: «Είναι ένα μήνυμα για το μέλλον της Ουκρανίας ως μέλος της ΕΕ».
Ικανοποίηση Κιέβου από το νέο αμυντικό ευρωπαϊκό σχέδιο
«Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι το μελλοντικό σύστημα ασφαλείας της ενωμένης Ευρώπης οικοδομείται σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη τη μελλοντική διαδικασία ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ», δήλωσε το ουκρανικό υπουργείο Άμυνας.