Η αυλαία μιας από τις μεγαλύτερες ποινικές δίκες στα χρονικά της Ολλανδίας έπεσε πριν από μερικές ημέρες στο δικαστήριο υψίστου ασφαλείας, που είναι γνωστό ως De Bunker (Το Καταφύγιο), στο Άμστερνταμ.
Βαριά οπλισμένοι αστυνομικοί φρουρούσαν το δικαστήριο και την ευρύτερη περιοχή, ενώ τα ονόματα των δικαστών αποτελούν επτασφράγιστο μυστικό και τα πρόσωπά τους καλύφθηκαν στα τηλεοπτικά στιγμιότυπα από την ανακοίνωση της ετυμηγορίας. Η δικαστική απόφαση για την «Υπόθεση Μαρένγκο», όπως αποκαλείται στην Ολλανδία (το όνομα επιλέχθηκε τυχαία από πρόγραμμα υπολογιστή), χαιρετίστηκε διεθνώς ως πλήγμα σε ένα από τα μεγαλύτερα καρτέλ, αν και τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης καταδικάσθηκαν για δολοφονίες, όχι για εμπορία ναρκωτικών.
Τα «μεγάλα κεφάλια»
Ο αρχηγός του συνδικάτου του εγκλήματος, που είναι γνωστό ως Mocro Maffia, Ριντουάν Ταγκί, καθώς και δυο ηγετικά μέλη της συμμορίας καταδικάστηκαν σε ισόβια για 10 δολοφονίες. Ακόμα 14 άτομα καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης έως 29 χρόνια. Η συμμορία, μια «καλολαδωμένη μηχανή φόνων» σύμφωνα με τον πρόεδρο του δικαστηρίου, με επικεφαλής τον 46χρονο μαροκινής καταγωγής Ταγκί, έκλεινε το στόμα εκείνων που τολμούσαν να μιλήσουν στις αρχές για τη δράση του καρτέλ ενώ έβγαζε από τη μέση και άλλους αντιπάλους σε ξεκαθαρίσματα μαφιόζικων λογαριασμών στην Ολλανδία καθώς και στο εξωτερικό. Όταν συνελήφθη το 2019 στο Ντουμπάι, ο Ταγκί ήταν ο υπ΄ αριθμόν ένα καταζητούμενος στην Ολλανδία, επικηρυγμένος για 100.000 ευρώ. Οι αρχές εκτιμούν ότι πιθανώς τα θύματά του είναι πολύ περισσότερα.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρέδωσε στις ολλανδικές αρχές η αμερικανική υπηρεσία δίωξης ναρκωτικών DEA, ο Ταγκί ήταν ένα από τα «μεγάλα κεφάλια» διεθνούς δικτύου διακίνησης ναρκωτικών, μαζί με τον Ραφαέλε Ιμπεριάλε της ιταλικής Καμόρα (που συνελήφθη το 2021, επίσης στο Ντουμπάι), τον Ιρλανδό Ντάνιελ Κίναχαν και τον Βόσνιο Εντιν Γκατσάνιν. Το καρτέλ είχε αποκτήσει το μονοπώλιο της κοκαΐνης από το Περού και ήλεγχε το ένα τρίτο της διακίνησης κοκαΐνης στην Ευρώπη μέσω ολλανδικών λιμανιών. Η αμερικανική υπηρεσία κατέγραψε συναντήσεις των τεσσάρων ναρκεμπόρων σε μεγάλο ξενοδοχείο του Ντουμπάι το 2017.
Οι διωκτικές αρχές παρακολουθούσαν τα τηλέφωνα και τα κρυπτογραφημένα μηνύματα μελών της συμμορίας στο δίκτυο SkyECC, όμως η αλυσίδα της σιωπής έσπασε τον Μάρτιο του 2019 όταν ένας από τους υπόπτους, ο Ναμπίλ Μπ., κατέθεσε εναντίον του Ταγκί. Λίγες ημέρες αφότου ανακοινώθηκε από την εισαγγελία ότι ο Ναμπίλ Μπ. συνεργάζεται με τις αρχές, δολοφονήθηκε ο αδελφός του, Ραντουάν, και πέντε μήνες αργότερα ο δικηγόρος του, Ντερκ Βίρσουμ.
Απανωτές δολοφονίες
Ακολούθησε η δολοφονία του ερευνητή δημοσιογράφου Πέτερ ντε Βρις με σφαίρα στο κεφάλι, κατά την έξοδό του από το στούντιο του τηλεοπτικού σταθμού RTL στο Άμστερνταμ, στις 6 Ιουλίου 2021. Ο δημοσιογράφος ερευνούσε την υπόθεση, υποστήριζε τον βασικό μάρτυρα και είχε πάει στο στούντιο ως καλεσμένος σε τηλεοπτική εκπομπή. Τα μέλη τηςσυμμορίας δεν καταδικάστηκαν για το φόνο του Πέτερ ντε Βρις, κρίθηκαν όμως ένοχοι για τη δολοφονία του blogger Μάρτιν Κοκ το 2016. Ο Κοκ είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για φόνο, διατηρούσε επαφές με τον υπόκοσμο πιθανώς και με διωκτικές αρχές, και είχε αναφερθεί στη δράση της συμμορίας κατονομάζοντας τους ηγέτες της.
Παρότι η ολλανδική Δικαιοσύνη κατάφερε ένα μεγάλο πλήγμα στη συγκεκριμένη συμμορία, μέλη ή συνεργάτες της συνεχίζουν τη δράση τους σε όλο τον κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και μέσα από τη φυλακή ο Ταγκί, επικοινωνούσε με τον έξω κόσμο και έδινε κατευθύνσεις σε συνεργάτες του τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι του 2022. Για αυτές τις επικοινωνίες είχε ενημερώσει τις ολλανδικές αρχές η αμερικανική DEA εκτιμώντας ότι ο Ταγκί είχε δωροδοκήσει έναν ή περισσότερους σωφρονιστικούς υπαλλήλους.
Η «νονά της κοκαΐνης»
Τουλάχιστον ένας από τους συνεργάτες του, ο 32χρονος Τζος Λέιζντεκερς, καταζητούμενος για διακίνηση τόνων κοκαΐνης και μεγάλης ποσότητα χρυσού, πιστεύεται ότι έχει βρει καταφύγιο στην Τουρκία, απολαμβάνοντας τα προνόμια της «χρυσής βίζας» που εξασφάλισε επενδύοντας στη χώρα 400.000 δολάρια, ένα μικρό ποσοστό των κερδών από την εγκληματική δράση του.
Ενοχοποιητικά στοιχεία για τον Λέιζντεκερς, ανάμεσα τους εικόνες από το βασανισμό μιας γυναίκας, είχαν βρεθεί στο κινητό τηλέφωνο του Ριντουάν Ταγκί. Πιστεύεται ότι το θύμα ήταν η Ναΐμα Τζιλάλ, η αποκαλούμενη και «νονά της κοκαΐνης». Η Τζιλάλ εξαφανίστηκε το 2019 στο Άμστερνταμ, εν μέσω φημών ότι κάποια από τις συμμορίες την θεωρούσε υπεύθυνη για την «εξαφάνιση» ενός μεγάλου φορτίου κοκαΐνης. Η 56χρονη Τζιλάλ, μαροκινής καταγωγής, είχε ρόλο μεσολαβητή ανάμεσα στα καρτέλ της Λατινικής Αμερικής και της Ευρώπης, για τη μεταφορά τόνων κοκαΐνης σε εμπορευματοκιβώτια για φρούτα.