Το Ιράν διεξάγει κοινοβουλευτικές εκλογές την 1η Μαρτίου, τις πρώτες μετά από την εξέγερση που σάρωσε τη χώρα το 2022 με αφορμή τη δολοφονία της Μάχσα Αμίνι και με αίτημα τον τερματισμό της διακυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Το καθεστώς κατέπνιξε βίαια τις συγκεκριμένες διαδηλώσεις, όμως το αίτημα για μεταρρυθμίσεις παραμένει, με πολλούς Ιρανούς να βλέπουν το μποϊκοτάρισμα των εκλογών ως έναν τρόπο διαμαρτυρίας.

Άλλωστε, οι εκλογές στο Ιράν δεν θεωρούνται ούτε ελεύθερες ούτε δίκαιες, σύμφωνα με τους παρατηρητές, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, λόγω της θολής διαδικασίας ελέγχου των υποψηφίων από το Συμβούλιο των Φρουρών της Επανάστασης.

Συγκεκριμένα, το καθεστώς κατηγορείται ουσιαστικά πως αφαιρεί το στοιχείο της επιλογής από τους πολίτες, καθώς περιορίζει τις επιλογές τους σε υποψηφίους που το ίδιο έχει προεγκρίνει ως κατάλληλους για τη Ματζλίς, την ιρανική βουλή.

Όταν πια εγκρίνονται οι υποψήφιοι από το καθεστώς, από κει και μετά οι εκλογές είναι ελεύθερες – όμως έχουν «κοπεί» αυτοί που δεν είναι αρεστοί πολύ νωρίτερα.

Επιπλέον, στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, τα ονόματα των τελικών υποψηφίων ανακοινώθηκαν λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν από την ψηφοφορία της 1ης Μαρτίου και η προεκλογική εκστρατεία ξεκίνησε 10 ημέρες πριν από αυτήν. Έτσι λοιπόν, για τους Ιρανούς που σκοπεύουν να ψηφίσουν, υπάρχει ελάχιστος χρόνος για να μάθουν για τους υποψηφίους και να κατανοήσουν τα ζητήματα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν εφόσον εκλεγούν. Για όσους, δε, μποϊκοτάρουν την ψηφοφορία, η ανακοίνωση των υποψηφίων την τελευταία στιγμή και η βιαστική προεκλογική εκστρατεία αποτελούν ακόμη ένα λόγο για να επικρίνουν την λειτουργία της δημοκρατίας στο Ιράν.

Η αποχή ως πράξη διαμαρτυρίας

Υπό αυτές τις συνθήκες, η προσέλευση στις εκλογές αναμένεται να είναι χαμηλή, ειδικά στην πρωτεύουσα, την Τεχεράνη και άλλες μεγάλες πόλεις, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις της ίδιας της κυβέρνησης, όπως αυτές προβάλλονται στα ιρανικά μέσα ενημέρωσης. Οι φετινές βουλευτικές εκλογές «αναμένεται να έχουν τη χαμηλότερη προσέλευση στην 45χρονη ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας», δήλωσε η Χόλι Ντάγκρες από το Atlantic Councli στο CNN.

Ωστόσο, ακριβώς για αυτό το λόγο οι εκλογές είναι σημαντικές: η προσέλευση των ψηφοφόρων εκλαμβάνεται τόσο από τους υποστηρικτές όσο και από τους επικριτές του καθεστώτος ως βαρόμετρο για τη νομιμοποίηση των πολιτικών της κυβέρνησης.

Καθώς λοιπόν ενδεχόμενη μεγάλη αποχή αφαιρεί από αυτή τη νομιμοποίηση, το Ιράν προσπαθεί να ενισχύσει την προσέλευση ενόψει των βουλευτικών εκλογών της 1ης Μαρτίου. Για να το κάνει αυτό, προσπαθεί μεταξύ άλλων να εμπνεύσει μια αίσθηση καθήκοντος στους Ιρανούς εν μέσω του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα.

Μάλιστα, ο ανώτατος ηγέτης Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ αυτόν τον μήνα κάλεσε τους Ιρανούς να παρουσιαστούν στα εκλογικά τμήματα, γράφοντας στο X ότι «οι εκλογές είναι ο κύριος πυλώνας της Ισλαμικής Δημοκρατίας». Προειδοποίησε τους Ιρανούς ότι ο εχθρός τους θα επιδιώξει να τους αποθαρρύνει από το να ψηφίσουν, και παρουσίασε την ψήφο ως ευθύνη και μια μορφή αντίστασης.

«Όλοι θα πρέπει να αντιληφθούν ότι η εκπλήρωση των (εκλογικών) καθηκόντων είναι μια πράξη τζιχάντ στην αντιμετώπιση του εχθρού, γιατί (ο εχθρός) δεν θέλει να εκπληρωθούν αυτά τα καθήκοντα», ανέφερε επιπλέον ο Χαμενεΐ στους Tehran Times.

Οι όποιες εκκλήσεις προς τους ψηφοφόρους όμως για να προσέλθουν στις κάλπες, πιθανόν να πέσουν στο κενό καθώς, πέρα από την καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας και τη δυσπιστία προς το καθεστώς, οι Ιρανοί παλεύουν και με μια προβληματική οικονομία.

Το συμβούλιο των εμπειρογνωμόνων και η διαδοχή του Χαμενεΐ

Μεγαλύτερη σημασία βέβαια, τουλάχιστον ως προς το αποτέλεσμά τους, έχουν οι εκλογές που διοργανώνονται παράλληλα με τις εκλογές για τη Βουλή και είναι αυτές για το συμβούλιο των εμπειρογνωμόνων, ένα σώμα 88 εδρών.

Το Σύνταγμα του Ιράν ορίζει ότι το συμβούλιο αυτό επιλέγει τον ανώτατο ηγέτη, την ανώτατη κληρική και πολιτική αρχή του Ιράν, ο οποίος έχει τον τελευταίο λόγο σε όλα τα βασικά κρατικά ζητήματα και υπηρετεί ως ανώτατος διοικητής των ενόπλων δυνάμεων. Το συμβούλιο των εμπειρογνωμόνων λειτουργεί επίσης ως συμβουλευτικό όργανο προς τον ανώτατο ηγέτη και μπορεί να τον εποπτεύει ή ακόμα και να τον καθαιρέσει, αν και αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ.

Ο σημερινός ανώτατος ηγέτης, ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, είναι 84 ετών και βρίσκεται στο ρόλο του για περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό πως το επόμενο συμβούλιο των εμπειρογνωμόνων που θα εκλεγεί την Παρασκευή, θα ορίσει τον διάδοχό του, σε περίπτωση που ο Χαμενεϊ πεθάνει ή δεν μπορεί να ασκήσει πλέον τα καθήκοντά του.

Το ενδιαφέρον λοιπόν είναι στραμμένο σε μεγάλο βαθμό εκεί, καθώς η πολιτική σε τομείς όπως οι εξωτερικές υποθέσεις και η πυρηνική ατζέντα, δεν καθορίζονται από την ιρανική βουλή αλλά από τον ανώτατο ηγέτη.