Η Άρτεμις και η Λίλα, η Λίλα και η Άρτεμις ανυπομονούσαν να συναντηθούν ξανά επαγγελματικά. Είχαν δουλέψει μαζί πριν από κάποια χρόνια, ανεβάζοντας το θεατρικό έργο του Τηλέμαχου Τσαρδάκα «Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια». Μαζί τους και τότε, ο Κωνσταντίνος Μπιμπής. «Είχαμε περάσει πολύ καλά τότε. Και η παράσταση είχε μια πολύ καλή πορεία, οπότε πάντοτε συζητούσαμε ότι θέλαμε να δουλέψουμε ξανά μαζί», είναι από τα πρώτα πράγματα που μοιράζεται μαζί μου η Άρτεμις Γρύμπλα. Καθισμένη δίπλα της, η Λίλα Μπακλέση συμφωνεί κι επαυξάνει.
Η κοινή τους επιθυμία τις οδήγησε στην αναζήτηση ενός έργου που θα τις ενέπνεε· μιας ιστορίας που θα τις αφορά και που θα ήθελαν να την διηγηθούν μαζί. «Προσανατολιζόμασταν κυρίως προς την σύγχρονη αγγλική δραματουργία. Επιπλέον, θέλαμε πάρα πολύ να δουλέψουμε με ένα κείμενο που να έχει γραφτεί από γυναίκα συγγραφέα», λέει η Λίλα. Η αναζήτηση δεν διήρκησε πολύ, μιας και στα χέρια τους έπεσε το ντεμπούτο – και πολυβραβευμένο – θεατρικό έργο της Βρετανής Rafaella Marcus.
Από την πρώτη στιγμή, αντιλήφθηκαν πως είχαν να κάνουν με ένα σπάνιο θεατρικό κείμενο: ζωντανό, σύγχρονο, ειλικρινές αλλά και με άφθονο χιούμορ. Έχοντας ζήσει αρκετά χρόνια στο Λονδίνο, η Άρτεμις και η Λίλα αποφάσισαν να το μεταφράσουν στα ελληνικά. Έτσι, πέρασαν το περασμένο καλοκαίρι μαζί δίπλα στη θάλασσα, δουλεύοντας καθημερινά, κάνοντας που και που κανένα διάλειμμα για καμιά βουτιά.
Όταν σχολιάζω πόσο ωραίο ακούγεται όλο αυτό, σταματούν, κοιτιούνται, χαμογελούν. «Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν ακριβώς όσο ειδυλλιακό ακούγεται. Δηλαδή, σχεδόν ιδρυματοποιηθήκαμε προκειμένου να κάνουμε τη μετάφραση», λέει η Άρτεμις. Παρόλα αυτά, «ναι, ένα μέρος της μετάφρασης έχει γίνει και στο Μεγανήσι», παραδέχονται.
Όσο για το έργο, αυτό είναι στην ουσία μια σύγχρονη αναδιήγηση του αρχαιοελληνικού μύθου της νύμφης Δάφνης και του θεού Απόλλωνα. Η «Δάφνη», όπως απέδωσαν τον τίτλο στα ελληνικά η Άρτεμις και η Λίλα, είναι ένα σύγχρονο παραμύθι που θίγει ανοιχτά το θέμα της βίας κατά των γυναικών αλλά και της σεξουαλικότητας τους, που πάντα θεωρείται ταμπού, και δεν θυμίζει τίποτα απ’ ότι έχουμε δει μέχρι στιγμής στο θέατρο.
«Όλοι οι μύθοι που εμείς μαθαίνουμε ως παιδιά ουσιαστικά αφηγούνται ιστορίες βίας κατά των γυναικών».
«Το ενδιαφέρον σε σχέση με τους αρχαιοελληνικούς μύθους όπως αυτός της Δάφνης είναι αυτό που λέει και η ίδια η Rafaella Marcus, η οποία ήρθε στην Αθήνα πριν δύο εβδομάδες και την είχαμε μαζί μας. Όλοι οι μύθοι που εμείς μαθαίνουμε ως παιδιά στον παιδικό σταθμό, διαβάζουμε στο σχολείο, μας λένε οι γονείς μας, ουσιαστικά αφηγούνται ιστορίες βίας κατά των γυναικών, μιλούν για βιασμούς και κακοποίηση», εξηγεί η Λίλα.
Ωστόσο, την στιγμή που στην σύγχρονη ξένη λογοτεχνία η αναδιήγηση μύθων από το παρελθόν ανθίζει και επαναφέρει καίρια ζητήματα στο τραπέζι των συζητήσεων, φωτισμένα εκ νέου, στην Ελλάδα το να αγγίξει έστω κανείς αυτές τις ιστορίες είναι πολύ δύσκολο. Είναι σχεδόν σίγουρο πως το αποτέλεσμα θα φέρει αντιδράσεις. «Ενδεχομένως να είναι θέμα κουλτούρας», λέει η Άρτεμις και συνεχίζει: «Στην Ελλάδα γενικότερα έχουμε ένα βάθρο στο οποίο εναποθέτουμε διάφορα “ιερά” πράγματα που δεν πρέπει να αγγίζουμε για κάποιο λόγο ούτε μέσα από την τέχνη».
Ταυτόχρονα, το έργο είναι και ένας queer αστικός μύθος για την αμφισεξουαλικότητα. Με επίκεντρο τις εμπειρίες των αμφισεξουαλικών γυναικών, οι οποίες έχουν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να πέσουν θύματα κακοποίησης σε σχέση με τις ετεροφυλόφιλες και ομοφυλόφιλες γυναίκες, αφηγείται την ιστορία μιας νέας γυναίκας, που αναγκάζεται να κρατά κρυφή την σεξουαλική της ταυτότητα εξαιτίας της προκατάληψης με την οποία αντιμετωπίζονται γυναίκες σαν και εκείνη, καμιά φορά ακόμα και μέσα στην ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.
Η επιλογή της αυτή όμως κάποια στιγμή την φέρνει αντιμέτωπη με εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις. Το βουβό ψέμα ριζώνει στο υποσυνείδητο και τον ψυχισμό της Δάφνης, μέχρι που αρχίζει να μεταμορφώνεται σε φυτό, το δέρμα της αρχίζει να μοιάζει με φλοιό που θυμίζει έκζεμα. Φυσικά, αυτή η μεταμόρφωση, αν και περιγράφεται τόσο γλαφυρά που δεν μπορεί κανείς να πει με απόλυτη σιγουριά πού εξαντλείται η πραγματικότητα, είναι μεταφορική.
«Η δική μας Δάφνη, όταν νιώθει ότι υφίσταται κακοποίηση είτε από την κοινωνία, είτε από κάποιον άνθρωπο, φαντασιώνεται ότι μεταμορφώνεται σε δέντρο και αυτό την βοηθά να ξεφύγει», λέει η Λίλα. «Όπως μας είπε και μία φίλη που δουλεύει σε μια δομή για κακοποιημένες γυναίκες, είναι πολύ κλασικός αμυντικός μηχανισμός. Πολλές γυναίκες, όταν εκ των υστέρων περιγράφουν τη στιγμή της κακοποίησής τους, το πρώτο πράγμα που λένε είναι ότι εκείνη τη στιγμή σκέφτονταν κάτι τελείως διαφορετικό, κάτι που τους προσέφερε μια απόδραση, έτσι ώστε να μπορέσουν να υπάρξουν και μετά από αυτό», συμπληρώνει η Άρτεμις.
Οι δυο τους μοιράζονται τον ρόλο της Δάφνης επί σκηνής – εξού και το «η δικής μας Δάφνη». Παρόλο που το πρωτότυπο κείμενο είναι γραμμένο ως μονόλογος, οι ίδιες πήραν την απόφαση να μοιράσουν το κείμενο και τον χαρακτήρα της Δάφνης ήδη από την διαδικασία της μετάφρασης. «Το αστείο είναι ότι και οι δύο, διαβάζοντάς το, θεωρήσαμε δεδομένο ότι θα κινηθούμε έτσι», παραδέχεται η Άρτεμις. «Και μάλιστα όταν ήρθε η συγγραφέας να δει την παράσταση μας, αυτό της έκανε εντύπωση. Το βασικό μας όμως άγχος δεν ήταν αυτό, αλλά το εάν το κοινό θα καταλαβαίνει αυτή την εναλλαγή. Ευτυχώς μέχρι στιγμής όλοι δείχνουν να ακολουθούν πολύ άνετα τι συμβαίνει και αυτό είναι μεγάλο κέρδος», συμπληρώνει η Λίλα.
Διανθισμένη με στιγμές απόλυτης αυτογνωσίας, η αφήγηση χωρά σε 70 λεπτά. Η ιστορία της Δάφνης εξιστορείται με ευαισθησία, χιουμοριστική σπιρτάδα αλλά και με την απαραίτητη δραματική ένταση που απαιτούν κάποιες σκηνές. Σε αυτό βοηθά και η σκηνοθεσία, την οποία συνυπογράφουν η Άρτεμις και η Λίλα μαζί με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή. Κι αν αναρωτιέστε πώς ακριβώς μπορεί να λειτουργεί κάτι τέτοιο, «με πολλή κουβέντα» είναι η απάντηση.
«Όταν ξεκινάμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, συζητάμε και περνάμε τόσο πολύ χρόνο μαζί που στο τέλος πάμε έτοιμοι στην αίθουσα της πρόβας, γνωρίζοντας πολύ καλά πού θέλουμε να το πάμε σε σχέση με τη δραματουργία και τη σκηνοθεσία. Σίγουρα βοηθά και το γεγονός πως έχουμε κοινή αισθητική γραμμή και άποψη για το θέατρο», εξηγεί η Άρτεμις.
Οι τρεις τους αγαπούν να ταξιδεύουν τις παραστάσεις τους εκτός Αθηνών. Έτσι, η «Δάφνη» ανέβηκε για πρώτη φορά στην Πάτρα κι έπειτα ταξίδεψε ως τη Θεσσαλονίκη, προτού τελικά έρθει στην Αθήνα και το θέατρο ΕΛΕΡ. «Μας αρέσει πολύ να κάνουμε παραστάσεις εκτός Αθηνών γιατί αυτό μας βγάζει από τον μικρόκοσμό μας, εκείνον που με ασφάλεια τον έχουμε περιβάλει και συνειδητοποιούμε πολλά πράγματα και για την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας», λέει επ’ αυτού η Λίλα.
«Αυτό που λέει η Λίλα δεν έχει να κάνει με την επιβεβαίωση του στερεότυπου της επαρχίας και του συντηρητισμού σε καμία περίπτωση. Έχει να κάνει με το γεγονός ότι στην επαρχία το κοινό έχει μεγαλύτερη ποικιλομορφία και είναι πιο εύκολο να το αφουγκραστούμε, είτε μέσα από τις αντιδράσεις του κατά τη διάρκεια της παράστασης, είτε στην κουβέντα μετά», σπεύδει να εξηγήσει η Άρτεμις, προς αποφυγή παρεξηγήσεων.
Στην Αθήνα απομένουν μόνο έξι παραστάσεις, όμως η Άρτεμις και η Λίλα ελπίζουν πως η «Δάφνη» θα καταφέρει να ταξιδέψει όπως και οι «Κάτω απ’ τ’ αστέρια», που ανέβηκαν ακόμα και στο Λονδίνο και το Άμστερνταμ. Τι κι αν και οι δύο κάνουν και παράλληλα χίλια δυο άλλα πράγματα; Όπως λέει η Άρτεμις λίγο πριν κλείσουμε αυτήν την όμορφη κουβέντα, «Υπάρχει μια φιλοσοφία που λέει ότι δεν κάνεις και καλή δουλειά όταν κάνεις δυο-τρία πράγματα ταυτόχρονα. Εγώ δεν το αγαπάω αυτό. Πιστεύω ότι εκπαιδευόμαστε στο να μπορούμε να δίνουμε τον εαυτό μας 100% τρεις φορές μέσα στη μέρα. Σίγουρα, όμως, θα θέλαμε να είναι τα πράγματα λιγάκι πιο ανθρώπινα για να μπορούμε να ζούμε αξιοπρεπώς. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον κλάδο μας. Αυτή τη στιγμή υπάρχει πρόβλημα στην παιδεία, στην υγεία, στη γεωργία, στον πολιτισμό, σε όλους τους τους κλάδους. Και πρέπει επιτέλους κάτι να γίνει».
Η παράσταση «Δάφνη» ανεβαίνει κάθε Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 19:00 στο θέατρο ΕΛΕΡ μέχρι τις 17 Μαρτίου.
Ευχαριστούμε θερμά το «Τέρας» στον Ν. Κόσμο για την φιλοξενία.