Η παροχή «νομικής, πολιτικής, ακόμη και στρατιωτικής υποστήριξης» στην κυβέρνηση της Τρίπολης, προκειμένου «να ανατραπεί η απόφαση ακύρωσης» του τουρκολιβυκού Μνημονίου αλλά και (ή) η το αντίδοτο» της σύναψης, «κερδοφόρας» -και «παρόμοιας» με την τουρκολιβυκή-, συμφωνίας με το Κάιρο, αναμένεται να είναι τα προσεχή βήματα της Άγκυρας, υποστηρίζει ο τούρκος ακαδημαϊκός (Πανεπιστήμιο Αιγαίου), Αλτούγκ Γκιουνάλ, βέβαιος ότι «η Τουρκία δεν μείνει παραμείνει αδρανής» ενώπιον της ακυρωτικής πράξης-κεραυνό εν αιθρία, μετά από απόφαση του δικαστηρίου της Τρίπολης, την περασμένη Δευτέρα. Κι αυτό, γιατί «η Λιβύη διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη στρατηγική της Τουρκίας να απελευθερωθεί από τη θαλάσσια περικύκλωση και να ματαιώσει τα σχέδια των αντιπάλων της».
«Σαφείς οι επιλογές της Τουρκίας»
Ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει δηλώσει, μας θυμίζει ο τούρκος συνομιλητής μας, στο πλαίσιο των «θεμελιωδών ανησυχιών της Τουρκίας», ότι «η εγκατάλειψη των διαδικασιών που ξεκινήσαμε με την Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (σ.σ. ψευδοκράτος) και τη Λιβύη, δεν θα μας εμποδίσουν μόνο από οικονομικές δραστηριότητες αλλά και από το να… μπούμε μέσα στη θάλασσα, πόσο δε μάλλον να ρίξουμε… πετονιά».
Εάν η απόφαση του δικαστηρίου για ακύρωση του μνημονίου «δεν αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου που σκοπεύει να εφαρμόσει η Τουρκία με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, για το οποίο δεν γνωρίζουμε ακόμη, οι επιλογές της Τουρκίας είναι σαφείς», υπογραμμίζει ο τούρκος ειδικός, εκτιμώντας ότι η Άγκυρα βλέπει ως plan b και τη «συνεργασία με περιφερειακούς και διεθνείς παράγοντες για την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων της ακύρωσης του Μνημονίου».
Παρά τις βελτιωμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις, «φαίνεται αδύνατο για την Ελλάδα να καταλήξει σε συμφωνία με την Τουρκία για ζητήματα που θεωρεί εντός του κυρίαρχου εδάφους της», εκτιμά ο Αλτούγκ Γκιουνάλ. Ως εκ τούτου, η κύρια στόχευση της Τουρκίας «πιθανότατα θα είναι να πείσει την Αίγυπτο, στο πλαίσιο της εξομάλυνσης των τουρκοαιγυπτιακών σχέσεων, να συνάψει μια συμφωνία με οφέλη παρόμοια με την τουρκολιβυκή», συμπεραίνει.
«Η εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς να ληφθούν υπόψη οι ευρύτεροι στρατηγικοί της στόχοι στην Ανατολική Μεσόγειο, την Κύπρο, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική», επισημαίνει στην ανάλυσή του στο ΒΗΜΑ ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. «Παρά το τεράστιο μέγεθος, τον μεγάλο πληθυσμό και την εκτεταμένη ακτογραμμή της κατά μήκος της Μεσογείου, η Τουρκία περιορίζεται σε έναν πολύ περιορισμένο και άδικο θαλάσσιο χώρο από τις αντίπαλες συμμαχίες της. Κατά συνέπεια, διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης της σημερινής, αναγκάζονται να αμφισβητήσουν τους θαλάσσιους περιορισμούς (που τίθενται και από την Ελλάδα) στη Μεσόγειο». Εξ ου, «οι τουρκικές ενέργειες στην περιοχή γίνονται αντιληπτές από τις τουρκικές κυβερνήσεις και το κοινό περισσότερο ως αμυντικά μέτρα παρά ως εκδηλώσεις νεοοθωμανισμού ή επεκτατισμού».
«Το μνημόνιο του 2019 δεν ακυρώθηκε από το λιβυκό δικαστήριο»
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμά ο τούρκος ακαδημαϊκός, πρέπει να αναλυθούν κι οι δύο σημαντικές συμφωνίες που υπεγράφησαν μεταξύ της Τουρκίας και της -αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ- Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNA) της Λιβύης, στις 27 Νοεμβρίου 2019, εκ των οποίων η μία αφορά τη στρατιωτική συνεργασία και η δεύτερη τα θαλάσσια σύνορα. «Μέσω αυτών των συμφωνιών, η Άγκυρα ήθελε βασικά να αποδείξει ότι οποιοδήποτε έργο στοχεύει να αγνοήσει την Τουρκία και τους Τουρκοκύπριους που έχουν ίσα δικαιώματα στις φυσικές πηγές του νησιού της Κύπρου, στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν θα είναι επιτυχές. Εξάλλου, Ελλάδα και Αίγυπτος αντιτάχθηκαν στο Μνημόνιο και υπέγραψαν δική τους συμφωνία τον Αύγουστο του 2020, ορίζοντας αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) στην Ανατολική Μεσόγειο».
Ωστόσο, «δεν ακυρώθηκε το μνημόνιο του 2019 από το λιβυκό δικαστήριο», διευκρινίζει ο τούρκος καθηγητής. «Ακυρώθηκε αυτό που υπογράφηκε τον Οκτώβριο του 2022, και θεωρήθηκε ως το “θεσμικό” βήμα για την εφαρμογή του τουρκολιβυκού μνημόνιού του 2019, στoχεύοντας στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών στην εξερεύνηση, εκμετάλλευση, παραγωγή, κατασκευή και εμπορία υδρογονανθράκων στη Λιβύη».
Η συμφωνία παρείχε επίσης στην Τουρκία την εξουσία να εξερευνά υδρογονάνθρακες τόσο στην ΑΟΖ της Λιβύης όσο και στην ηπειρωτική χώρα της. «Σε αυτή η συμφωνία αντιτάχθηκαν τα ίδια κόμματα στη χώρα που αντιτάχθηκαν και στην προηγούμενη», προσθέτει ο κύριος Γκιουνάλ.
Γιατί ακυρώθηκε το Μνημόνιο;
Οι αντιρρήσεις στο Μνημόνιο εδράζονται στην αμφισβήτηση της νομιμότητας των πρωτοβουλιών της κυβέρνησης Ντμπέιμπα, συνεχίζει, καθότι «ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και οι υποστηρικτές του πρεσβεύουν ότι ο πρωθυπουργός Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα δεν είχε τη νομική εξουσία να υπογράψει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, επειδή δεσμεύει το λιβυκό κράτος σε μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις».
Πού βασίζουν αυτόν τον ισχυρισμό; «Στον οδικό χάρτη για την προκαταρκτική φάση μιας συνολικής λύσης, που σκιαγραφήθηκε από το Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου, στην Τυνησία τον Νοέμβριο του 2020, υπό την καθοδήγηση του ΟΗΕ. Αυτός ο οδικός χάρτης καθορίζει τις προτεραιότητες της εκτελεστικής αρχής και, σύμφωνα με αυτές, η υπογραφή τέτοιων συμφωνιών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του. Έτσι, η κύρια αντιπολίτευση σχετίζεται με την εξουσία του πρωθυπουργού», απαντά ο Αλτούγκ Γκιουνάλ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το δικαστήριο της Λιβύης ακύρωσε τη συμφωνία λίγες εβδομάδες αφότου η Τουρκία ανακοίνωσε την έναρξη ερευνών στις λιβυκές θαλάσσιες ζώνες, βάσει του επίδικου μνημονίου. «Αυτό έγινε λίγο μετά τη σύνοδο Ερντογάν-Σίσι, που συμπίπτει με τις προσπάθειες της Τουρκίας να βελτιώσει τις σχέσεις με την Αίγυπτο και τις δυνάμεις που υποστηρίζονται από το Κάιρο στην ανατολική Λιβύη», σημειώνει ο Αλτούνγκ Γκιουνάλ. Επίσης, ακολούθησε την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν στη Λιβύη, όπου ανακοίνωσε το σχέδιο δημιουργίας τουρκικού προξενείου στη Βεγγάζη», συνεχίζει ο τούρκος αναλυτής, που διαβλέπει την έναρξη «ενός νέου κεφαλαίου στο μέλλον, μετά τη συνάντηση του τούρκου Προέδρου και του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι (στις 14 Φεβρουαρίου), με βασικό θέμα συζήτησης τη Λιβύη».
«Ελπίδα για σταθερότητα η τουρκοαιγυπτιακή προσέγγιση»
Ιστορικά, η Τουρκία και η Αίγυπτος έχουν υποστηρίξει αντίπαλες φατρίες στη συνεχιζόμενη σύγκρουση στη Λιβύη, εμποδίζοντας τις διεθνείς απόπειρες για επίλυση της κρίσης. Ωστόσο, «η πρόσφατη τουρκοαιγυπτιακή προσέγγιση προσφέρει ελπίδα για σταθερότητα», εκτιμά ο τούρκος συνομιλητής μας. «Οι συζητήσεις στην Τουρκία προτείνουν μια πιθανή συμφωνία με βάση τη θαλάσσια συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης του 2019, η οποία ενδεχομένως θα παραχωρήσει στην Αίγυπτο περισσότερα χωρικά ύδατα από αυτά που συμφωνήθηκε με την Ελλάδα. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι αυτή η συμφωνία παραχώρησε στη Λιβύη επιπλέον 16.700 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε σύγκριση με τη συμφωνία με την Ελλάδα, και ένα παρόμοιο κέρδος θα μπορούσε να είναι δυνατό και για την Αίγυπτο».
Παραταύτα, «είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η Αίγυπτος έχει επίσης ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα και την ελληνοκυπριακή διοίκηση», αποσαφηνίζει ο τούρκος ακαδημαϊκός. «Ενώ η εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία ανοίγει πόρτες, είναι απίθανη μια πλήρης απομάκρυνση από τις τρέχουσες συμμαχίες της. Η Αίγυπτος πιθανότατα θα ακολουθήσει μια ισορροπημένη πολιτική, δεσμεύοντας και τις δύο πλευρές για περαιτέρω σταθερότητα στη Λιβύη».
Το παρασκήνιο του «ναυαγίου» του τουρκολιβυκού μνημονίου
Μετά τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη και εγκεκριμένη από το ψήφισμα 2510 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η Αποστολή Υποστήριξης των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη (UNSMIL) πραγματοποίησε το πρώτο Λιβυκό Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου (LPDF), τον Νοέμβριο του 2020.
Το φόρουμ είχε στόχο να ανοίξει το δρόμο για δημοκρατικές εκλογές, το Δεκέμβριο του 2021. «Ωστόσο, οι διαφωνίες σχετικά με τους κανόνες και τους μηχανισμούς επιβολής εμπόδισαν την πρόοδο, οδηγώντας σε καθυστερήσεις των εκλογών και ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα της προσωρινής κυβέρνησης».
Ο Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα, ο οποίος διορίστηκε πρωθυπουργός μέσω του Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου της Λιβύης, τον Φεβρουάριο του 2021, αναμενόταν αρχικά να υπηρετήσει μέχρι τις προγραμματισμένες εκλογές του Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς. «Όταν αυτές οι εκλογές αναβλήθηκαν επ’ αόριστον, η θέση του αμφισβητήθηκε», αναφέρει ο τούρκος ειδικός. «Τον Φεβρουάριο του 2022, η Βουλή των Αντιπροσώπων της Λιβύης εξέλεξε τον Φάτι Μπασάγα ως Πρωθυπουργό, αλλά ο Ντμπέιμπα αρνήθηκε να παραιτηθεί, επιμένοντας να παραμείνει στη θέση του μέχρι τη διεξαγωγή νέων εκλογών».
Η απόφαση του Εφετείου της Τρίπολης να ακυρώσει τη συμφωνία ήρθε, συνεχιζει ο τούρκος ακαδημαϊκός, μετά από προσφυγή στη Δικαιοσύνη, και, συγκεκριμένα, «την αποδοχή της προσφυγής που κατέθεσαν πέντε λίβυοι δικηγόροι, τον Δεκέμβριο του 2022».
Οι δικηγόροι υποστήριξαν ότι η κυβέρνηση Ντμπέιμπα «δεν είχε την εξουσία να υπογράψει τη συμφωνία, καθώς αυτό συνεπάγεται εθνική κυριαρχία και απαιτεί κοινοβουλευτική έγκριση. Επισήμαναν την υπάρχουσα Πολιτική Συμφωνία της Λιβύης και πιθανή ζημιά στον τομέα του πετρελαίου. Επιπλέον, αμφισβήτησαν τη ρήτρα εμπιστευτικότητας και την εμπειρία των τουρκικών εταιρειών. Τροφοδοτώντας περαιτέρω τις εντάσεις, ο υπουργός Πετρελαίου επέκρινε τη συμφωνία που υπογράφηκε ερήμην του, επισημαίνοντας εσωτερικές διαφωνίες εντός της κυβέρνησης».
«Ουδέν σχόλιον»
Στις 19 Φεβρουαρίου, το Εφετείο Τρίπολης αποφάσισε να ακυρώσει το Μνημόνιο που υπεγράφη το 2022. Επισημαίνοντας ότι η συμφωνία, «παρόλο που είναι ένα μη δεσμευτικό μνημόνιο, στην πραγματικότητα λειτουργεί ως μια συνολική συμφωνία για το πετρέλαιο, η οποία υπερβαίνει τις δυνάμεις του πρωθυπουργού».
Ο πρωθυπουργός Ντμπέιμπα δεν προέβη σε σχολιασμό της ακύρωσης. Αρκέστηκε να υπογραμμίσει τη σημασία της συνεργασίας με την Τουρκία σε διάφορους τομείς. Ωστόσο, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νομική πρόκληση, παραδέχεται ο Αλτούγκ Γκιουνάλ. «Μπορεί να ασκήσει έφεση εντός 60 ημερών, αλλά η διχασμένη δικαστική εξουσία της Λιβύης αμφισβητεί και τη διαδικασία και την έκβασή της».