Θα έχετε βρεθεί σε παρέες με νέους γονείς. Θα έχετε διαπιστώσει αυτήν την κούραση στο βλέμμα. Την αίσθηση εξάντλησης που γεννά η φροντίδα ενός βρέφους ή νηπίου. Σε πολλές οικογένειες με δύο εργαζόμενους γονείς (ή σε μονογονεϊκές με εργαζόμενο γονέα) σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και αναπόφευκτη αναγκαιότητα εξεύρεσης κάποιου τρίτου προσώπου που θα αναλάβει τη φροντίδα του παιδιού/παιδιών για όσο διάστημα οι γονείς θα εργάζονται. Σε περίπτωση που οι στενοί συγγενείς δεν μπορούν να βοηθήσουν ή/και οι εξουθενωτικές αλχημείες με το μοντέλο εργασίας ή το ωράριο αποδεικνύονται άκαρπες, τότε αναζητείται η λύση μιας νταντάς. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι γονείς συμφωνούν ότι «είναι το σημαντικότερο άτομο στην καθημερινότητά μας», καθώς από την παρουσία του ή μη καθορίζεται όλη η ισορροπία της καθημερινότητας.
Η αναζήτηση και επιλογή όμως νταντάς αποδεικνύεται μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση για μια σειρά από λόγους, ενώ η ελλιπής κρατική υποστήριξη προς τις οικογένειες με εργαζόμενους γονείς την καθιστά ακόμα δυσκολότερη. Πού μπορούν να βασιστούν σήμερα οι εργαζόμενοι νέοι γονείς σε μια χώρα σαν την Ελλάδα χωρίς αυτά τα χρήσιμα χέρια της ευρύτερης οικογένειας, όταν η άδεια μητρότητας τελειώνει και τα έξοδα αυξάνονται με εκθετικό βαθμό; Υπάρχει κρατική μέριμνα; Υπάρχουν δημόσιες δομές; Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να βρει κανείς νταντά;
«Είναι δύσκολα τα πράγματα», λέει μιλώντας στο ΒΗΜΑ ο Πέτρος Χιουτακάκος που έγινε μπαμπάς για πρώτη φορά πριν από οκτώ μήνες. Εκείνος και η σύζυγός του είναι πλήρως απασχολούμενοι ιδιωτικοί υπάλληλοι, όμως η βοήθεια που μπορούν να έχουν από τον στενό οικογενειακό τους κύκλο είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Δυστυχώς, και οι δύο γιαγιάδες δεν είναι εν ζωή, ενώ από τους δύο παππούδες μόνο ο ένας μένει κοντά τους και μπορεί να παρέχει μια βοήθεια σε περίπτωση ανάγκης. Όταν, λοιπόν, η άδεια εγκυμοσύνης πλησίαζε προς το τέλος της, βγήκαν στην αναζήτηση νταντάς.
Αντίστοιχα, όταν πριν από ενάμιση χρόνο η Αλκμήνη Τζίμα και ο σύζυγός της έγιναν γονείς για πρώτη φορά, ήρθαν αντιμέτωποι με την ίδια μεγάλη πρόκληση. «Τον πρώτο καιρό, ειδικά, ήμασταν εντελώς μόνοι μας. Δεν είχαμε βοήθεια ούτε από συγγενείς ούτε από κάποια νταντά», λέει στο ΒΗΜΑ η Αλκμήνη, η οποία μάλιστα ως ελεύθερη επαγγελματίας δεν είχε ούτε άδεια, ούτε κάποιο επίδομα, παρά μόνο μια μικρή ελάφρυνση στην ασφάλεια που πληρώνει. Μετά όμως από επτά ολόκληρους μήνες χωρίς κανένα εισόδημα ουσιαστικά, μιας και μέχρι εξαιρετικά πρόσφατα δεν υπήρχε καμία μέριμνα από το κράτος για τις αυτοαπασχολούμενες γυναίκες, η Αλκμήνη έπρεπε να επιστρέψει στη δουλειά.
Nταντά, μια δύσκολη υπόθεση
Και οι δύο οικογένειες το έψαξαν πάρα πολύ μέσω γνωστών, μέσω forum και ιστοτόπων για νέους γονείς. Μίλησαν με νταντάδες με παιδαγωγική κατάρτιση και χωρίς. Ο Πέτρος και η σύζυγός του επιχείρησαν μάλιστα να ενταχθούν και στο νέο πιλοτικό πρόγραμματου υπουργείου Εργασίας «Νταντάδες της γειτονιάς». Τα ευρήματα της έρευνάς τους ήταν πολλά.
Τόσο ο Πέτρος κι όσο και η Αλκμήνη βρήκαν τελικά νταντά μέσω γνωστού. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν ήταν κι ακριβώς εύκολο. Πολλοί άνθρωποι που κάνουν αυτό το επάγγελμα, δεν αναλαμβάνουν βρέφη κάτω των 12 μηνών. Είναι πολύ μεγάλη ευθύνη. Επιπλέον, ακόμα και αν βρεθεί άνθρωπος που θα τα αναλάβει, δεν είναι σίγουρο ότι το προφίλ του θα ταιριάζει στις ανάγκες και τις απαιτήσεις των γονιών. Κι έπειτα, είναι το οικονομικό ένα πολύ μεγάλο ζήτημα.
«Όταν χρειάζεσαι μια νταντά για ένα οκτάωρο την ημέρα, πέντε μέρες την εβδομάδα, μιλάμε για πάρα πολλά χρήματα – μίνιμουμ επτακόσια ευρώ, μάξιμουμ έχουμε ακούσει και χιλιάρικο. Είναι δύσκολα τα οικονομικά δεδομένα για μία οικογένεια. Από την άλλη, καταλαβαίνω ότι μιλάμε για κανονικό ωράριο και τεράστια ευθύνη να προσέχεις τόσες ώρες ένα ξένο παιδί», παραδέχεται ο Πέτρος.
Tricky Business οι «Νταντάδες της γειτονιάς»
Όπως είναι αναμενόμενο, η συζήτησή πάει και στις «Νταντάδες της γειτονιάς», για τις οποίες τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος, όμως το πρόγραμμα δεν φαίνεται να τραβάει και ιδιαίτερα. Γιατί όμως; Η Αλκμήνη παραδέχεται πως δεν το έχει ψάξει καθόλου, μιας και όταν εκείνη βρισκόταν σε αναζήτηση νταντάς, το πρόγραμμα δεν είχε ακόμα ξεκινήσει. Ο Πέτρος και η σύζυγος του όμως, όχι απλά το έψαξαν, εντάχθηκαν κιόλας όταν δόθηκε η δυνατότητα σε παππούδες και γιαγιάδες να γίνουν επιμελητές. Αλλά λίγο πριν ολοκληρωθούν οι διαδικασίες έκαναν πίσω.
«Όταν δόθηκε αυτή η δυνατότητα, σε συνεννόηση με τον πεθερό μου, είπαμε να το δοκιμάσουμε», λέει ο ίδιος. Ακολούθησαν κανονικά όλες τις διαδικασίες. Ο πεθερός του εξετάστηκε με βάση ένα εγχειρίδιο που αφορά στη φροντίδα και την ασφάλεια παιδιών πρώιμης παιδικής ηλικίας και δίνεται στους υποψήφιους φροντιστές. Έδωσε ένα τεστ 30 ερωτήσεων πολλαπλών επιλογών – «όχι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο», όπως επισημαίνει ο Πέτρος. Στη συνέχεια, εξετάστηκε από γιατρούς τριών ειδικοτήτων, ένας εκ των οποίων ψυχίατρος, ενώ πήρε και πιστοποίηση παροχής πρώτων βοηθειών για βρέφη και νήπια.
Όταν όμως ολοκληρώθηκε αυτό το πολύ θεμιτό στάδιο εξετάσεων και πιστοποιήσεων, και όλα είχαν πάει καλά, ήρθαν αντιμέτωποι με κάτι για το οποίο μέχρι τώρα δεν γίνεται λόγος. «Μόνο όταν φτάσαμε στο τρίτο και τελευταίο στάδιο συνειδητοποιήσαμε πως, δυστυχώς, όπως στα δίνει το κράτος, στα παίρνει πίσω μέσω της φορολογίας εισοδήματος του συνταξιούχου. Άσε που αυτά τα 500 ευρώ δεν είναι καθαρά, αφού σε αυτά περιλαμβάνεται και το εργόσημο, το οποίο οφείλουν να καταβάλουν κάθε μήνα οι γονείς. Άρα, το συνολικό ποσό που λαμβάνεις είναι πολύ μικρότερο. Και είμαστε απολύτως σίγουροι γι’ αυτό. Το ψάξαμε και με λογιστές, οι οποίοι επιβεβαίωσαν όλα τα παραπάνω», εξηγεί ο Πέτρος.
Δυστυχώς, οι «νταντάδες της γειτονιάς» χωλαίνουν. Και όχι μόνο ως προς τις οικονομικές πτυχές του προγράμματος. Αυτό, ενδεχομένως, να είναι και μηδαμινό μπροστά σε άλλα πολύ πιο ουσιαστικά θέματα που προκύπτουν, εφόσον μιλάμε για φροντίδα παιδιών. Όπως επισημαίνει μιλώντας στο ΒΗΜΑ η Πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Παιδαγωγών Πρώιμης Παιδικής Ηλικίας (ΠΑΣΥΠΠΠΗ) κ.Βάσω Προβατά, «Το πρόγραμμα αυτό δεν αποτελεί κοινωνική πολιτική. Κοινωνική πολιτική είναι η επένδυση στην προσχολική αγωγή με δομές κατάλληλες που να μπορούν να εξυπηρετούν τις ανάγκες των παιδιών και των γονέων. Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος δίχως καμία εκπαιδευτική κατάρτιση, χωρίς καμία σχέση με την παιδαγωγική επιστήμη να παρέχει υπηρεσίες, οι οποίες είναι άκρως παιδαγωγικές; Γιατί όλα αυτά τα χρήματα να μην τα επενδύσει το κράτος σε δημόσιες δομές προσχολικής αγωγής στελεχωμένες με καταρτισμένους παιδαγωγούς, που εφαρμόζουν σύγχρονα προγράμματα προσαρμοσμένα στα νέα επιστημονικά δεδομένα, με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες και τις αναπτυξιακές ανάγκες των παιδιών· δομές με πιστοποιήσεις που θα μπορούν να ελέγχονται;».
Ο ΠΑΣΥΠΠΠΗ μετρά 60.00 μέλη, τα οποία έχουν όλα αποφοιτήσει από τμήματα Προσχολικής Αγωγής ΑΤΕΙ και τα τμήματα Αγωγής και Φροντίδας στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία ΑΕΙ. Και η συντριπτική πλειοψηφία αυτών δεν θεωρεί ότι οι «νταντάδες της γειτονιάς» είναι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα. «Δεν θεωρούμε ότι μπορούμε να παράξουμε τις υπηρεσίες μας σε ένα τέτοιο πλαίσιο, γι’ αυτό και δεν γνωρίζω κανένα μέλος μας που να έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα. Εμείς αυτό που θέλουμε είναι ποιοτικά πλαίσια προσχολικής αγωγής, με δημόσιο χαρακτήρα, όπου θα μπορούμε να καλύπτουμε ολιστικά τις ανάγκες ακόμη και των πολύ μικρών παιδιών», τονίζει η κ. Προβατά.
Στο δια ταύτα
Φυσικά το ιδανικό για κάθε οικογένεια είναι να βρουν ένα καταρτισμένο άτομο να αναλάβει τη φροντίδα του παιδιού ή των παιδιών τους. Όταν όμως απαιτείται να απουσιάζουν και οι δύο γονείς τουλάχιστον 8 ώρες από το σπίτι, τότε αναζητούν και άτομα δίχως τα τυπικά προσόντα -και όχι μία ή δύο φορές. Μια νταντά δεν θα είναι για πάντα -θα αφήσουν αιφνιδιαστικά την εργασίας τους (πολλές φορές ως τη μόνη διέξοδο απέναντι σε οικογένειες-εργοδότες που τις εκμεταλλεύονται) ή να αλλάξουν σχέδια για την επαγγελματική τους πορεία. Σε ένα περιβάλλον όπου απουσιάζει η ουσιαστική θεσμική παρέμβαση σε θέματα γονεϊκότητας, πολλοί εργαζόμενοι γονείς αναζητούν απλώς κάποιον.